Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιησούς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιησούς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2009

Ποιός είναι ο Ιησούς


Ας σκεφτούμε λίγο λοιπόν, χρησιμοποιώντας τη λογική μας, σχετικά με τον Χριστιανισμό.

Πριν 2.000 χρόνια, ένας άνθρωπος στην Παλαιστίνη ισχυρίστηκε πως ήταν ο Θεός, πως ήταν ο Μεσσίας, πως ήταν ο Υιός του θεού από τον Ουρανό, πως θα φέρει την Βασιλεία των Ουρανών στη γη. Οι άνθρωποι που άκουγαν το μήνυμά του, τον είδαν να κάνει εκπληκτικά θαύματα. Δεν ισχυριζόταν απλώς πως ήταν ο Θεός, αλλά έπεισε και τους ανθρώπους, ακόμα και τους Ιουδαίους, ακόμα και αυτούς που τον ζούσαν καθημερινά, πως είναι πράγματι ο Θεός. Αφού πέθανε, πολλές εκατοντάδες ανθρώπων ανέφεραν πως τον είδαν αναστημένο. Πάρα πολλοί άνθρωποι μάλιστα μέσα στη ιστορία υπέφεραν μαρτυρικό θάνατο γι Αυτόν.

Δεν ήταν βασιλιάς, ούτε κάποιος ευγενής, δεν ήταν πλούσιος, δεν είχε στρατό, δεν έγραψε κανένα κείμενο και πέθανε πάνω σε ένα ξύλινο σταυρό, με ένα θάνατο που προοριζόταν για τους χειρότερους εγκληματίες. Η ιστορία και η διδασκαλία του καταγράφηκαν με ιστορική πιστότητα στην Καινή Διαθήκη.

Είναι ο μόνος άνθρωπος στην ιστορία που οι άνθρωποι τον δόξασαν σαν Θεό και ο ίδιος το αποδέχτηκε. Ισχυρίστηκε πως είναι ο Θεός και οι άνθρωποι τον πίστεψαν. Δεν ρωτούσαν ποιος είσαι εσύ, αλλά τι είσαι εσύ. Και τον πίστεψαν γιατί ποτέ δεν είδαν τέτοια συμπόνοια, τέτοια σοφία, τέτοια ακεραιότητα, τέτοια δύναμη. Κανείς, ούτε ο Βούδας ούτε κανένας άλλος δε δέχτηκε ποτέ να λατρευτεί σαν θεός. Μόνο ο Ιησούς, και οι άνθρωποι τον πίστεψαν και τον ακολούθησαν.

Πάνω από 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι τον ακολουθούν σήμερα σε όλο τον κόσμο. Σε μερικές περιοχές του κόσμου μάλιστα (Κίνα, Αφρική κ.α.) η αύξηση του Χριστιανισμού είναι εκρηκτική. Ίσως γιατί ο Ιησούς ταυτίστηκε με τους φτωχούς, τους αδύναμους και τους απόκληρους... Η δυτική κοινωνία στην οποία ζούμε έχει αποκτήσει άλλους θεούς (το χρήμα, η κοινωνική καταξίωση, το σεξ, η εξωτερική ομορφιά, η ιδεολογία, οτιδήποτε έχει αξία στη ζωή μας μπορεί να μετατραπεί σε θεό μας, και μάλιστα θυσιάζουμε σ' αυτούς τους θεούς, για παράδειγμα όταν η καριέρα μας είναι ο θεός μας μπορεί να θυσιάζουμε τα παιδιά μας, την οικογένειά μας σ' αυτό το θεό μας... )

Ο εκπληκτικός, λοιπόν, ισχυρισμός του πως είναι ο Θεός, καθώς και το μέγεθος της επιρροής του στην ανθρώπινη ιστορία, σημαίνουν πως δεν θα πρέπει κάποιος απλώς να αμφιβάλλει πως ο Ιησούς είναι ο Θεός, αλλά θα πρέπει να είναι απολύτως σίγουρος πως ο Ιησούς δεν είναι ο Θεός. Γιατί αν κάνει κανείς λάθος σχετικά με τον Ιησού και με το αν είναι στην πραγματικότητα αυτός που ισχυρίζεται πως είναι, τότε η ζωή του οδηγείται στην καταστροφή.

Αν ο Ιησούς είναι αυτός που λέει πως είναι, τότε δεν μπορείς να τον δεις "αντικειμενικά". Δεν μπορείς να κρατήσεις αποστάσεις. Πρέπει να πάρεις θέση. Ο Ιησούς λέει, εγώ είμαι η Αλήθεια. Ο Ιησούς λέει πως αν θέλεις να τον ακολουθήσεις πρέπει να του παραδώσεις τα πάντα. Η αγάπη σου γι Αυτόν θα πρέπει να είναι τόσο μεγάλη που οποιαδήποτε άλλη αγάπη, είτε πρόκειται για γονείς, είτε πρόκειται για σύζυγο, είτε πρόκειται για παιδιά, για οτιδήποτε, θα πρέπει να είναι σαν ένα τίποτα μπροστά στην αγάπη σου γι Αυτόν.

Ποιός είναι αυτός που λέει όλα αυτά τα εξωφρενικά πράγματα; Ποιός είναι αυτός που έχει τέτοια ποιότητα στο κήρυγμά του; Ποιός είναι αυτός που το κήρυγμά του είναι τόσο διαχρονικό και τόσο "διαπολιτισμικό"; Ποιός είναι αυτός που γνωρίζει τόσο καλά την καρδιά του ανθρώπου; Ποιός είναι αυτός που σε κάθε του φράση η καρδιά μου σκιρτάει; Πως είναι δυνατόν να με γνωρίζει τόσο καλά;

Αν ο Θεός δεν είναι σαν τον Ιησού, τότε αυτός ο Θεός δεν είναι αυτός που ο κόσμος μας χρειάζεται.

Μπορεί κανείς να πιστέψει πως πάνω από 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι σήμερα, και πόσοι ακόμα στο παρελθόν, ακολουθούν ένα ψέμα; Είναι λογικό;

Πιστεύω πως ο κόσμος στον οποίο ζούμε, φαίνεται πολύ πιο λογικός και ερμηνεύεται πολύ ευκολότερα αν κανείς δεχτεί την ύπαρξη ενός παντοδύναμου και δίκαιου θεού. Είναι πράγματι δύσκολο να πιστέψει κανείς στην πραγματικότητα της ύπαρξης του Θεού, αλλά είναι ακόμα δυσκολότερο, νομίζω, να δεχτεί κανείς το αντίθετο.

Είτε θα τον μισεί κανείς και θα του επιτίθεται, είτε θα τον φοβάται και θα τον αποφεύγει, είτε θα τον λατρεύει. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να αντιμετωπίσει κανείς την εκπληκτική παρουσία του Ιησού. Άν όμως είναι αυτός που είναι, τότε αυτά είναι καλά νέα. Γιατί αυτό που λέει, είναι πως η ηθική και οι καλές πράξεις δεν είναι ο δρόμος. Κοίταξε σε εμένα, εγώ είμαι ο Θεός και έρχομαι σε σένα, δεν θα είσαι ποτέ αρκετά καλός, δε θα είσαι ποτέ αρκετά ηθικός, γι αυτό εγώ ο Θεός έρχομαι σε εσένα. Έρχομαι να ζήσω τη ζωή που θα έπρεπε να ζήσεις. Έρχομαι να πεθάνω στη θέση σου για να έχεις μέσω της αγάπης μου και της χάρης μου την αιώνια ζωή μαζί μου.

Εύχομαι ο Θεός να σας δώσει σοφία και σύνεση και την επιθυμία στην καρδιά να τον γνωρίσετε προσωπικά....

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2009

Idolatry In Postmodernists


Idolatry In The Bible

When I first began reading through the Bible I looked for some unifying themes. I concluded that there are many and that if we make just one theme the theme (such as ‘covenant’ or ‘kingdom’) we run the danger of reductionism. However, one of the main ways to read the Bible is as the ages-long struggle between true faith and idolatry. In the beginning, human beings were made to worship and serve God, and to rule over all created things in God’s name (Gen 1:26–28). Paul understands humanity’s original sin as an act of idolatry: “They exchanged the glory of the immortal God… and worshipped and served created things rather than the creator” (Rom 1:21–25). Instead of living for God, we began to live for ourselves, or our work, or for material goods. We reversed the original intended order. And when we began to worship and serve created things, paradoxically, the created things came to rule over us. Instead of being God’s vice-regents, ruling over creation, now creation masters us. We are now subject to decay and disease and disaster. The final proof of this is death itself. We live for our own glory by toiling in the dust, but eventually we return to the dust – the dust “wins” (Gen 3:17–19). We live to make a name for ourselves but our names are forgotten. Here in the beginning of the Bible we learn that idolatry means slavery and death.

The Ten Commandments’ first two and most basic laws (one-fifth of all God’s law to humankind) are against idolatry.* Exodus does not envision any third option between true faith and idolatry. We will either worship the uncreated God or we will worship some created thing (an idol). There is no possibility of our worshipping nothing. The classic New Testament text is Romans 1:18-25. This extensive passage on idolatry is often seen as only referring to the pagan Gentiles, but instead we should recognize it as an analysis of what sin is and how it works. Verse 21 tells us that the reason we turn to idols is because we want to control our lives, though we know that we owe God everything. “Though they knew God, they neither glorified God nor gave thanks to him.” Verse 25 tells us the strategy for control – taking created things and setting our hearts on them and building our lives around them. Since we need to worship something, because of how we are created, we cannot eliminate God without creating God-substitutes. Verses 21 and 25 tell us the two results of idolatry:

  1. Deception – “their thinking became futile and their hearts were darkened,” and
  2. Slavery – “they worshipped and served” created things.

Whatever we worship we will serve, for worship and service are always inextricably bound together. We are “covenantal” beings. We enter into covenant service with whatever most captures our imagination and heart. It ensnares us. So every human personality, community, thought-form, and culture will be based on some ultimate concern or some ultimate allegiance – either to God or to some God-substitute. Individually, we will ultimately look either to God or to success, romance, family, status, popularity, beauty or something else to make us feel personally significant and secure, and to guide our choices. Culturally we will ultimately look to either God or to the free market, the state, the elites, the will of the people, science and technology, military might, human reason, racial pride, or something else to make us corporately significant and secure, and to guide our choices.

No one grasped this better than Martin Luther, who ties the Old Testament and New Testament together remarkably in his exposition of the Ten Commandments. Luther saw how the Old Testament law against idols and the New Testament emphasis on justification by faith alone are essentially the same. He said that the Ten Commandments begin with two commandments against idolatry. It is because the fundamental problem in law-breaking is always idolatry. In other words, we never break the other commandments without first breaking the law against idolatry. Luther understood that the first commandment is really all about justification by faith, and to fail to believe in justification by faith is idolatry, which is the root of all that displeases God.

All those who do not at all times trust God and do not in all their works or sufferings, life and death, trust in His favor, grace and good-will, but seek His favor in other things or in themselves, do not keep this [First] Commandment, and practice real idolatry, even if they were to do the works of all the other Commandments, and in addition had all the prayers, obedience, patience, and chastity of all the saints combined. For the chief work is not present, without which all the others are nothing but mere sham, show and pretense, with nothing back of them… If we doubt or do not believe that God is gracious to us and is pleased with us, or if we presumptuously expect to please Him only through and after our works, then it is all pure deception, outwardly honoring God, but inwardly setting up self as a false [savior]…. (Part X. XI) Excerpts from Martin Luther, Treatise Concerning Good Works (1520).

Here Luther says that failure to believe that God accepts us fully in Christ – and to look to something else for our salvation—is a failure to keep the first commandment; namely, having no other gods before him. To try to earn your own salvation through works-righteousness is breaking the first commandment. Then he says that we cannot truly keep any of the other laws unless we keep the first law – against idolatry and works-righteousness. Thus beneath any particular sin is this sin of rejecting Christ-salvation and indulging in self-salvation.

For example, let’s say a person cheats on his income tax form. Why does he do that? Well, you say, because he is a sinner. Yes, but why does his sin take this form? Luther’s answer would be that the man only cheated because he was making money and possessions – and the status or comfort from having more of them – more important than God and his favor. Or let’s say a person lies to a friend rather than lose face over something she has done. In that case the underlying sin is making human approval or your reputation more important than the righteousness you have in Christ.

The Bible, then, does not consider idolatry to be one sin among many (and a rare sin found only among primitive people). Rather, all our failures to trust God wholly or to live rightly are at root idolatry – something we make more important than God. There is always a reason for a sin. Under our sins are idolatrous desires.

Idolatry In Postmodern Culture

The biblical teaching about idolatry is particularly helpful for evangelism in a postmodern context. The typical way that Christians define sin is to say that it is breaking God’s law. Properly explained, of course, that is a good and sufficient definition. But the law of God includes both sins of omission and of commission, and it includes the attitudes of the heart as well as behavior. Those wrong attitudes and motivations are usually inordinate desires – forms of idolatry. However, when most listeners hear us define sin as “breaking God’s law” all the emphasis in their minds falls on the negative (sins of commission) and on the external (behaviors rather than attitudes.) There are significant reasons, then, that “law-breaking” isn’t the best way to first describe sin to postmodern listeners.

I ordinarily begin speaking about sin to a young, urban, non-Christian like this: Sin isn’t only doing bad things, it is more fundamentally making good things into ultimate things. Sin is building your life and meaning on anything, even a very good thing, more than on God. Whatever we build our life on will drive us and enslave us. Sin is primarily idolatry.

Why is this a good path to take?

  1. First, this definition of sin includes a group of people that postmodern people are acutely aware of. Postmodern people rightly believe that much harm has been done by self-righteous religious people. If we say “sin is breaking God’s law” without a great deal of further explanation, it appears that the Pharisaical people they have known are ‘in’ and most other people are ‘out.’ Pharisees, of course, are quite fastidious in their keeping of the moral law, and therefore (to the hearer) they seem to be the very essence of what a Christian should be. An emphasis on idolatry avoids this problem. As Luther points out, Pharisees, while not bowing to literal idols, were looking to themselves and their moral goodness for their justification, and therefore they were actually breaking the first commandment. Their morality was self-justifying motivation and therefore spiritually pathological. At the bottom of all their law-keeping they were actually breaking the most fundamental law of all. When we give definitions and descriptions of sin to postmodern people, we must do so in a way that not only challenges prostitutes to change but also Pharisees.
  2. There is another reason we need a different definition of sin for postmodern people. They are relativists, and the moment you say, “Sin is breaking God’s moral standards,” they will retort, “Well, who is to say whose moral standards are right? Everyone has different ones! What makes Christians think that theirs are the only right set of moral standards?” The usual way to respond to this is to become sidetracked from your presentation of sin and grace into an apologetic discussion about relativism. Of course, postmodern people must be strongly challenged about their mushy view of truth, but I think there is a way to move forward and actually make a credible and convicting gospel presentation before you get into the apologetic issues. I do it this way, I take a page from Kierkegaard’s The Sickness Unto Death and I define sin as building your identity – your self-worth and happiness – on anything other than God. Instead of telling them they are sinning because they are sleeping with their girlfriends or boyfriends, I tell them that they are sinning because they are looking to their careers and romances to save them, to give them everything that they should be looking for in God. This idolatry leads to drivenness, addictions, severe anxiety, obsessiveness, envy of others, and resentment.

I have found that when you describe their lives in terms of idolatry, postmodern people do not offer much resistance. They doubt there is any real alternative, but they admit sheepishly that this is what they are doing. I have also found that this makes sin more personal. Making an idol out of something means giving it the love you should be giving your Creator and Sustainer. To depict sin as not only a violation of law but also of love is more compelling. Of course a complete description of sin and grace includes recognition of our rebellion against God’s authority. But I’ve found that if people become convicted about their sin as idolatry and mis-directed love, it is easier to show them that one of the effects of sin is to put them into denial about their hostility to God. In some ways, idolatry is like addiction writ large. We are ensnared by our spiritual idols just like people are ensnared by drink and drugs. We live in denial of how much we are rebelling against God’s rule just like addicts live in denial of how much they are trampling on their families and loved ones.

The biblical theme of idolatry has far more implications for ministry in a postmodern society than what we have discussed. Not only is it a key for evangelism, it is also crucial for discipling and counseling, as David Powlison has shown in his many writings on the subject. (See his easily accessible essay “Idols of the Heart and Vanity Fair,” available at a number of places online.)* The Dutch Calvinists have also shown that the best way to analyze cultures is by identifying their corporate idols. Indeed, each field of vocation and study has its reigning idols, as do political parties and ideologies. While secular societies have made an idol of human reason and human autonomy, other more traditional societies make idols of the family or racial purity.

In her recent memoir, Easter Everywhere: A Memoir, Darcey Steinke recounts how she, the daughter of a Lutheran minister, left her Christian profession. Moving to New York City she entered a life of club hopping and sexual obsession. She wrote several novels. She continued, however, to be extremely restless and unfulfilled. In the middle of the book she quotes from Simone Weill as summarizing the main issue in her life. “One has only the choice between God and idolatry,” Weil wrote.“If one denies God… one is worshiping some things of this world in the belief that one sees them only as such, but in fact, though unknown to oneself imagining the attributes of Divinity in them.”* Stephen Metcalf, writing a review of the memoir in the New York Times calls Weill’s quote “‘extraordinary.’” This is testimony to how penetrating the concept of idolatry is to postmodern people.

————————————————————————————————————————-

* It could be argued that the tenth commandment against coveting is also aimed at idolatrous attitudes in the heart.
* David Powlison, “Idols of the Heart and Vanity Fair,”
Journal of Biblical Counseling, 13.2 (1995).
* Darcey Steinke,
Easter Everywhere: A Memoir, (Bloomsbury, 2007), 114.

This article by Tim Keller originally posted at The Gospel Coalition on April 2007.


Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

Πρόσωπο με πρόσωπο


Θυμάμαι όταν ο γιός μου ήταν πολύ μικρός και δεν μπορούσε να μιλήσει ακόμα, πως περίμενα τη στιγμή που θα μπορεί να μιλάει και να επικοινωνεί μαζί μου με λόγια, πρόσωπο με πρόσωπο. Διάβαζα λοιπόν το εδάφιο 11 στο κεφ. 33 στην Έξοδο (Παλαιά Διαθήκη) που αναφέρει το εξής εκπληκτικό:

Ο Κύριος μιλούσε με το Μωυσή πρόσωπο με πρόσωπο, όπως συζητάει κανείς με το φίλο του.

Και σκέφτομαι πόσο πολύ θέλει ο Θεός να επικοινωνεί μαζί μας. Πρόσωπο με πρόσωπο, σαν φίλοι. Έστειλε τον γιό του τον Ιησού, που μιλούσε με τους ανθρώπους πρόσωπο με πρόσωπο, όπως συζητάει κανείς με τον φίλο του.

Και φεύγοντας ο Ιησούς άφησε το Άγιο Πνεύμα μέσον του οποίου μπορούμε να έχουμε αυτή τη στενή επαφή με τον Ουράνιο Πατέρα μας.

Τόσο πολύ μας αγάπησε...


Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009

Ακολούθησέ με...



Προχωρώντας πιο πέρα ο Ιησούς, είδε να κάθεται στο τελωνείο ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Ματθαίο, και του λέει:

"Ακολούθησέ με".

Κι εκείνος σηκώθηκε και τον ακολούθησε.

Κατά Ματθαίον 9:9








Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2009

Πως νοιώθει ο Πατέρας Θεός για σένα (παραβολή του ασώτου υιού)




Η παραβολή του σπλαχνικού πατέρα (ή του ασώτου υιού)


Τους είπε επίσης ο Ιησούς: "Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Ο μικρότερος απ' αυτούς είπε στον πατέρα του: "πατέρα, δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας που μου αναλογεί", κι εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. Ύστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιός τα μάζεψε όλα κι έφυγε σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, και άρχισε κι αυτός να στερείται. Πήγε λοιπόν κι έγινε εργάτης σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους. Έφτασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε. Τελικά συνήλθε και είπε: "πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ' εσένα, δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιός σου, κάνε με σαν έναν από τους εργάτες σου. Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του.

Ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε. Τότε ο γιος του του είπε: "πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ' εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου". Ο πατέρας όμως γύρισε στους δούλους του και τους διέταξε: "βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον, φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιός μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε".





Η ιστορία του ασώτου υιού, όπως καταγράφεται στο κατά Λουκά κεφ. 15, συχνά αποκαλείται η παραβολή της καρδιάς του Πατέρα. Ο Ιησούς τη λέει μαζί με άλλες δύο ιστορίες, όχι μόνο σαν απάντηση στους "άκαρδους" εκπροσώπους της θρησκείας της εποχής Του, αλλά επίσης για να γνωρίζουμε εσύ κι εγώ ποιά είναι η καρδιά του Πατέρα απέναντί μας.

Ο Ιησούς μιλάει για κάποιν άνδρα που είχε δυο γιούς, ο ένας από τους οποίους ζήτησε την κληρονομιά του προκαταβολικά. Ο πατέρας του την έδωσε, και ο γιός έφυγε μακριά και την κατασπατάλησε και κατέληξε σε ένα χοιροστάσιο. Τελικά, μας λέει η Αγία Γραφή, ο νεαρός "συνήλθε". Αναγνώρισε την ανοησία του δρόμου που είχε επιλέξει και πόσο ανόητος ήταν που είχε φύγει από το σπίτι. Επέστρεψε, ταπεινωμένος, με τη σκέψη να ζητήσει να είναι ένας απλός υπηρέτης στο σπίτι του πατέρα του.

Σ' αυτή την ιστορία της στάσης ενός πατέρα απέναντι στο γιό του, Ο Ιησούς μας μιλάει επίσης για το πως ο Πατέρας θεός νιώθει για σένα και για μένα, παρά τις αποτυχίες μας και την αλόγιστη χρήση αυτών που μας έχει εμπιστευθεί. Κατά ειρωνικό τρόπο, η ιστορία αυτή γεννιέται από το γεγονός ότι μεταξύ των θρησκευτικών παραγόντων της εποχής του Ιησού, απο τους οποίους θα περίμενε κανείς πως θα κατανοούσαν την αγάπη του Θεού, υπήρχε η απουσία αυτής της αγάπης.

Ο Ιησούς δεχόταν έντονες επιθέσεις από τους θρησκευτικούς ηγέτες γιατί σ' αυτόν ερχόντουσαν οι τελώνες (οι φοροεισπράχτορες της εποχής που θεωρούνταν διεφθαρμένοι προδότες και συνεργάτες των Ρωμαίων στην κοινωνία της εποχής) και οι "αμαρτωλοί", ένας ευρείας ερμηνείας όρος που χαρακτήριζε αυτούς που δεν έδειχναν κανένα ενδιαφέρον στη "θρησκεία".
Αλλά τους άρεσε ο Ιησούς.
Κι εδώ ανακαλύπτουμε ένα πολύ σπουδαίο χαρακτηριστικό του Ιησού. Δεν εκφράζει μια τυπική θρησκευτικότητα, αλλά δείχνει στους ανθρώπους την καρδιά και την αγάπη του Πατέρα Θεού, και η ανταπόκριση των ανθρώπων είναι εξαιρετικά θετική:
"Δεν ήξερα ότι περί αυτού επρόκειτο!"

Ο Ιησούς ήρθε για δύο λόγους:
να πεθάνει για τις αμαρτίες μας και
να μας φανερώσει την αγάπη του Θεού.

Μάλιστα πολύ συχνά οι άνθρωποι έχουν την εντύπωση πως αυτή η διακονία του Ιησού να μας φανερώσει την αγάπη του Θεού είναι μια "συροπιαστή", "γλυκανάλατη" καλοσύνη. Αλλά δεν υπάρχει τίποτα "συροπιαστό" όσον αφορά την αγάπη του Θεού, είναι δυναμική και πανίσχυρη. Είναι βαθιά και απαιτητική. Τόσο απαιτητική που δεν επιτρέπει έτσι απλά στην αμαρτία να περάσει απαρατήρητη. Γι αυτό το λόγο ο Θεός έστειλε τον Υιό Του να απορροφήσει ο Ίδιος την ποινή για την αμαρτία μας.

Αυτό που βλέπουμε στον Ιησού είναι η αγάπη του Πατέρα, στον τρόπο ζωής που ακολουθεί και στην ευγένεια και την καταδεκτικότητα με την οποία αγκαλιάζει τους ανθρώπους που έχουν "πέσει"... ανθρώπους που έχουν αποτύχει. Ανθρώπους που, όπως και ο άσωτος υιός, έχουν σπαταλήσει κάτι και είναι πρόθυμοι να το ομολογήσουν με ειλικρίνεια.

Με αυτή την αίσθηση της "σπατάλης", ωστόσο, έρχεται και μια αίσθηση αναξιότητας που απομακρύνει τους ανθρώπους από τον Θεό. Πολλοί άνθρωποι στην εποχή του Ιησού χαρακτηρίζονταν από συναισθήματα αναξιότητας που τους κρατούσαν σε απόσταση από το θρησκευτικό σύστημα.
Ωστόσο, όταν μιλάει ο Ίδιος ο Ιησούς, μαζεύονται γύρω Του μαζικά, γιατί επικοινωνεί μαζί τους με τη καρδιά του θεού.
Έτσι λοιπόν, στην παραβολή αυτή, ο Ιησούς αποκαλύπτει τέσσερα πράγματα σχετικά με τον Πατέρα θεό, που μιλάνε στη δική τους (αλλά και στη δική μας) αίσθηση αναξιότητας, αίσθηση της αποτυχίας, και της απομάκρυνσης από Αυτόν.



1. Ο Πατέρας δε χάνει ποτέ την ελπίδα.

Μήπως είχατε γονείς που ήτανε θερμοί, σας στηρίζανε, σας ενθαρρύνανε - γονείς που είχανε ελπίδες και σχέδια για εσάς; Για κάποιους δεν ισχύει αυτό. Υπάρχουν και κάποιοι πάλι που είχανε γονείς που επιθυμούσαν τα παιδιά τους να μην είχανε γεννηθεί καθόλου, και τα παιδιά συναισθάνονται αυτή την απόριψη. Άλλοι, πάλι, είχανε γονείς των οποίων οι προσδοκίες δεν θα μπορούσαν ποτέ να εκπληρωθούν.

Αυτό που είναι πολύ εντυπωσιακό στην παραβολή που αναφέραμε, είναι πως ο γιός πήγε κόντρα σε όλες τις προσδοκίες του πατέρα του, παρόλα αυτά ο πατέρας δεν είχε χάσει την ελπίδα του γι αυτόν. Κι εδώ βλέπουμε το πρώτο μήνυμα της ελπίδας που έχει ο Πατέρας Θεός για εμάς. Παρόλο που εσύ ή εγώ έχουμε αποτύχει να γίνουμε αυτό που θα θέλαμε στη ζωή μας, ο Θεός δε σταματάει να ενδιαφέρεται για εμάς, ούτε και ποτέ χάνει το όραμά Του για το τι μπορεί να επιτευχθεί στη ζωή μας.


2. Ο Πατέρας προσέχει πάντα το δρόμο μας.

Πολλοί άνθρωποι έχουν την εντύπωση ότι ο Θεός μας παρακολουθεί σαν να ψάχνει πάντα την ευκαιρεία που θα μας κατακεραυνώσει. Αν εγώ ή εσύ νιώθουμε κάπως έτσι, είναι λόγο της δικής μας αίσθησης της ντροπής και της ενοχής γι αυτά που έχουμε κάνει. Αυτή η ενοχή είναι κάτι που μας αξίζει και δίκαια τη νιώθουμε, αλλά αυτή δεν είναι η στάση που ο Θεός έχει απέναντί μας. Είναι η δική μας αίσθηση αποξένωσης που νιώθουμε λόγω της αμαρτίας. Όμως η καρδιά του Θεού δεν είναι έτσι.

Ο Θεός δεν κρατά μια παθητική στάση σχετικά με το γεγονός της αμαρτίας μας. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Ιησούς οδηγήθηκε στο θάνατο. Η αμαρτία πρέπει να αντιμετωπιστεί. Πρέπει να μετανοήσουμε από την αμαρτία. Αλλά ο Ιησούς μας δείχνει την καρδιά του Πατέρα Θεού απέναντί μας, στην ιστορία αυτή, στον τρόπο που ο Πατέρας είδε τον γιό του "ενώ ήταν ακόμη μακριά" και έτρεξε να τον συναντήσει. Δεν στάθηκε απλώς περιμένοντας το παιδί να έρθει σερνόμενο.
Ο Ιησούς μας λέει πως ο πατέρας, που προφανώς τον περίμενε, είδε τον γιό του από μακριά και έτρεξε σ' αυτόν. Η καρδιά του θεού κοιτάζει πάντα τον δρόμο μας και είναι ανοιχτή προς εμάς.


3. Η καρδιά του Πατέρα ανταποκρίνεται στη μετάνοιά μας.

Ο γιός έρχεται μετανοημένος, και η καρδιά του Πατέρα ανταποκρίνεται. Αυτό δεν μπορεί να παρακαμφθεί. Όχι γιατί απαιτεί από το γιό του να συρθεί κάτω για να τον αποδεχθεί, αλλά επειδή είναι ευτυχής που ο γιός του έχει επιτέλους αναγνωρίσει πως τα προβλήματα που είχε μέχρι τώρα, δεν ήταν ευθύνη του πατέρα του.

Πόσο συχνά έχετε ακούσει τους ανθρώπους να λένε, "αν υπάρχει Θεός, γιατί μου συνέβη αυτό;". Κατηγορούμε τον Θεό για οτιδήποτε αρνούμαστε να αποδεχθούμε την υπευθυνότητα. Όταν ο άσωτος υιός επιστρέφει, λέει, "Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και σ' εσένα."

Μετάνοια είναι η στροφή από τον δρόμο που ακολουθούμε στο δρόμο του Θεού. Είναι η αναγνώριση πως ο δρόμος του Θεού είναι καλός, και ασφαλής για εμάς. Και καθώς ευθυγραμμιζόμαστε με τον Κύριο, ανοίγει ο δρόμος για την απελευθέρωση των δυνατοτήτων Του για τη ζωή μας. Μας αγαπά με μια, άνευ όρων, αιώνια αγάπη. Αλλά για να έρθει η απελευθέρωση των σχεδίων Του στη ζωή μας, πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να πούμε, "Πατέρα Θεέ, στρέφομαι από το δικό μου δρόμο στο δικό Σου."


4. Ο Πατέρας θέλει να μας αποκαταστήσει.

Και μόλις ο γιός το έκανε αυτό, κοιτάξτε τι συνέβη. Ο Πατέρας του φόρεσε δαχτυλίδι στο χέρι, την καλύτερη στολή και του έδωσε παπούτσια για τα πόδια του.

Το δαχτυλίδι αντιπροσωπεύει την αποκατάσταση της συνεργασίας με τον πατέρα. Επέστρεψε στη "δουλειά με τον μπαμπά". Και ο Θεός λέει, μέσα απο τα χείλη του Υιού του, "Αν επιστρέψεις πίσω σε Μένα, θα αποκαταστήσω όλα τα σχέδια που είχα για σένα στο μυαλό μου", ακριβώς όπως ο πατέρας επρόκειτο να αποκαταστήσει το γιο του στην οικογενειακή επιχείρηση.

Η στολή με την οποία τον έντυσε κάλυπτε μέχρι και τους αστραγάλους του. Ήταν μια στολή αξιοπρέπειας. Ο πατέρας καλύπτει τη ντροπή ή τη γύμνια του παρελθόντος. Ο Πατέρας Θεός επιθυμεί να μας αποκαταστήσει πλήρως, και να μας ντύσει με την ομορφιά για την οποία προοριζόμαστε. Και τα παπούτσια στο αρχαίο εκείνο πολιτισμό αντιπροσώπευαν ένα τέλος στο θρήνο και το πένθος του παρελθόντος.



Και μια προσωπική ιστορία

Δίδασκα από αυτή την παραβολή στο Seattle πριν 30 περίπου χρόνια, και καθώς κήρυττα, υπήρξε μια γλυκιά παρουσία του Αγίου Πνεύματος, καθώς ο Θεός έκανε τις καρδιές ευαίσθητες στο μεγαλείο της αγάπης Του. Ο Θεός έφερε τόσο έντονα μια εικόνα στο μυαλό μου, που έπρεπε να τη μοιραστώ. Περιέγραψα αυτό που είδα, χωρίς να γνωρίζω κανέναν μέσα στο ακροατήριο, και στο τέλος της εκδήλωσης, μια γυναίκα με πλησίασε και μου είπε,"Επρόκειτο για μένα ποιμένα Hayford." Ξεκίνησε να ξεκουμπώνει τα μανικετόκουμπα απο το μανίκι της μπλούζας της και το σήκωσε επάνω, αποκαλύπτοντας φρικτά άσχημες ουλές στον καρπό της.

Αυτό που μου είχε δώσει ο Θεός ήταν το εξής: "Υπάρχει κάποιος μέσα σε αυτό το δωμάτιο. Στο παρελθόν, αποπειράθηκες να αυτοκτονήσεις, και οι ουλές στον καρπό σου σε κάνουν να ντρέπεσαι τόσο πολύ, που τις κρύβεις. Αλλά όπως ο πατέρας έντυσε και κάλυψε τον άσωτο υιό, ο Κύριος θέλει να σε ντύσει με μια νέα αίσθηση εκτίμησης μπροστά στην παρουσία Του, έτσι ώστε να μην ντραπείς ποτέ ξανά. Και αντί για σημάδια ντροπής, αυτά τα σημάδια θα γίνουν η μαρτυρία σου - σημάδια του θριάμβου του Θεού στη ζωή σου.

"Αρκετά χρόνια στο παρελθόν", η γυναίκα μου είπε, "σχεδόν τα κατάφερα να αφαιρέσω τη ζωή μου. Ήταν μια περίοδος απόγνωσης", και μου εξήγησε το δίλημμα το οποίο αντιμετώπιζε. "Θα είχα πεθάνει εκτός αν κάποιος με έβρισκε. Αργότερα, ήρθα στον Χριστό, και γνώριζα πως μου συγχωρέθηκαν όχι μόνο οι περασμένες αμαρτίες μου, αλλά και αυτή η απόπειρα αυτοκτονίας μου. Αλλά έως αυτή τη στιγμή, ένιωθα πάντα τέτοια ντροπή γι αυτές τις ουλές που σημάδεψαν αυτή την περίοδο της ζωής μου."

Τώρα το πρόσωπό της έλαμπε. "Εγώ είμαι το άτομο για το οποίο μιλούσες. Και γνωρίζω πως ο Θεός με έχει ντύσει σήμερα με κάτι που ποτέ μέχρι σήμερα δεν το είχα δει τόσο καθαρά. Ποτέ δε θα ντραπώ για το παρελθόν ξανά."



Αγαπημένε μου, αγαπημένη μου, μπορείς να δεις τι λέει ο Ιησούς σε εσένα σ' αυτή την παραβολή; Σου λέει, "Έτσι είναι ο Θεός. Θέλει να σε αποκαταστήσει σε ένα σημείο συνεργασίας μαζί Του για να εκπληρωθούν τα σχέδια που έχει για σένα. Θέλει να σε ντύσει και να καλύψει οτιδήποτε ήταν ντροπή για σένα στο παρελθόν, να αποκαταστήσει την αξιοπρέπεια για την οποία δημιουργήθηκες. Και θέλει ακόμα να δεις πως ο χειμώνας της θλίψης και των δακρύων είναι πίσω σου, και η άνοιξη της χαράς Του έχει έρθει σε σένα."

Πράγματι, αγαπημένε μου, αγαπημένη μου, σήμερα, έτσι νιώθει ο Πατέρας Θεός για σένα.

Jack W. Hayford