Πέμπτη 27 Αυγούστου 2009

Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας Η φωλιά των αμείλικτων κατασκόπων

Josi Comas | Πέμπτη 13 Αυγούστου 2009



Η φωλιά των αμείλικτων κατασκόπων

Στο Βερολίνο ανήκει η τιμή, ή ίσως η καταισχύνη, του ότι υπήρξε ο χώρος όπου εφαρμόστηκαν στην πράξη δύο ιδεολογίες που μέσα σε λιγότερο από 50 χρόνια προκάλεσαν στην Ευρώπη τον θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων: ο ναζισμός και ο κομμουνισμός. Στη γερμανική πρωτεύουσα θα έλεγε κανείς ότι μπορεί ο καθένας να δει και να ψηλαφήσει σχεδόν την ιστορία των μεγάλων αντιπαραθέσεων του περασμένου αιώνα. Οπου και να γυρίσει ο επισκέπτης, βρίσκεται αντιμέτωπος με κάποιο κατάλοιπο του σκοτεινού παρελθόντος. Από τη μία πλευρά, μπορεί να βρεθεί στο μνημείο του Ολοκαυτώματος, στην τοπογραφία του τρόμου της χιτλερικής Γκεστάπο, στον τόπο εκτέλεσης όσων συμμετείχαν στη συνωμοσία κατά του Χίτλερ την 20ή Ιουλίου 1944, στον σταθμό από όπου αναχωρούσαν τα τρένα για τα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης ή στο σπίτι στη λίμνη Βάνζεε, όπου συγκλήθηκε η διάσκεψη στην οποία αποφασίστηκε η «τελική λύση στο εβραϊκό πρόβλημα». Από την άλλη, διασώζονται ακόμη υπολείμματα αυτού που αποκλήθηκε Τείχος του αίσχους στη Δύση ή αντιφασιστικό προπύργιο στην Ανατολή, οι πλάκες που αναγράφουν ονομαστικά αυτούς που έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να το σκάσουν από την εξαφανισθείσα πλέον Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας, το μουσείο στο Τσεκ Πόιντ Τσάρλι, που είναι αφιερωμένο στη μνήμη των φυγάδων και στη φρίκη της πρωσοσταλινικής δικτατορίας. Με το πέρασμα του χρόνου απλώθηκε στην Ανατολική Γερμανία κάτι σαν ανάμνηση με μια νοσταλγική χροιά για το κομμουνιστικό παρελθόν ενός κράτους που παρείχε στους πολίτες ασφάλεια από την κούνια ως το φέρετρο, ενώ σε αντάλλαγμα τους στερούσε τα πολιτικά τους δικαιώματα και τις πιο στοιχειώδεις ελευθερίες. Αυτό που μερικοί αποκάλεσαν Οσταλγία, νοσταλγία για την Ανατολή (από την αντίστοιχη γερμανική λέξη- ΟSΤ- για την Ανατολή), βρήκε έκφραση σε τηλεοπτικά προγράμματα και στην ανάμνηση για κάποια προϊόντα, εμβληματικά της εξαφανισμένης ΛΔΓ. Επικράτησε μια χιουμοριστική αντιμετώπιση του παρελθόντος, που βρήκε την τελειότερη έκφρασή της στην ταινία «Goodbye, Lenin!». Μια οικογένεια προσπαθεί να ξεγελάσει την κομμουνίστρια μητέρα η οποία, επειδή έπαθε εγκεφαλικό, δεν είχε τις αισθήσεις της όταν έπεσε το Τείχος. Ο γιος της και άλλοι συγγενείς την αφήνουν να πιστεύει ότι όλα συνεχίζουν όπως πριν, με τη βοήθεια ψεύτικων ειδησεογραφικών εκπομπών στην τηλεόραση και με όλα τα παρελκόμενα του εξαφανισμένου καθεστώτος σε ακριβή αναπαράσταση. Αυτή η φιλική σάτιρα του δικτατορικού παρελθόντος ταίριαζε απολύτως στο πλαίσιο του κύματος Οσταλγίας.

Και τότε γυρίστηκε μια άλλη ταινία, «Η ζωή των άλλων». Και το πράγμα σοβάρεψε. Η ταινία φέρνει στο φως τις αθλιότητες της κομμουνιστικής δικτατορίας μέσα από τον απόλυτο έλεγχο που ασκούσαν στην κοινωνία οι καταδότες των μυστικών υπηρεσιών του καθεστώτος από το υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας, πιο γνωστό ως Στάζι, που απειλούσε και κατέπνιγε το παραμικρό ίχνος διαφωνίας. Αυτό το εξαιρετικό κινηματογραφικό ντοκουμέντο είχε αφάνταστη επιτυχία και μάλιστα κέρδισε και το Οσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας. Ξεχωρίζει ιδιαίτερα η ερμηνεία του Ούλριχ Μίε που υποδύεται τον λοχαγό της Στάζι Γκερντ Βίσλερ, αλλά και η αναπαραγωγή της ατμόσφαιρας του Ανατολικού Βερολίνου την εποχή της δικτατορίας ήταν εξαιρετικά προσεγμένη. Ο ηθοποιός Μίε, που πέθανε από καρκίνο στις 22 Ιουλίου 2007 σε ηλικία 54 ετών, είχε νιώσει στο πετσί του την καταπίεση της Στάζι. Η γυναίκα του, η ηθοποιός Τζένι Γκρέλμαν, που πέθανε και αυτή από καρκίνο τον Αύγουστο του 2006, εργαζόταν ως ανεπίσημη συνεργάτης (ΙΜ στην αργκό των μυστικών υπηρεσιών) για τη Στάζι, και φαίνεται ότι έφθασε στο σημείο να δίνει αναφορές και για τον ίδιο τον άνδρα της.

Η Στάζι που ήταν, σύμφωνα με τον ορισμό του καθεστώτος, «ασπίδα και σπαθί» του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος (SΕD - κομμουνιστικό), δημιουργήθηκε στα πρώτα χρόνια της ΛΔΓ σύμφωνα με το πρότυπο της λενινιστικής Τσεκά. Ο Γιόζεφ Μπούντεκ, πρώην πολιτικός κρατούμενος στη ΛΔΓ ο οποίος μπόρεσε να εγκαταλείψει τη χώρα στο πλαίσιο της εξαγοράς κρατουμένων που πραγματοποιούσε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, χαρακτηρίζει τη Στάζι επίλεκτη ομάδα που δρούσε και φερόταν ως τέτοια. «Η Λαϊκή Βουλή ενέκρινε τους νόμους που χρειάζονταν και οι άνθρωποι της Στάζι τους παρέβαιναν κατά βούληση. Η Στάζι έδινε εντολές στα δικαστήρια για εφαρμογή των νόμων κατά των εχθρικών και αρνητικών δυνάμεων και είχε τη βοήθεια όλων των άλλων κρατικών φορέων». Στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της ΛΔΓ δημοσιεύθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1950, λιγότερο από χρόνο από την ίδρυση του νέου κράτους, ο νόμος για τη δημιουργία ενός υπουργείου για την Ασφάλεια του Κράτους. Ως τότε τα καθήκοντα ασφαλείας βρίσκονταν στα χέρια των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών. Ο πρωσικός χαρακτήρας με τη μικροαστική του φλέβα καθρεφτίζεται ακόμη στο ίδιο το νομικό κείμενο για την ίδρυση της Στάζι. Ο νόμος ορίζει ότι οι επικεφαλής της υπηρεσίας είναι «αρμόδιοι να εγγυηθούν την ασφάλεια, την τάξη και την καθαριότητα των τμημάτων του κτιρίου που χρησιμοποιούν».

Η Στάζι έφθασε σε γιγαντιαίο μέγεθος: Από 1.000 υπαλλήλους πλήρους απασχόλησης το 1950, έφθασαν τις 20.000 το 1962 και όταν έπεσε το Τείχος, το 1989, ήταν πλέον 91.016. Σε αυτούς πρέπει να προστεθεί ένα δίκτυο 174.000 ανεπίσημων πληροφοριοδοτών (ΙΜ), χαφιέδων με αποστολή να κατασκοπεύουν σε κάθε κοινωνικό χώρο, από τα εργοστάσια ως τις αθλητικές οργανώσεις, τους χώρους των διανοουμένων ή τις εκκλησίες. Κάποιοι ανεβάζουν αυτό το νούμερο στις 300.000. Αν δεχθούμε ως σωστό τον μικρότερο αριθμό των 265.000, υπαλλήλων και καταδοτών, αντιστοιχούσε σε κάθε 61 κατοίκους από τα 16,4 εκατομμύρια της ΛΔΓ ένας που εργαζόταν για τη Στάζι, ως μόνιμος υπάλληλος ή ως κατάσκοπος μερικής απασχόλησης. Αυτός ο μηχανισμός παρήγαγε 114 χιλιόμετρα ντοκουμέντων, με πολιτικές καρτέλες και αναφορές των καταδοτών, αποθηκευμένων στην έδρα της Στάζι στο Βερολίνο και στα 13 υποκαταστήματα σε ολόκληρη τη ΛΔΓ.

Η έδρα της Στάζι εγκαταστάθηκε στο Ανατολικό Βερολίνο, γύρω από μια παλαιά φυλακή, σε ένα σύμπλεγμα που περικλείεται από τέσσερις δρόμους στη συνοικία Λίχτεμπεργκ. Την εποχή της πτώσης, το 1989, αυτή η κεντρική έδρα εκτεινόταν σε οκτώ εκτάρια και εργάζονταν εκεί 20.000 υπάλληλοι. Στις 15 Ιανουαρίου 1990, κάποιοι διαδηλωτές που βρίσκονταν στην πύλη της Στάζι επιτέθηκαν στο κτίριο, όπου οι υπάλληλοι είχαν αρχίσει να καταστρέφουν αποκαλυπτικά έγγραφα. Αυτό ήταν το τέλος της Στάζι. Εκεί κατασχέθηκαν 16.000 σακούλες με 33 εκατομμύρια σελίδες εγγράφων που είχαν γίνει κορδέλες. Ομάδα με ηλεκτρονικό εξοπλισμό ασχολείται εδώ και χρόνια στη Νυρεμβέργη με την αποκατάσταση των κατεστραμμένων σελίδων. Το μεγαλύτερο μέρος των καρτελών διαφυλάχθηκε σε φακέλους, σε ένα κτίριο των κεντρικών γραφείων, που είναι και αυτό ανοιχτό στο κοινό, όπως και το μουσείο της Στάζι. Μπορεί κανείς να επισκεφθεί το μέρος στο οποίο φυλάσσονται οι αναφορές για τη ζωή χιλιάδων πολιτών της ΛΔΓ, αλλά δεν επιτρέπεται η ανάγνωση παρά μόνο λίγων ενδεικτικών αντιτύπων με τα ονόματα αυτών που ήταν υπό παρακολούθηση σβησμένα. Εκεί γυρίστηκαν δύο σκηνές από τις «Ζωές των Αλλων»: μια σύσκεψη του λοχαγού Βίσλερ με τον προϊστάμενό του και μια άλλη, στην οποία εξετάζει μία γραφομηχανή που ανήκει στον παρακολουθούμενο συγγραφέα. Ενα από τα πιο περιζήτητα αρχεία της Στάζι ήταν αφιερωμένο στην εξωτερική κατασκοπεία και περιείχε δεδομένα για τους συνεργάτες και τους πληροφοριοδότες της στο εξωτερικό. Αυτό το αρχείο με το όνομα «Ρόζενχολτς» έπεσε στα χέρια των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ. Δεν έχει διευκρινιστεί υπό ποιες συνθήκες βρέθηκε το 1990 στα χέρια της CΙΑ αυτό το αρχείο που αποτελούνταν από 381 δίσκους, με 33 εκατομμύρια σελίδες. Κατά μίαν εκδοχή, ίσως να το αγόρασαν από υπαλλήλους της διαλυόμενης Στάζι. Η CΙΑ το κατείχε ως το 2003, οπότε το επέστρεψε στη Γερμανία, ασφαλώς «καθαρισμένο» από όλα τα στοιχεία που την ενδιέφερε να αποκρύψει για να τα χρησιμοποιήσει ως πηγή πληροφοριών ή εκβιασμού σε πολιτικούς που συνεργάστηκαν κρυφά με τη Στάζι.

Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επισκεφθούν το λημέρι της Στάζι, ατομικά ή ομαδικά, και προσφέρονται ξεναγήσεις διάρκειας μιάμισης ώρας. Είναι ανοικτά στο κοινό το ισόγειο και δύο όροφοι του κεντρικού κτιρίου, όπου βρισκόταν το γραφείο του επί πολλά έτη υπουργού της Στάζι, του τρομερού Εριχ Μίλκε. Στον προθάλαμο του ισογείου βρίσκονται τα αγάλματα του Καρλ Μαρξ και του Φρειδερίκου Ενγκελς, πατέρων του κομμουνισμού, καθώς και του Φέλιξ Εντμούντοβιτς Ντζερζίνσκι, ενός Πολωνού που πέθανε το 1926 και ήταν ο ιδρυτής της Τσεκά, της πρώτης μυστικής αστυνομίας του Λένιν που ιδρύθηκε για να καταπολεμήσει την αντεπανάσταση. Ο Ντζερζίνσκι ισχυριζόταν: «Η Τσεκά χρησιμοποιεί οργανωμένη τρομοκρατία. Η Τσεκά δεν είναι δικαστήριο. Η Τσεκά είναι υποχρεωμένη να υπερασπίζεται την επανάσταση και να εξοντώνει τον εχθρό, ακόμη και όταν, σε μερικές περιπτώσεις, το σπαθί της αγγίζει τα κεφάλια αθώων». Το πνεύμα της Τσεκά αποτελεί μέρος της παράδοσης των κομμουνιστικών μυστικών υπηρεσιών.

Κατεδαφισμένο τμήμα του Τείχους του Βερολίνου τον Νοέμβριο του 1989, πίσω από το οποίο διακρίνονται οι συνοριοφύλακες της τότε Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΑΡ/LΙΟΝΕL CΙRΟΝΝΕΑU) Μ ια μακέτα στο κέντρο του προθαλάμου προσφέρει μια συνολική εικόνα του συγκροτήματος της Στάζι. Στον τοίχο, σε μια φωτογραφία απεικονίζεται ο Μίλκε με άλλους προϊσταμένους και ένα οργανόγραμμα εξηγεί την οργάνωση ολόκληρης της υπηρεσίας. Σε μια γωνιά εκτίθεται ένα όχημα σαν αυτά που χρησιμοποιούσε η Στάζι για τη μεταφορά κρατουμένων σε κάποια από τις 17 φυλακές προληπτικής κράτησης που διέθετε. Στη σκάλα που οδηγεί στον πρώτο όροφο εκτίθενται φωτογραφίες από την ημέρα του αγώνα της 15ης Ιανουαρίου 1990, με σκηνές από την εισβολή διαδηλωτών στο κτίριο και με τους σωρούς από σάκους γεμάτους κομμάτια από τα κατεστραμμένα έγγραφα. «Βρισκόμαστε παντού» ήταν ένα από τα συνθήματα της Στάζι. Ο εξοπλισμός παρακολούθησης που εκτίθεται στον πρώτο όροφο αποδεικνύει σαφώς την αλήθεια της φράσης. Στο οπλοστάσιο παρακολούθησης περιλαμβάνονται φωτογραφικές μηχανές με υπέρυθρες ακτίνες εγκατεστημένες στην πόρτα ενός Τραμπάντ- του δημοφιλούς αυτοκινήτου της ΛΔΓ-, αλλά και ηλεκτρονικοί κοριοί για παρακολούθηση τηλεφώνων.

Σε μια αίθουσα βρίσκονται εργαλεία ενίσχυσης του φρονήματος των κατασκόπων με φράσεις που επικαλούνται την «παράδοση της Τσεκά: ασπίδα και σπαθί του κόμματος στην υπεράσπιση της δικτατορίας του προλεταριάτου». Μια άλλη αίθουσα περιέχει μια επιλογή από δώρα που προσφέρθηκαν στη Στάζι από διάφορες οργανώσεις του προλεταριάτου και θα μπορούσαν να αποτελέσουν τμήμα μιας συλλογής αντικειμένων ακραίας κακογουστιάς- ενός κιτς του τρόμου.

Σε πίνακες εκτίθενται οι βιογραφίες των τριών υπουργών που βρέθηκαν επικεφαλής της Στάζι από το 1950 ως το 1989. Πρώτος ήταν ο Βίλχελμ Τσάισερ, ένας δάσκαλος που μπήκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα αφού πολέμησε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Τσάισερ ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο στην υπηρεσία του κομμουνισμού, από τη Μαντζουρία ως τη Σανγκάη, και συμμετείχε στην αγκιτάτσια στον πόλεμο του Μαρόκου κατά της Γαλλίας και της Ισπανίας στο Ριφ. Στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, ο Τσάισερ ήταν ο θρυλικός Στρατηγός Γκόμεθ, σύμβουλος του Λίστερ στο 5ο Σύνταγμα, και στη συνέχεια διοικητής της 13ης Διεθνούς Ταξιαρχίας. Επειτα από παραμονή του στη Μόσχα, ο Τσάισερ επέστρεψε το 1947 στη σοβιετοκρατούμενη Γερμανία και από την πρώτη στιγμή ασχολήθηκε με τα θέματα των μυστικών υπηρεσιών. Υπουργός της Στάζι από την ίδρυσή της το 1950, ο Τσάισερ έπεσε σε δυσμένεια σε μια διένεξη στους κόλπους του κομμουνιστικού κόμματος. Λίγους μήνες μετά την παρασημοφόρησή του με το παράσημο «ΜαρξΕνγκελς», τον διέγραψαν από το κόμμα τον Ιανουάριο του 1954. Πέθανε στο Βερολίνο το 1958, και το Κόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού (ΡDS) των μετακομμουνιστών που τώρα πλέον εκπροσωπούνται στο γερμανικό Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο (Βundestag) αποκατέστησε τη μνήμη του το 1993. Ούτε ο δεύτερος υπουργός της Στάζι, ο Ερνεστ Βόλβεμπερ, ναυτικός που είχε ενταχθεί στο κομμουνιστικό κόμμα σε ηλικία 21 ετών, το 1919, είχε καλύτερη τύχη. Κληρονόμησε τη Στάζι μετά τον θάνατο του Τσάισερ, αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ. Το 1957 επαύθη από το αξίωμα και έναν χρόνο αργότερα διαγράφηκε από το κόμμα και αυτός για «φραξιονιστικές δραστηριότητες». Πέθανε το 1967 στο Βερολίνο.

Είχε έρθει η ώρα του Εριχ Μίλκε. Στον δεύτερο όροφο του κεντρικού κτιρίου στο Βερολίνο, μπορεί κανείς να επισκεφθεί τα δωμάτια και το γραφείο του, διακοσμημένα με έπιπλα της δεκαετίας του 1950 που μυρίζουν μικροαστισμό και κακογουστιά. Καμία σχέση με όσα περιμένει κανείς από μια σύγχρονη υπηρεσία κατασκοπείας.

Ο δεύτερος όροφος του κτιρίου, που είναι ανοικτός στο κοινό, καλύπτει την τεκμηρίωση της ιστορίας των διώξεων, της αντίστασης και της απελευθέρωσης της ΛΔΓ μεταξύ του 1945 και του 1949. Εκεί εκτίθενται έγγραφα από την ιστορία της Γερμανίας εκείνης που καταδικάστηκε στην κομμουνιστική δικτατορία εξαιτίας της διανομής που έγινε στη Διάσκεψη της Γιάλτας μεταξύ των νικητών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μεταξύ των σταθμών αυτής της ιστορίας ξεχωρίζουν η εργατική εξέγερση κατά του καθεστώτος στις 17 Ιουνίου 1953- η πρώτη σε χώρα του ονομαζόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού-, η αντίσταση στην κολεκτιβοποίηση της γεωργίας, η οικοδόμηση του Τείχους του Βερολίνου τον Αύγουστο του 1961, η Ανοιξη της Πράγας και η εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968, οι κρίσεις που προκλήθηκαν από τους διαφωνούντες- τον φυσικό Ρόμπερτ Χάβεμαν, τον φιλόσοφο Ρούντολφ Μπάρο και τον τραγουδοποιό Βολφ Μπίρμαν-, η ειρηνιστική κίνηση κατά των πυρηνικών όπλων στη ΛΔΓ που επαγγελλόταν τη μετατροπή των «όπλων σε άροτρα» και οι διαδηλώσεις της Δευτέρας που επέσπευσαν το τέλος του καθεστώτος, το 1989.


http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=283276&dt=13/08/2009

Κυριακή 16 Αυγούστου 2009

Ο Λαός του Θεού στη Βιβλική Παράδοση

Σ. Αγουρίδης
Ομότιμος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

Η έννοια «λαός του Θεού» αποτελεί θεμελιώδη έννοια στη βιβλική παράδοση. Πιστεύω ότι επί του προκειμένου μιλάμε για μια μοναδικότητα. Δεν πιστεύω ότι σε οποιοδήποτε άλλο λαό μέσα στην ιστορία συναντάμε εντός της θρησκευτικής του ζωής τόσο στενή σχέση λαού και Θεού που συναντάμε στη Βίβλο.

Ως δημιουργός και βασιλιάς ο Γιαχβέ κάνει γνωστό τον εαυτό του σε όλο το χώρο που εκτείνεται η παγκόσμια κυριαρχία και αποκάλυψή του. Όμως στο Δευτ. 32,28εξ, ο Ισραήλ χαρακτηρίζεται ως «μερίδιό» μου και «ο κλήρος της κληρονομίας μου», ο Γιαχβέ «επήρε», διάλεξε τον Ισραήλ! Το «εκλέγω» όταν λέγεται περί του Γιαχβέ, εκφράζει την ελεύθερη κυριαρχική εξουσία του Κυρίου που δεν χρωστάει σε κανένα εκλεγόμενο την εκλογή του. Ο Θεός δεν διαλέγει κάτι γιατί αυτό θεωρεί πολύτιμο. Ο Ισραήλ που εξέλεξε ο Γιαχβέ είναι ο ελάχιστος ανάμεσα σε όλους τους λαούς.

Ο Γιαχβέ απωθεί άλλους λαούς που είναι «μεγαλύτεροι και ισχυρότεροι» από τον Ισραήλ. Γίνεται λόγος ακόμα και για ηθική απαξία και για το σκληροτράχηλο του Ισραήλ. Πίσω λοιπόν από την εκλογή του Γιαχβέ βρίσκεται μια άλογη, ελεύθερη απόφαση της αγάπης ήδη κατά την εποχή των Πατέρων, για την οποία δεν μπορεί κανείς να ρωτήσει περαιτέρω. Δυστυχώς, κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, με τον αγώνα του Έσδρα κατά των μικτών γάμων, ο Ισραήλ οδηγήθηκε σε πολύ μονόπλευρο τονισμό στη διαφοροποίησή του από τους άλλους λαούς. Κατά κανόνα όμως προβάλλεται περισσότερο η πλευρά της ευθύνης του εκλεγμένου. Βέβαια, η θεία εκλογή δεν αναφέρεται μόνο στον Ισραήλ ως το λαό του Θεού αλλά και στην εκλογή του βασιλιά, όπως επίσης και στην εκλογή του αρχιερατικού οίκου του Ηλί, αλλά ακόμη και δούλων του Θεού όπως του Μωυσή και του Ααρών. Ο Θεός είναι επίσης που εκλέγει τον ιερό τόπο της κατοικίας Του: Ένας Θεός, ένας λαός εκλεγμένος απ’ αυτόν, ένας μοναδικός τόπος λατρείας.

Εντύπωση κάνει ότι οι προαιχμαλωσιακοί Προφήτες αποφεύγουν σχεδόν τελείως να μιλήσουν για την εκλογή του Ισραήλ. Η μοναδική μνεία στον πρώιμο αιχμαλωσιακό προφήτη Ιεζεκιήλ (20,5), καθώς και ο λόγος του Αμώς 3,2 αποδεικνύουν με πόση κριτική διάθεση αντιμετώπιζαν τις καυχησιολογίες του λαού τους για την εκλογή του, έτσι που είναι πλήρως η κατανοητή η «σιωπή τους αναφορικά προς την εκλογή».

Αλλά και σε σχέση με τον ίδιο τον εαυτό τους οι Προφήτες δεν αρέσκονται –με μια εξαίρεση– στη χρησιμοποίηση της σκέψης ότι έχουν «εκλεγεί» στο αξίωμά τους. Η περίοδος της Αιχμαλωσίας δημιούργησε, όπως ήταν φυσικό, σεισμό στο περί εκλογής αίσθημα. Δεν λείπουν, βέβαια, και χωρία που λένε πως οι Εθνικοί θα πλησιάσουν τον Ισραήλ για να τον υπηρετήσουν. Η υπηρετική μορφή των λαών προς τον Ισραήλ σημαίνει μιαν ομολογία: «Αληθινά, σ’ εσένα είναι ο Θεός και πουθενά αλλού δεν υπάρχει άλλος Θεός».

Ο Ισραήλ γνωρίζει το Θεό του ως τον ελεύθερο Κύριο, που δεν τον διάλεξε ο λαός, αλλά ο οποίος αντιθέτως έγινε ελεύθερα ο Θεός του λαού και του υπέδειξε με την ιστορική καθοδήγησή του πως είναι ο Κύριός του. Κατά το πέρασμα του χρόνου δεν περιοριζόταν μόνο σε μια αναδρομή στα περασμένα, αλλά μπορούσε να αποτελεί και αντικείμενο ελπίδας για το μέλλον. Εξάλλου, ενώ η Προφητεία απέβλεψε κυρίως στον Ισραήλ, η Αποκαλυπτική είδε τον κόσμο των Εθνών στο σύνολό του, γιατί σ’ αυτό το νέο περιβάλλον έμελλε να ολοκληρωθεί η πορεία του Ισραήλ.

Η Π.Δ., ακόμα κι όταν ο «Νόμος και οι Προφήτες» έκλεισαν με την οριστικοποίηση του Κανόνα, εξακολουθούσε να είναι το βιβλίο του «ανοιχτού κηρύγματος» με την έννοια πως αναζητεί την περαιτέρω καθοδήγηση του ποιμένα του Ισραήλ. Είναι συνεπώς σωστό να πούμε πως πίστη στο Γιαχβέ και προσδοκία του μέλλοντος συνδέονται αδιάλυτα.

Ο λαός ο ίδιος ως θρησκευτική κοινότητα μπορούσε να συνεχίσει -και συνέχισε- να υπάρχει, χωρίς την παρουσία ούτε του Βασιλιά ούτε του Ιερέα. Έτσι η παλαιά άποψη περί εκλογής μεταφέρθηκε από τον Ααρών και τον Δαβίδ στον Ιακώβ, ως τον πατέρα των Δώδεκα Φυλών. Λαός του Θεού δεν είναι κανείς γιατί διεκδικεί κάτι τέτοιο, ούτε όμως και ο όποιος ανύποπτος ανθρωπάκος υπάγεται σε αυτήν την κατηγορία. Πολύ περισσότερο με το λαό του Θεού δεν συνδέεται η όποια εθνοκαπηλεία. Λαός του Θεού σημαίνει μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων που αγωνίζονται παντού και πάντοτε για την έλευση στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού, όπως την εννοούσε ο Ιησούς. Ο ίδιος ήταν Ιουδαίος, από τη φυλή του Δαβίδ. Ο Ματθαίος ο Ευαγγελιστής, στη γενεαλογία του, ανάγει την καταγωγή του Ιησού στον Αβραάμ, ενώ ο Λουκάς, με τη δική του γενεαλογία, ανάγει την καταγωγή Του στον ίδιο τον Αδάμ. Ο Ιησούς έζησε, απ’ όσο ξέρουμε, όλη του τη ζωή στην Παλαιστίνη και δεν βγήκε ποτέ στον έξω κόσμο. Η δράση και το κήρυγμα του απευθύνονταν αρχικά στους συμπατριώτες του, προς τους οποίους κατ’ αρχήν απέστειλε και τους μαθητές του, προς τα απολωλότα πρόβατα του οίκου Ισραήλ.

Ο Ιησούς όμως δεν έφτιαξε μια ελιτίστικη ομάδα όπως αυτή των Εσσαίων. Η στάση του απέναντι στους Εθνικούς εξαρχής είναι ανοιχτή. Στον εκατόνταρχο της Καπερναούμ λέει γεμάτος έκπληξη πως τέτοια πίστη δεν εβρήκε ούτε στον Ισραήλ (Μτ. 8,10, πρβλ. Λκ 7,9). Η σωτηρία δεν είναι αναπαλλοτρίωτο κτήμα του Ισραήλ, αλλά, κατά τους έσχατους χρόνους, «πολλοί από ανατολών και δυσμών ήξουσιν και ανακλιθήσονται μετά Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ εν τη βασιλεία των ουρανών, οι δε και της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον? εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων» (Μτ. 8,11εξ. Πρβλ. Λκ 13,28εξ). Αν και η δράση του Ιησού περιορίσθηκε στον Ισραήλ, δεν απέκρουσε τους Εθνικούς που τον συναντούσαν αλλά τους δεχόταν. Αφού, μάλιστα, δεν ίδρυσε καμιά ξεχωριστή κοινότητα σεσωσμένων αλλά στράφηκε ιδιαίτερα προς τα απολωλότα και τους περιφρονημένους του κόσμου, κατέστησε σαφές ότι η αγάπη του Θεού ισχύει για όλους τους ανθρώπους.

Ο Ιησούς περιβαλλόταν συχνά από ένα πλήθος λαού. Μέσα απ’ αυτό ξεχωρίζει ο κύκλος των Δώδεκα που δείχνει πως ο Ιησούς στρέφεται προς όλο τον Ισραήλ, όχι μόνο σε μια ιδιαίτερη μερίδα. Η αρχική χριστιανοσύνη, Παλαιστινή και εξωπαλαιστινή, θεωρεί τον εαυτό της ως τον Ισραήλ του Θεού, ως τον άγιο λαό του Θεού των εσχάτων χρόνων, που γι’ αυτόν ισχύουν οι υποσχέσεις της Γραφής και διατυπώθηκε σ’ αυτές το θέλημα του Θεού. Η θεία λατρεία και η ζωή της κοινότητας είναι γεμάτες από τη βεβαιότητα ότι ο Θεός τους εξέλεξε, Ιουδαίους και Εθνικούς, και σ’ αυτούς χάρισε την υπόσχεση του Πνεύματός του. Η χριστιανική κοινότητα είχε ευθύς εξαρχής σαφή συνείδηση της ιδιαιτερότητάς της. Ποτέ όμως για την αρχική χριστιανοσύνη δεν έπαψε η Π.Δ. να θεωρείται Αγία Γραφή, από την οποία οι υποσχέσεις και το θέλημα του Θεού απευθύνεται άμεσα προς την κοινότητα. Γι’ αυτό η χριστιανική κοινότητα επικαλείται τις Γραφές για να στηρίξει το κήρυγμά της. Η αρχική χριστιανοσύνη πιστεύει πως είναι η κοινότητα της Καινής Διαθήκης, αυτή όμως δεν νοείται όπως η κοινότητα του Κουμράν, σαν δηλ. η αποκατάσταση της Μωσαϊκής Διαθήκης, αλλά σαν η εσχατολογική Διαθήκη που ο Θεός συνήψε με τον θάνατο και την ανάσταση του Ιησού Χριστού.

Ως μέλη του λαού του Θεού συνάπτονται Ιουδαίοι και Εθνικοί στην ενότητα της Εκκλησίας. Αυτά που δένουν τα μέλη άρρηκτα είναι το Βάπτισμα και η Ευχαριστία, που οι πιστοί δέχθηκαν μαζί με την πίστη στον Ιησού, και βιώνουν σε κοινωνία μετ’ αλλήλων εντός των χριστιανικών κοινοτήτων που οργάνωσαν οι Απόστολοι του Ιησού Χριστού.

Όλα αυτά οι χριστιανοί τα ζουν όχι για να σώσουν τις ψυχές τους, όπως λένε κάποιοι χριστιανοί σήμερα, αλλά γιατί αυτοί περιμένουν την παλιγγενεσία, περιμένουν αρχικά, μάλιστα, πολύ γρήγορα τον ερχομό της καινής κτίσης, του νέου κόσμου που θα φέρει επανερχόμενος ο Χριστός. Η ζωή με τον επανερχόμενο Χριστό αποτελεί την πρώιμη χριστιανική εσχατολογία ως προσδοκία και ως μια νέα πραγματικότητα εντός του νέου αιώνος.

Στην Εκκλησία, κατά την μεταπαύλεια εποχή τέθηκαν μια σειρά από προβλήματα που έπρεπε να λύσει: α) Η καθυστέρηση της Παρουσίας που απαιτούσε κάποια αναθεώρηση της εσχατολογίας. β) Η εκκλησία απόχτησε βαθιά συνείδηση πως είχε ιστορία. γ) Γρήγορα επίσης χρειάσθηκε να ξεχωρίσει η σωστή από μια λαθεμένη παράδοση, για να διατηρηθεί η συνέχεια του ενός Ευαγγελίου. δ) Ούτε μπορούσε η Εκκλησία να συνεχίσει επί πολύ το έργο της, χωρίς να ρυθμίσει τα εσωτερικά της, καθώς και τους φορείς εξουσίας της κοινότητας. Αυτοί έπρεπε να φροντίζουν την Εκκλησία από οποιαδήποτε βλάβη, να αντιπροσωπεύουν τη σωτήρια διδασκαλία και τη σωστή διεξαγωγή των μυστηρίων. ε) Έπρεπε, μέσα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, να δώσουν κανόνες ζωής που να καθοδηγούν τους χριστιανούς στην καθημερινή προς τους εντός και εκτός συμπεριφορά.

Αυτά όλα χρειάζονταν νέες διατυπώσεις καθιερωμένων παλαιών διδαχών. Οι Κοινότητες έπρεπε να αποκτήσουν ένα Πολίτευμα, γιατί δεν μπορούσαν να ζήσουν χωρίς τάξη. Ποτέ η Εκκλησία –ένα πνευματικό σώμα– δεν έζησε χωρίς τάξη. Με την παρέλευση όμως του χρόνου, την επέκταση των Εκκλησιών και την αύξηση των αναγκών και υποχρεώσεών τους, έπρεπε να κανονιστούν επαρκέστερα οι διάφορες διακονίες και τα λειτουργήματα που θα έπρεπε να ασκούνται μονίμως.

Όπως ήταν φυσικό, στους φορείς του αξιώματος ανατέθηκε το έργο να ξεχωρίζει μεταξύ ορθής και λαθεμένης διδασκαλίας. Εξάλλου, η εκκλησιαστική διδασκαλία έπρεπε να πει στους χριστιανούς πώς να ζουν μέσα στον κόσμο. Η πίεση της ιστορίας κάνει μεγαλύτερη την αγωνία των πιστών για την εγγύτητα του Τέλους. Η σύνδεση της Αποκάλυψης με το αίμα του Αρνίου φωτίζει την απομένουσα περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας. Η χριστιανική Κοινότητα γνωρίζει πως η βασιλεία ανήκει στο Θεό και τον Χριστό γι’ αυτό η επί γης αγωνιζόμενη εκκλησία μαζί με την θριαμβεύουσα στους ουρανούς δοξολογεί την εξουσία του Θεού και του Αρνίου, που στο τέλος των ημερών θα εμφανισθεί ορατή στα μάτια όλων. Μέχρι τότε ισχύει ως προς εμάς η υπομονή και η πιστότητα (Αποκ. 13,10? 14,20).



http://www.acadimia.gr/content/view/131/76/lang,el/

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2009

A Voice for the Voiceless



Thursday, 09 July 2009 02:58 PM EDT Valerie G. Lowe


The niece of Martin Luther King Jr. was an unlikely woman to become a pro-life activist. She had an abortion herself, but the painful experience helped her uncover the lies used by the abortion industry.

Alveda King is an unlikely poster child for pro-life causes. In 1970, when abortion was still illegal in the United States, her doctor gave her an abortion under false pretenses. Then in 1973, the 22-year-old walked into a Planned Parenthood clinic and underwent a second abortion, performed by a doctor who assured her, “It’s just a blob of tissue.”

The procedures damaged her cervix and forced her to miscarry another baby months later. In addition, the physical toll on her body and the emotional strain of the abortions led to the demise of her first marriage.

She divorced two more times in her life, but she says when she met Jesus in 1983, He opened her eyes to the reality of what she had done and forgave her for destroying her babies.

“God rescued me from a cycle of death, and the only thing that kept me from losing it was knowing I will one day see my babies in heaven,” she told Charisma.

The mother of six adult children, King, 59, says her love for the unborn trumps her painful past, and today she is driven by spiritual conviction to defend the most vulnerable of human beings.

In 2004, she joined forces with Priests for Life, which is said to be the nation’s largest Catholic, pro-life organization dedicated to ending abortion and euthanasia. As pastoral associate for the organization, King travels the country preaching, rallying support, and among other things, going after lawmakers who are “pro-murder.”

But advocating for the rights of others is in her genes—literally. King is the niece of the late Martin Luther King Jr. and wife Coretta. Her late father, A.D. King, was a high-profile leader in the civil rights movement who marched alongside his famous brother until Martin’s assassination in 1968. In 1978, she was elected to the Georgia state legislature and later appointed regional deputy of the U.S. Department of Education for region four by President George H.W. Bush.

Having a famous last name may open doors for her, but King knows the pro-choice industry is giving up no ground in the battle for abortion. She says she is one voice among millions crying out for the unborn.

And today the fulfillment of her uncle’s famous “I Have a Dream” speech is coming to fruition in her own life.

“My uncle Martin said he had a dream that Protestants and Catholics, gentiles and Jews would join together to sing that age-old spiritual, ‘Free at last / Free at last.’ But he also said, ‘Injustice anywhere is a threat to justice everywhere,’ and killing unborn babies is unjust.”

Legal Genocide

Since the Supreme Court’s historic 1973 ruling in Roe v. Wade, which legalized abortion in the U.S., 45-million-plus unborn babies have been aborted. According to the Henry J. Kaiser Family Foundation, about 19 percent of women having abortions in the U.S. are teens; 33 percent are between the ages of 20 and 24; and 48 percent are ages 25 and older.

Planned Parenthood, the nation’s largest provider of abortions, made more than $1 billion last year, according to the agency’s 2007-2008 annual report, providing 305,310 abortions to its clients. The not-for-profit agency says it “provides and protects trusted health care services and medically accurate sexuality education,” but Jamie Matthews, whose name has been changed to protect her identity, says Planned Parenthood preys on young women.

“They told me ‘the fetus’ was not yet a baby and my career would be ruined if I continued with the pregnancy, so I consented to the abortion. When I returned to the clinic a few days later complaining of sharp pains, they gave me a second abortion—and I wasn’t even pregnant!” she blurted while weeping over the ordeal.

One woman who asked Charisma not to disclose her identity said the doctor who aborted her baby when she was 14 misled her. “He led me to believe there would be no negative consequences to having an abortion since a ‘fetus is nothing.’ But he never told me I would be depressed, fearful and suffer from anxiety for years to come. He lied.”

King knows all too well the lies the “pro-death” industry tells desperate, unsuspecting women. “I told my doctor I hadn’t had a menstrual cycle in three months, and he said, ‘You don’t need another baby,’” she claims.

King says he dilated her cervix and performed what he called “a menstrual extraction.” “I heard a pop, and blood gushed out. I didn’t ask for it, but he gave me an illegal abortion with no anesthesia.”

Abortionists may use many of the same tactics today, but pro-life groups are initiating new legislation that will stem the tide of abortion in the United States. When voters in South Dakota, Colorado and California went to the polls in November and said no to legislation that would have redefined or restricted abortion—or in the case of Colorado, put it on a par with first-degree murder—pro-life advocacy groups went to work on new legislation.

Observers credit the pro-life surge to President Barack Obama’s staunch pro-choice voting record and recent actions that support abortion. In January, he struck down the Mexico City Policy, which would have prohibited U.S. dollars from being used to fund family-planning clinics in other countries. And his selection of Kathleen Sebelius as Health and Human Services Secretary is a sure sign, say observers, of his commitment to “rescind the abortion conscience clause,” which allows doctors and other medical personnel to refuse to participate in abortions for ethical reasons.

The president’s decisions have brought strong reactions from conservatives, who believe their views represent those of the majority of Americans. A Gallup Poll released in May confirms that more Americans are pro-life. The data revealed that 51 percent of Americans polled consider themselves “pro-life” compared to 42 percent who identify themselves as “pro-choice.”

The research company says “it was the first time a majority of U.S. adults have identified themselves as pro-life since Gallup began asking the question in 1995.”

The shooting death of prominent late-term abortionist Dr. George Tiller by a lone gunman in late May brought to light the hailstorm of controversy that continues to drive the abortion fight. Advocacy groups quickly denounced the shooting but said the president would use the shooting as an excuse to restrict pro-life activities protected by law.

“The Obama administration will use this [murder] as a means to try to punish the pro-life movement,” Mathew D. Staver, founder of the pro-life legal firm Liberty Counsel, told Charisma News Online.

“We will diligently and aggressively resist the administration’s attempt to use this or any other matter that does not represent the pro-life movement to trample on the constitutional rights of pro-lifers.”

Americans United for Life (AUL) launched an aggressive campaign to counteract the efforts and influence of pro-choice organizations such as Planned Parenthood. Denise Burke, vice president of legal affairs, called for “common-sense, medically appropriated regulations of abortion, including informed consent, ultrasound requirements, parental involvement and abortion clinic regulations.”

Christians across the country are using their influence to protect the lives of unborn babies and say believers have a biblical mandate to protect human life. Lou Engle, visionary and co-founder of TheCall solemn assemblies, posted an open letter to the president criticizing his actions concerning the unborn.

“This debate over abortion will only intensify and be inflamed if President Obama, the Congress, and Senate keep pushing the issue of abortion over to the far side of where millions of Americans refuse to go.”

The Church Can Turn the Tide

In 2000, King traveled with Real Women’s Voices to Washington, D.C., to lobby then-Sen. Barack Obama. But she says when the group arrived at his office, the senator walked out the back door.

“I saw him and said, ‘Hello, Sen. Obama.’ He looked down at the floor and walked away.” It’s a response she is used to, but she says it won’t stop her from mounting the steps of Congress to keep the issue of abortion before lawmakers.

In November, King found herself on the opposite side of the political aisle when other members of the King family publicly supported Obama for president. She says her family’s situation is a reflection of a larger issue in the body of Christ.

She knows the struggle some people face because of the overwhelming popularity of the president, especially among African-Americans. But the voices of her babies who died at the hands of abortionists and the millions more who will be aborted this year force her to put racial issues and politics aside and fight for the cause she’s been called to uphold.

She says Christians have a responsibility to protect the next generation of children, and nothing is more important to God than issues of life and spiritual death. “God will deal with the skin-color issue, and yes, there is a problem with racism in America,” King says.

In fact, black pro-life advocates say black babies are aborted at a higher rate than babies in any other racial group. According to staunch pro-life advocate, Johnny Hunter, 1,452 African-American babies lose their lives to abortion every day. He says if the numbers continue to rise, the population of black people in America will dwindle.

Hunter resigned a full-time pastoral position to work with LEARN Inc., a pro-life advocacy group created to save black babies from abortion through education and other resources.

“Abortion is racism in its ugliest form. It nullifies every civil rights gain we’ve ever made,” he says. “What good is the Voting Rights Act to a dead baby?”

Like other pro-life, African-American Christians, King is asked the race question, but says the church must move beyond “political machinations” and start a prayer movement that will lead to spiritual reform.

“Morality cannot be legislated. The human heart must be changed by a divine touch, and the church has the key, the responsibility of leading the way. Has the church fallen short? The answer is yes, and yet it is never too late to return to God,” says King, who attends Believers’ Bible Christian Church, a full gospel congregation in Atlanta.

She says Christians won’t deal with issues of life and abortion because of what she calls “mistaken compassion” and “misplaced compassion.”

“Pastors will say, ‘Oh, we don’t want to hurt the woman’s feelings.’ Or, ‘It’s such a personal issue.’ But the church can stem the tide of abortion in America,” she says.

King urges women around the country to go to their pastors and speak out. “Tell them abortion is bad for children; it’s destroying families.”

Her message to Christians who voted for Obama: Go to Washington on behalf of the babies. She says their voices should be heard first and foremost in Washington.

“They need to tell the president of this land and all of Congress: ‘It is not OK to kill the weak. It is not OK to kill the babies in the name of science. It is not OK to kill the youngest,’” she says.

King says she nearly had a nervous breakdown when she accepted Jesus and came to grips with the fact that her unborn babies were not “blobs of tissue” but were in fact human beings.

“I have a dream in my genes,” King wrote in a message to pro-life constituents. “Ultimately, what brings us the greatest rewards or the worst scars are the choices that we make concerning things that have spiritual consequences. ... As my uncle Martin Luther King Jr. said, ‘The time is always right to do what is right.’ ”



Valerie G. Lowe is associate editor of Charisma. To contact Alveda King, go to priestforlife.org/africanamerican.

Κυριακή 9 Αυγούστου 2009

'Dead' baby wakes before funeral

A premature baby declared dead by doctors at a hospital in Paraguay was found to be alive hours later when he was taken home for a funeral wake.


Saturday, 8 August 2009 02:12 UK

Jose Alvarenga said he had discovered his son was alive after he heard crying from the box in which he was placed. The baby is now back at the same hospital's intensive care unit and reported to be in a stable condition. The head of paediatric care at the hospital said a doctor had not properly checked the infant's vital signs.

"This is a very unusual case," Ernesto Weber told the AFP news agency, adding that an investigation into the incident would be carried out.

A doctor who works at the hospital's maternity unit said staff had tried to revive the baby for an hour before declaring him dead.

"His pulse was so low that it was undetectable," Aida Notario said.

According to medical records, the baby weighed only 500g (17.6oz).

The smallest on record was an American baby who weighed just 280g (10oz), born at less than 22 weeks.

http://news.bbc.co.uk/2/hi/americas/8191023.stm

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2009

«Σκοτώσαμε τον Θεό και ορφανέψαμε»

Ο πατήρ Φιλόθεος Φάρος αποτιμά με λόγο οξύ στην «Κ» τη σχέση μερίδας πιστών με το Θείο και τον ρόλο της Εκκλησίας

Του Νικου Παπαχρηστου


«Ο Θεός είναι νεκρός. Τον έχουμε σκοτώσει και είμαστε ορφανοί». Με τα λόγια αυτά που καταρχήν ξαφνιάζουν, σοκάρουν, ο 78χρονος ιερέας π. Φιλόθεος Φάρος αποτιμά τη σημερινή σχέση μεγάλης μερίδας πιστών με το Θείο, μια σχέση «καταναλωτική» την οποία όπως υποστηρίζει ενισχύουν με τη στάση ζωής τους πολλοί κληρικοί. Με λόγο τολμηρό, ενίοτε καυστικό αλλά και αυτοκριτικό ο π. Φιλόθεος είναι ο πρώτος ιερέας που δεν διστάζει να χαρακτηρίσει σωστή την απόφαση για το «σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης» αφού η Πολιτεία απευθύνεται σε πολίτες και όχι σε πιστούς. Χαρακτηρίζει «φαρισαίους» και «υποκριτές» ιεράρχες και κληρικούς που έσπευσαν να μιλήσουν για «πορνεία» και «κουσούρια», υποστηρίζοντας ότι όσοι εμφανίζονται αυστηροί στην πραγματικότητα αναζητούν «άλλοθι» για να αποπροσανατολίσουν από δικές τους «αμαρτωλές» πράξεις. Αυτούς μάλιστα θεωρεί υπεύθυνους για το γεγονός ότι πολλοί νέοι άνθρωποι καταλήγουν σε ψυχιάτρους φορτωμένοι ενοχικά σύνδρομα. «Μακάρι να ενδιαφερόντουσαν για την ελληνική οικογένεια αλλά αδιαφορούν πλήρως», επισημαίνει. Οσο για εκείνους που βλέπουν μια νέα επίθεση κατά της Εκκλησίας απαντά με νόημα: «Η Εκκλησία του Χριστού δεν κινδυνεύει από εξωτερικούς εχθρούς». Οι θέσεις του πατρός Φιλόθεου Φάρου, όπως τις αναπτύσσει σήμερα στην «Κ», που θίγουν και το πλαίσιο σχέσεων Πολιτείας-Εκκλησίας, σίγουρα θα αποτελέσουν αφορμή διαλόγου, αφού πολλοί θα συμφωνήσουν πολλοί θα διαφωνήσουν, άλλοι θα συνυπογράψουν, άλλοι θα θυμώσουν...

«Η Πολιτεία ορθώς πράττει και προωθεί το Σύμφωνο. Το ερώτημα όμως είναι αν η Ελλάδα είναι μια κοινοβουλευτική δημοκρατία ή μια θεοκρατία τύπου «Χομεϊνί». Φαίνεται πως σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό η Ελλάδα είναι θεοκρατία. Είναι χαρακτηριστικό πως υποψήφιοι βουλευτές, δήμαρχοι και άλλοι πολιτευόμενοι πριν ξεκινήσουν την προεκλογική τους εκστρατεία πρέπει να περάσουν να φιλήσουν το χέρι του Δεσπότη. Και θα φροντίσουν οι κάμερες να το απαθανατίσουν αυτό, για να τους δουν οι ψηφοφόροι τους γιατί αλλιώς δεν έχουν ελπίδες...», λέει ο π. Φιλόθεος Φάρος.

Χωρίς περιστροφές δηλώνει στην «Κ» αντίθετος με το πνεύμα της πρόσφατης αυστηρής απόφασης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου που χαρακτήριζε «πορνεία» κάθε συζυγική σχέση εκτός του ορθοδόξου γάμου. «Δείχνει την ουσιαστική απομάκρυνση από το πνεύμα του Ευαγγελίου. Κατά την γνώμη μου διαστρέφεται το πνεύμα της διδασκαλίας του Ιησού Χριστού. Οι κανόνες, σύμφωνα με την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, είναι φάρμακα και παιδαγωγικά μέτρα που χρησιμοποιούνται κατά την κρίση του πνευματικού. Δεν είναι νόμοι. Ο Χριστός άλλωστε ήρθε για να αλλάξει το καθεστώς της ιουδαϊκής παράδοσης και ιδιαίτερα της φαρισαϊκής. Και ζητάει την επιδίωξη της εσωτερικής αναπτύξεως. Οχι την αντιμετώπιση του κακού με μια νομική και αστυνομική αντίληψη. Ομως μέσα στη ζωή της Εκκλησίας το ιουδαϊκό φαρισαϊκό πνεύμα έχει εισχωρήσει από πολύ νωρίς» σημειώνει και προσθέτει: «Ο Χριστός λέει ότι πορνεία και άλλα κακά πράγματα έρχονται από την καρδιά του ανθρώπου. Δεν καταδικάζει κανέναν αμαρτωλό. Μόνο τον υποκριτή. Το πνεύμα του Χριστού δεν είναι νομικό, αλλά προσπαθεί να δείξει ποια είναι η ουσία της αμαρτίας. Δεν είναι μια εξωτερική συμπεριφορά. Για παράδειγμα φόνος για τον Χριστό είναι η απόρριψη του άλλου. Συνεπώς στη διδασκαλία του δεν χωράει η “αυτοδικαίωση”. Κανείς δεν μπορεί να λέει εγώ είμαι ενάρετος και να κατηγορεί κάποιον άλλο σαν αμαρτωλό»...

«Υποκριτές και Φαρισαίοι»
Πολλοί μητροπολίτες αφήνουν να εννοηθεί πως θα πρέπει να επιβληθούν πνευματικές κυρώσεις σε βάρος όσων προχωρήσουν στη σύναψη «Συμφώνου Συμβίωσης». Τι λέει για αυτό ο πατέρας Φιλόθεος;

«Ο Χριστός ήταν σαφής όταν είπε πως δεν ήρθε να κρίνει αλλά να σώσει τον κόσμο. Μην κρίνετε ίνα μην κριθείτε. Αντιθέτως, καταδικάζει ξεκάθαρα συγκεκριμένες συμπεριφορές όπως την υποκρισία. Μιλώντας στους Φαρισαίους, οι οποίοι έκαναν όσα κάνουμε εμείς οι κληρικοί σήμερα, στηλίτευσε το ενδιαφέρον τους για τα περίτεχνα κοσμήματα, τα περίλαμπρα άμφια, την επιδίωξή τους να κάθονται στις πρώτες θέσεις των δείπνων αλλά και την εκμετάλλευση φτωχών ανθρώπων. Ο Χριστός συνεχώς καταδικάζει την υποδούλωση στα υλικά αγαθά, τη χλιδή και την πολυτέλεια. Ολα αυτά αφορούν εμάς τους παπάδες. Ζούμε ζωή πριγκιπική, μετακινούμεθα με τις κράισλερ και τις μερσεντές, μας υπηρετεί ένα σωρό κόσμος, φορτωνόμαστε όλα αυτά τα χρυσά και έχουμε και την απόλυτη εξουσία στην ψυχή των ανθρώπων. Είναι ανατριχιαστικά πράγματα αν σκεφτείτε ότι γίνονται στο όνομα του Χριστού που περπατούσε ξυπόλητος και δεν είχε πού την κεφαλήν κλίναι. Ε, λοιπόν, είμαστε ανακόλουθοι με όσα δίδαξε ο Χριστός. Και επομένως το λιγότερο που θα περίμενε κάποιος από εμάς είναι να μην πετάμε πέτρες στους άλλους. Οι δικές μας αμαρτίες είναι εκείνες που κυρίως καταδίκασε ο Ιησούς Χριστός. Πώς να το κάνουμε· δεν μίλησε για τις προγαμιαίες σχέσεις, αλλά είπε ξεκάθαρα πως δεν γίνεται να υπηρετεί κάποιος δύο Κυρίους, τον Θεό και τον Μαμωνά. Είπε επίσης πως όποιος έχει δύο χιτώνες να δίνει τον ένα».

«Εμείς οι παπάδες έχουμε πολλές νευρώσεις σχετικά με τον ερωτισμό. Και πολλά από αυτά που λέμε μπορεί να είναι συνέπεια των νευρώσεών μας», υποστηρίζει μιλώντας στην «Κ» ο π. Φιλόθεος. «Πιστεύω ότι οι αυστηρότεροι από εμάς τους κληρικούς στα θέματα της σεξουαλικής ηθικής είναι είτε πιο νευρωτικοί σε σχέση με τον ερωτισμό είτε κρύβουν τα περισσότερα και θέλουν να έχουν ένα άλλοθι. Εμφανίζονται δηλαδή αυστηροί για να μην επιτρέψουν στον απλό άνθρωπο να σκεφθεί πως αυτοί μπορεί να έχουν μια έντονη προσωπική ζωή, σχετική με αυτό που εξίσου έντονα καταδικάζουν. Αναμφισβήτητα, πάντως, όταν κάποιος ελέγχει τον ανθρώπινο ερωτισμό έχει στα χέρια του αλυσοδεμένους τους ανθρώπους».

Το χάσμα
Τη στιγμή που η Ιεραρχία υποστηρίζει πως το «Σύμφωνο» στρέφεται εναντίον του θεσμού της οικογένειας, ο π. Φιλόθεος κάνει λόγο για πλήρες χάσμα με την κοινωνία. «Ακούω κάποιους μητροπολίτες να λένε ότι ενδιαφέρονται για την ελληνική οικογένεια. Μακάρι να ενδιαφέρονταν, αλλά αδιαφορούν πλήρως και είναι και ανίκανοι να κάνουν κάτι για να αντιμετωπίσουν την κρίση στην οικογένεια. Οι περισσότεροι δεσποτάδες και παπάδες είναι ποιμαντικά ανύπαρκτοι και δεν έχουν σταθεί ποτέ στο πλευρό ενός ανθρώπου που έχει ανάγκη. Οχι να του δώσουμε ρετσέτες, αλλά απλά να σταθούμε πλάι του. Γιατί πολλές φορές αυτό που χρειάζεται ο άνθρωπος που έχει μια δυσκολία δεν είναι να του δώσουμε μια λύση, αλλά να δει ότι νοιαζόμαστε γι’ αυτόν.

Αυτήν τη στιγμή η ελληνική οικογένεια βρίσκεται σε τρομερή κρίση. Σήμερα, ένα τεράστιο ποσοστό νέων είναι παροπλισμένοι με ψυχικές διαταραχές· πολλές από τις οποίες οφείλονται σε κάποιους παπάδες που είναι λαύροι κατά των σαρκικών αμαρτημάτων. Εμείς οι παπάδες οδηγούμε τα παιδιά στους ψυχιάτρους. Οταν ακούω ψυχίατρο παπά να λέει ότι έχει θεραπεύσει ομοφυλοφίλους ξέρω ότι έχει αποπειραθεί να τους κάνει ψυχολογική λοβοτομή. Και τους έχει παραδώσει σε τρομερά βασανιστήρια και ενοχικά σύνδρομα. Ο διεθνούς κύρους κατάλογος της ψυχοπαθολογίας που εκδίδει η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία εδώ και 50 χρόνια δεν θεωρεί την ομοφυλοφιλία αρρώστια. Υπάρχουν όμως Ελληνες παπάδες που τη θεωρούν αρρώστια. Και πιστεύω πως εκείνος που προσπαθεί να θεραπεύσει έναν ομοφυλόφιλο είναι ο ίδιος άρρωστος που χρησιμοποιεί ταλαίπωρους ανθρώπους για να δώσει τη δική του νευρωτική μάχη».

Με έντονη αυτοκριτική διάθεση, ο π. Φιλόθεος καταδικάζει την εξουσιαστική συμπεριφορά ορισμένων κληρικών. «Κοιτάξτε, εμείς οι κληρικοί στο μεγάλο μας ποσοστό εσωτερικά είμαστε τενεκέδες ξεγάνωτοι. Και προσπαθούμε να καλύψουμε την αίσθηση της εσωτερικής μας ανεπάρκειας. Γιατί πολλοί από εμάς, αν μας βγάλετε τα γένια και τα ράσα, δεν είμαστε τίποτα. Θα ήμασταν σκέτα μηδενικά. Ομως με αυτά τα συμπράγαλα που φοράμε αποκτάμε κύρος, μπορούμε να καθορίζουμε τις ζωές των άλλων, κρέμονται οι άλλοι από το στόμα μας, αποκτάμε εξουσία. Και έτσι νομίζουμε ότι θα αυξήσουμε την αυτοεκτίμησή μας. Κούνια που μας κούναγε. Δεν αφορά βέβαια τους πολλούς ότι δεν αυξάνουμε την αυτοεκτίμησή μας. Τους αφορά όμως ότι τους βασανίζουμε και τους οδηγούμε στον Καιάδα των ψυχοφαρμάκων που είναι ένας δρόμος χωρίς επιστροφή. Επίσης, πολλοί κληρικοί θέλουμε να βρούμε κάποιον άλλο τρόπο να δείξουμε ότι έχουμε λόγο υπάρξεως. Ασχολούμαστε με το Σκοπιανό ή με άλλα παρεμφερή πράγματα –άσχετα με την αποστολή μας– για να δείχνουμε ότι κάτι έχουμε κάνει. Εχουν καμία σχέση αυτά με όσα δίδαξε ο Χριστός;».

Για τον π. Φιλόθεο η απάντηση της Εκκλησίας στο «Σύμφωνο» δεν πρέπει να είναι η τιμωρία όσων το επιλέξουν, αλλά η πρόταση ζωής που κάνει ο Χριστός. «Οι βασικές αρχές του Χριστού είναι η αγάπη του ανθρώπου για τον Θεό και η αγάπη για τον συνάνθρωπο. Η σχέση με τον άλλο είναι βασική πηγή ζωής για τον άνθρωπο. Αλλά οι σχέσεις είναι περίπλοκες και χρειάζεται αγώνας για να είναι όσο γίνεται περισσότερο υγιείς. Η ερωτική πλευρά τους είναι η πιο καίρια. Και εκεί εύκολα γίνονται πολλές εκτροπές. Οσες περισσότερες τόσο λιγότερη πληρότητα ζωής υπάρχει. Και η πληρότητα στη ζωή έρχεται μέσα σε σχέσεις ουσιαστικές, που παίρνουν χρόνο, κόπο, θέλουν αγώνα. Αν ζητούν οι νέοι κάποιο συγχωροχάρτι δεν είναι πολύ διαφορετικοί από τους παπάδες που τους το αρνούνται», επισημαίνει. «Στις μέρες μας ο Θεός είναι νεκρός. Τον έχουμε σκοτώσει και είμαστε ορφανοί. Τα λόγια που λέμε, τα μεγάλα, τα επουράνια, τα πνευματικά όχι μόνο δεν ακτινοβολούν πίστη, αλλά φανερώνουν την αγωνία μας να καλύψουμε την έλλειψη της πίστεώς μας. Γιατί η πίστη δεν μεταδίδεται με μπλα μπλα, αλλά ακτινοβολεί. Δεν λες εγώ πιστεύω, αλλά ο τρόπος που ζεις δείχνει ότι πιστεύεις. Σήμερα ο τρόπος ζωής όλων μας δείχνει ότι δεν πιστεύουμε. Προσεγγίζουμε την πίστη σαν ένα καταναλωτικό αγαθό. Εχουμε από αυτό, από εκείνο, τα έχουμε όλα και λέμε άντε τώρα να εξασφαλίσουμε και ένα οικοπεδάκι στον παράδεισο».

Ποιος είναι
Ο π. Φιλόθεος Φάρος σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Πάντειο Σχολή, Νομικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ποιμαντική Ψυχολογία στις ΗΠΑ. Χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας το 1962 στην Ελλάδα. Στη συνέχεια υπηρέτησε ως εφημέριος στις ΗΠΑ. Δίδαξε Ποιμαντική Ψυχολογία στην Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στη Βοστώνη από το 1969 έως το 1976. Υπηρέτησε ως ιερέας-σύμβουλος στο νοσοκομείο J.B. Thomas Day Care παρέχοντας ποιμαντική υποστήριξη σε νεαρά ζευγάρια που τα παιδιά τους αντιμετώπιζαν σοβαρές ασθένειες καθώς επίσης και ως προϊστάμενος του τμήματος Οικογενειακής Στήριξης στην πρότυπη ψυχιατρική κλινική Human Resource Institute στη Βοστώνη από το 1970 μέχρι το 1976.

Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1976, ασχολήθηκε συστηματικά με το συγγραφικό έργο καθώς επίσης, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90, με το Συμβουλευτικό Κέντρο Νεότητας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Σήμερα, συνταξιούχος πλέον, λειτουργεί κάθε Κυριακή στον Αγιο Νικόλαο Ραγκαβά της Πλάκας. Πάντοτε μετά τη λειτουργία συζητάει με νέα ζευγάρια και νέους για τα θέματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους.


http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_2_06/04/2008_265456

Ο Λαός του Θεού στη Βιβλική Παράδοση

Σ. Αγουρίδης, Ομότιμος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

Σάββατο 5 Μαρτίου 2005


Η έννοια «λαός του Θεού» αποτελεί θεμελιώδη έννοια στη βιβλική παράδοση. Πιστεύω ότι επί του προκειμένου μιλάμε για μια μοναδικότητα. Δεν πιστεύω ότι σε οποιοδήποτε άλλο λαό μέσα στην ιστορία συναντάμε εντός της θρησκευτικής του ζωής τόσο στενή σχέση λαού και Θεού που συναντάμε στη Βίβλο.

Ως δημιουργός και βασιλιάς ο Γιαχβέ κάνει γνωστό τον εαυτό του σε όλο το χώρο που εκτείνεται η παγκόσμια κυριαρχία και αποκάλυψή του. Όμως στο Δευτ. 32,28εξ, ο Ισραήλ χαρακτηρίζεται ως «μερίδιό» μου και «ο κλήρος της κληρονομίας μου», ο Γιαχβέ «επήρε», διάλεξε τον Ισραήλ! Το «εκλέγω» όταν λέγεται περί του Γιαχβέ, εκφράζει την ελεύθερη κυριαρχική εξουσία του Κυρίου που δεν χρωστάει σε κανένα εκλεγόμενο την εκλογή του. Ο Θεός δεν διαλέγει κάτι γιατί αυτό θεωρεί πολύτιμο. Ο Ισραήλ που εξέλεξε ο Γιαχβέ είναι ο ελάχιστος ανάμεσα σε όλους τους λαούς.

Ο Γιαχβέ απωθεί άλλους λαούς που είναι «μεγαλύτεροι και ισχυρότεροι» από τον Ισραήλ. Γίνεται λόγος ακόμα και για ηθική απαξία και για το σκληροτράχηλο του Ισραήλ. Πίσω λοιπόν από την εκλογή του Γιαχβέ βρίσκεται μια άλογη, ελεύθερη απόφαση της αγάπης ήδη κατά την εποχή των Πατέρων, για την οποία δεν μπορεί κανείς να ρωτήσει περαιτέρω. Δυστυχώς, κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, με τον αγώνα του Έσδρα κατά των μικτών γάμων, ο Ισραήλ οδηγήθηκε σε πολύ μονόπλευρο τονισμό στη διαφοροποίησή του από τους άλλους λαούς. Κατά κανόνα όμως προβάλλεται περισσότερο η πλευρά της ευθύνης του εκλεγμένου. Βέβαια, η θεία εκλογή δεν αναφέρεται μόνο στον Ισραήλ ως το λαό του Θεού αλλά και στην εκλογή του βασιλιά, όπως επίσης και στην εκλογή του αρχιερατικού οίκου του Ηλί, αλλά ακόμη και δούλων του Θεού όπως του Μωυσή και του Ααρών. Ο Θεός είναι επίσης που εκλέγει τον ιερό τόπο της κατοικίας Του: Ένας Θεός, ένας λαός εκλεγμένος απ’ αυτόν, ένας μοναδικός τόπος λατρείας.

Εντύπωση κάνει ότι οι προαιχμαλωσιακοί Προφήτες αποφεύγουν σχεδόν τελείως να μιλήσουν για την εκλογή του Ισραήλ. Η μοναδική μνεία στον πρώιμο αιχμαλωσιακό προφήτη Ιεζεκιήλ (20,5), καθώς και ο λόγος του Αμώς 3,2 αποδεικνύουν με πόση κριτική διάθεση αντιμετώπιζαν τις καυχησιολογίες του λαού τους για την εκλογή του, έτσι που είναι πλήρως η κατανοητή η «σιωπή τους αναφορικά προς την εκλογή».

Αλλά και σε σχέση με τον ίδιο τον εαυτό τους οι Προφήτες δεν αρέσκονται –με μια εξαίρεση– στη χρησιμοποίηση της σκέψης ότι έχουν «εκλεγεί» στο αξίωμά τους. Η περίοδος της Αιχμαλωσίας δημιούργησε, όπως ήταν φυσικό, σεισμό στο περί εκλογής αίσθημα. Δεν λείπουν, βέβαια, και χωρία που λένε πως οι Εθνικοί θα πλησιάσουν τον Ισραήλ για να τον υπηρετήσουν. Η υπηρετική μορφή των λαών προς τον Ισραήλ σημαίνει μιαν ομολογία: «Αληθινά, σ’ εσένα είναι ο Θεός και πουθενά αλλού δεν υπάρχει άλλος Θεός».

Ο Ισραήλ γνωρίζει το Θεό του ως τον ελεύθερο Κύριο, που δεν τον διάλεξε ο λαός, αλλά ο οποίος αντιθέτως έγινε ελεύθερα ο Θεός του λαού και του υπέδειξε με την ιστορική καθοδήγησή του πως είναι ο Κύριός του. Κατά το πέρασμα του χρόνου δεν περιοριζόταν μόνο σε μια αναδρομή στα περασμένα, αλλά μπορούσε να αποτελεί και αντικείμενο ελπίδας για το μέλλον. Εξάλλου, ενώ η Προφητεία απέβλεψε κυρίως στον Ισραήλ, η Αποκαλυπτική είδε τον κόσμο των Εθνών στο σύνολό του, γιατί σ’ αυτό το νέο περιβάλλον έμελλε να ολοκληρωθεί η πορεία του Ισραήλ.

Η Π.Δ., ακόμα κι όταν ο «Νόμος και οι Προφήτες» έκλεισαν με την οριστικοποίηση του Κανόνα, εξακολουθούσε να είναι το βιβλίο του «ανοιχτού κηρύγματος» με την έννοια πως αναζητεί την περαιτέρω καθοδήγηση του ποιμένα του Ισραήλ. Είναι συνεπώς σωστό να πούμε πως πίστη στο Γιαχβέ και προσδοκία του μέλλοντος συνδέονται αδιάλυτα.

Ο λαός ο ίδιος ως θρησκευτική κοινότητα μπορούσε να συνεχίσει -και συνέχισε- να υπάρχει, χωρίς την παρουσία ούτε του Βασιλιά ούτε του Ιερέα. Έτσι η παλαιά άποψη περί εκλογής μεταφέρθηκε από τον Ααρών και τον Δαβίδ στον Ιακώβ, ως τον πατέρα των Δώδεκα Φυλών. Λαός του Θεού δεν είναι κανείς γιατί διεκδικεί κάτι τέτοιο, ούτε όμως και ο όποιος ανύποπτος ανθρωπάκος υπάγεται σε αυτήν την κατηγορία. Πολύ περισσότερο με το λαό του Θεού δεν συνδέεται η όποια εθνοκαπηλεία. Λαός του Θεού σημαίνει μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων που αγωνίζονται παντού και πάντοτε για την έλευση στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού, όπως την εννοούσε ο Ιησούς. Ο ίδιος ήταν Ιουδαίος, από τη φυλή του Δαβίδ. Ο Ματθαίος ο Ευαγγελιστής, στη γενεαλογία του, ανάγει την καταγωγή του Ιησού στον Αβραάμ, ενώ ο Λουκάς, με τη δική του γενεαλογία, ανάγει την καταγωγή Του στον ίδιο τον Αδάμ. Ο Ιησούς έζησε, απ’ όσο ξέρουμε, όλη του τη ζωή στην Παλαιστίνη και δεν βγήκε ποτέ στον έξω κόσμο. Η δράση και το κήρυγμα του απευθύνονταν αρχικά στους συμπατριώτες του, προς τους οποίους κατ’ αρχήν απέστειλε και τους μαθητές του, προς τα απολωλότα πρόβατα του οίκου Ισραήλ.

Ο Ιησούς όμως δεν έφτιαξε μια ελιτίστικη ομάδα όπως αυτή των Εσσαίων. Η στάση του απέναντι στους Εθνικούς εξαρχής είναι ανοιχτή. Στον εκατόνταρχο της Καπερναούμ λέει γεμάτος έκπληξη πως τέτοια πίστη δεν εβρήκε ούτε στον Ισραήλ (Μτ. 8,10, πρβλ. Λκ 7,9). Η σωτηρία δεν είναι αναπαλλοτρίωτο κτήμα του Ισραήλ, αλλά, κατά τους έσχατους χρόνους, «πολλοί από ανατολών και δυσμών ήξουσιν και ανακλιθήσονται μετά Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ εν τη βασιλεία των ουρανών, οι δε και της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον? εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων» (Μτ. 8,11εξ. Πρβλ. Λκ 13,28εξ). Αν και η δράση του Ιησού περιορίσθηκε στον Ισραήλ, δεν απέκρουσε τους Εθνικούς που τον συναντούσαν αλλά τους δεχόταν. Αφού, μάλιστα, δεν ίδρυσε καμιά ξεχωριστή κοινότητα σεσωσμένων αλλά στράφηκε ιδιαίτερα προς τα απολωλότα και τους περιφρονημένους του κόσμου, κατέστησε σαφές ότι η αγάπη του Θεού ισχύει για όλους τους ανθρώπους.
Ο Ιησούς περιβαλλόταν συχνά από ένα πλήθος λαού. Μέσα απ’ αυτό ξεχωρίζει ο κύκλος των Δώδεκα που δείχνει πως ο Ιησούς στρέφεται προς όλο τον Ισραήλ, όχι μόνο σε μια ιδιαίτερη μερίδα. Η αρχική χριστιανοσύνη, Παλαιστινή και εξωπαλαιστινή, θεωρεί τον εαυτό της ως τον Ισραήλ του Θεού, ως τον άγιο λαό του Θεού των εσχάτων χρόνων, που γι’ αυτόν ισχύουν οι υποσχέσεις της Γραφής και διατυπώθηκε σ’ αυτές το θέλημα του Θεού. Η θεία λατρεία και η ζωή της κοινότητας είναι γεμάτες από τη βεβαιότητα ότι ο Θεός τους εξέλεξε, Ιουδαίους και Εθνικούς, και σ’ αυτούς χάρισε την υπόσχεση του Πνεύματός του. Η χριστιανική κοινότητα είχε ευθύς εξαρχής σαφή συνείδηση της ιδιαιτερότητάς της. Ποτέ όμως για την αρχική χριστιανοσύνη δεν έπαψε η Π.Δ. να θεωρείται Αγία Γραφή, από την οποία οι υποσχέσεις και το θέλημα του Θεού απευθύνεται άμεσα προς την κοινότητα. Γι’ αυτό η χριστιανική κοινότητα επικαλείται τις Γραφές για να στηρίξει το κήρυγμά της. Η αρχική χριστιανοσύνη πιστεύει πως είναι η κοινότητα της Καινής Διαθήκης, αυτή όμως δεν νοείται όπως η κοινότητα του Κουμράν, σαν δηλ. η αποκατάσταση της Μωσαϊκής Διαθήκης, αλλά σαν η εσχατολογική Διαθήκη που ο Θεός συνήψε με τον θάνατο και την ανάσταση του Ιησού Χριστού.
Ως μέλη του λαού του Θεού συνάπτονται Ιουδαίοι και Εθνικοί στην ενότητα της Εκκλησίας. Αυτά που δένουν τα μέλη άρρηκτα είναι το Βάπτισμα και η Ευχαριστία, που οι πιστοί δέχθηκαν μαζί με την πίστη στον Ιησού, και βιώνουν σε κοινωνία μετ’ αλλήλων εντός των χριστιανικών κοινοτήτων που οργάνωσαν οι Απόστολοι του Ιησού Χριστού.
Όλα αυτά οι χριστιανοί τα ζουν όχι για να σώσουν τις ψυχές τους, όπως λένε κάποιοι χριστιανοί σήμερα, αλλά γιατί αυτοί περιμένουν την παλιγγενεσία, περιμένουν αρχικά, μάλιστα, πολύ γρήγορα τον ερχομό της καινής κτίσης, του νέου κόσμου που θα φέρει επανερχόμενος ο Χριστός. Η ζωή με τον επανερχόμενο Χριστό αποτελεί την πρώιμη χριστιανική εσχατολογία ως προσδοκία και ως μια νέα πραγματικότητα εντός του νέου αιώνος.

Στην Εκκλησία, κατά την μεταπαύλεια εποχή τέθηκαν μια σειρά από προβλήματα που έπρεπε να λύσει: α) Η καθυστέρηση της Παρουσίας που απαιτούσε κάποια αναθεώρηση της εσχατολογίας. β) Η εκκλησία απόχτησε βαθιά συνείδηση πως είχε ιστορία. γ) Γρήγορα επίσης χρειάσθηκε να ξεχωρίσει η σωστή από μια λαθεμένη παράδοση, για να διατηρηθεί η συνέχεια του ενός Ευαγγελίου. δ) Ούτε μπορούσε η Εκκλησία να συνεχίσει επί πολύ το έργο της, χωρίς να ρυθμίσει τα εσωτερικά της, καθώς και τους φορείς εξουσίας της κοινότητας. Αυτοί έπρεπε να φροντίζουν την Εκκλησία από οποιαδήποτε βλάβη, να αντιπροσωπεύουν τη σωτήρια διδασκαλία και τη σωστή διεξαγωγή των μυστηρίων. ε) Έπρεπε, μέσα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, να δώσουν κανόνες ζωής που να καθοδηγούν τους χριστιανούς στην καθημερινή προς τους εντός και εκτός συμπεριφορά.

Αυτά όλα χρειάζονταν νέες διατυπώσεις καθιερωμένων παλαιών διδαχών. Οι Κοινότητες έπρεπε να αποκτήσουν ένα Πολίτευμα, γιατί δεν μπορούσαν να ζήσουν χωρίς τάξη. Ποτέ η Εκκλησία –ένα πνευματικό σώμα– δεν έζησε χωρίς τάξη. Με την παρέλευση όμως του χρόνου, την επέκταση των Εκκλησιών και την αύξηση των αναγκών και υποχρεώσεών τους, έπρεπε να κανονιστούν επαρκέστερα οι διάφορες διακονίες και τα λειτουργήματα που θα έπρεπε να ασκούνται μονίμως.

Όπως ήταν φυσικό, στους φορείς του αξιώματος ανατέθηκε το έργο να ξεχωρίζει μεταξύ ορθής και λαθεμένης διδασκαλίας. Εξάλλου, η εκκλησιαστική διδασκαλία έπρεπε να πει στους χριστιανούς πώς να ζουν μέσα στον κόσμο. Η πίεση της ιστορίας κάνει μεγαλύτερη την αγωνία των πιστών για την εγγύτητα του Τέλους. Η σύνδεση της Αποκάλυψης με το αίμα του Αρνίου φωτίζει την απομένουσα περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας. Η χριστιανική Κοινότητα γνωρίζει πως η βασιλεία ανήκει στο Θεό και τον Χριστό γι’ αυτό η επί γης αγωνιζόμενη εκκλησία μαζί με την θριαμβεύουσα στους ουρανούς δοξολογεί την εξουσία του Θεού και του Αρνίου, που στο τέλος των ημερών θα εμφανισθεί ορατή στα μάτια όλων. Μέχρι τότε ισχύει ως προς εμάς η υπομονή και η πιστότητα (Αποκ. 13,10? 14,20).


http://www.acadimia.gr/content/view/131/76/lang,el/

Τρίτη 4 Αυγούστου 2009

Και ιδιωτικό κολέγιο για πάστορες

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Και ιδιωτικό κολέγιο για πάστορες
ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ | Τρίτη 4 Αυγούστου 2009


Υποψήφιοι ιεροκήρυκες, πάστορες, ιεραπόστολοι, ερευνητές και θεολόγοι που θα υπηρετήσουν στις Ευαγγελικές Εκκλησίες της Ελλάδος θα αποφοιτούν από το Κολέγιο της Εταιρείας Βιβλικών Σπουδών, το οποίο ήταν μεταξύ των 33 σχολών που έλαβαν την περασμένη εβδομάδα άδεια ιδρύσεως από το υπουργείο Παιδείας και αναμένουν την άδεια λειτουργίας τους. Η απόφαση του υπουργείου Παιδείας προκάλεσε αίσθηση μεταξύ των κληρικών και των μητροπολιτών της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος και ορισμένοι έσπευδαν να ζητήσουν εξηγήσεις.

«Στόχος της Σχολής είναι η εκπαίδευση ευαγγελικών στην ευαγγελική Θεολογία με ενδεχόμενη επαγγελματική δραστηριοποίηση σε καθήκοντα ποιμένων εκκλησιών, ιεραποστόλων, λειτουργών της Εκκλησίας αλλά και θεολόγων ερευνητών με προοπτική ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας» επισημαίνει προς «Το Βήμα» ο κ. Δημοσθένης Κατσάρκας, γιατρός και από τα πλέον γνωστά ηγετικά στελέχη της Ευαγγελικής Εκκλησίας στην Ελλάδα.

Οπως σπεύδει να διευκρινίσει ο ίδιος, ό,τι και αν γίνει με την αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων του κολεγίου «δεν υπάρχει ενδεχόμενο διεκδικήσεως θέσεων καθηγητών- θεολόγων στη μέση εκπαίδευση, δεδομένου ότι αυτή εκ του νόμου περιορίζεται στο πλαίσιο της ορθόδοξης θεολογίας».

Σημειώνεται ότι οι σχολές των Ευαγγελικών Εκκλησιών λειτουργούν τα τελευταία 30 χρόνια και από αυτές συνολικά έχουν αποφοιτήσει περισσότερα από 200 άτομα. Αρχικά οι σχολές ήταν τριετούς φοιτήσεως και τα κτίριά τους βρίσκονταν στο Καστρί. Σήμερα 25 Ελληνες ευαγγελικοί φοιτούν στη σχολή, που βρίσκεται στο Πικέρμι, η μετατροπή της οποίας σε κολέγιο αυξάνει σε τέσσερα τα έτη φοίτησης. Με την αποφοίτησή τους, εκτιμούν ότι η άδεια του υπουργείου θα τους δώσει τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν καλύτερες μεταπτυχιακές σπουδές, αν και ορισμένοι απόφοιτοι της σχολής βρίσκονται ήδη στην Οξφόρδη και στο Σικάγο προκειμένου να ειδικευθούν σε κάποιον κλάδο της Θεολογίας. Σημειωτέον ότι στη σχολή φοιτούν και φοιτητές από το εξωτερικό, κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ μεταξύ των καθηγητών διδάσκουν εκπαιδευτικοί από άλλες χώρες οι οποίοι έχουν πραγματοποιήσει ειδικές σπουδές σε γνωστά πανεπιστήμια των ΗΠΑ.



Δευτέρα 3 Αυγούστου 2009

Ανίερες επενδύσεις...


Στη Γερμανία Ρωμαιοκαθολική τράπεζα έκανε επενδύσεις σε αντισυλληπτικά, όπλα, τσιγάρα
Δευτέρα 3 Αυγούστου 2009 [ 17:46 ]

Ρωμαιοκαθολική τράπεζα στην Γερμανία παραδέχτηκε ότι αγόραζε μετοχές σε εταιρείες που ασχολούνταν με αμυντικά οπλικά συστήματα, καπνοβιομηχανίες και φαρμακοβιομηχανίες που παρήγαγαν αντισυλληπτικά χάπια, ζητώντας συγγνώμη για συμπεριφορά που «δεν συνάδει με τους ηθικούς κανόνες».

Το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» αποκάλυψε ότι η Pax Bank έχει επενδύσει 580.000 ευρώ στην βρετανική εταιρεία οπλικών συστημάτων BAE Systems.

Επίσης προχώρησε σε επενδύσεις 160.000 ευρώ στην αμερικανική εταιρεία Wyeth που κατασκευάζει αντισυλληπτικά χάπια, ενώ ακόμα 870.000 ευρώ επένδυσε σε καπνοβιομηχανίας.

Η τράπεζα, η οποία διαφήμιζε την πολιτική της για «ηθικές επενδύσεις», ζήτησε συγγνώμη, μετά τις αποκαλύψεις, για τη συμπεριφορά της, λέγοντας ότι «δεν συνάδει με τους ηθικούς κανόνες».

«Θα διορθώσουμε άμεσα τα λάθη μας, χωρίς αρνητικές συνέπειες για τους πελάτες μας» δήλωσε εκπρόσωπος της τράπεζας, λέγοντας ότι κατά τη διάρκεια εσωτερικών ελέγχων, οι επενδύσεις αυτές «παραβλέφθηκαν».

Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι κατά των μέσων αντισύλληψης και διακοπής της κύησης, ενώ ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣτ' έχει αποκαλέσει τον πληθυσμιακό έλεγχο «θανάσιμο αμάρτημα».

http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=2&artId=281626&dt=03/08/2009

Ενορίες με "διπλά βιβλία" ...

Ιωάννης Κονιδάρης | Κυριακή 2 Αυγούστου 2009


Από τα πλέον σύνθετα και δυσεπίλυτα πολιτικά ζητήματα είναι ομολογουμένως εκείνο της περιουσίας και γενικώς των οικονομικών της Εκκλησίας, εν όψει βεβαίως και του κρατούντος έως και σήμερα συστήματος σχέσεών της με το κράτος.

Ακριβώς έναν αιώνα από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, το έτος 1930, επί εποχής της τελευταίας υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο κυβερνήσεως, ο νεαρός τότε βουλευτής Λέσβου Γεώργιος Α. Παπανδρέου, ως ο αρμόδιος επί των Θρησκευμάτων Υπουργός, ανέλαβε μια τολμηρή πρωτοβουλία.

Η πρωτοβουλία εκείνη συνίστατο στην ίδρυση του «Οργανισμού διοικήσεως και διαχειρίσεως της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας», έτσι ώστε το ελληνικό Δημόσιο να εξασφαλίζει τον πλήρη έλεγχο της διοικήσεως και διαχειρίσεως της περιουσίας αυτής.

Ο ΟΔΕΠ, όπως ο οργανισμός αυτός κατά συντομογραφία αποκλήθηκε, διοικείτο από επταμελές Κεντρικό Συμβούλιο, στο οποίο προήδρευε ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και μετείχαν δύο Αρχιερείς, που όριζε η Σύνοδος, ένας Σύμβουλος του νεοπαγούς τότε Συμβουλίου της Επικρατείας, ένας Νομικός Σύμβουλος του Κράτους, ο Γενικός Διευθυντής Δημοσίου Λογιστικού και ένας αντιπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδος, ελεγχόταν συνεπώς απολύτως από την Πολιτεία.

Ο ΟΔΕΠ τελούσε υπό την εποπτεία του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, τον οποίο στις συνεδριάσεις του Κεντρικού Συμβουλίου εκπροσωπούσε Επίτροπος, με δικαίωμα προτάσεων και γνώμης, χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου.

Πρόθεση της κυβερνήσεως, αναφέρει ο Γ. Παπανδρέου στην εισηγητική έκθεσή του προς τη Βουλή, είναι «αφ΄ ενός η οικονομική περισυλλογή και υλική ενίσχυσις των μελών της Εκκλησίας και αφ΄ ετέρου η εξυγίανσις του εκκλησιαστικού οργανισμού και η ηθική εξύψωσις των λειτουργών του».

Η νομοθεσία αυτή του 1930 για τον ΟΔΕΠ παρέμεινε για πολλές δεκαετίες ο κορμός της ισχύουσας για τα συναφή ζητήματα νομοθεσίας, παρά τις πολλές κατά καιρούς τροποποιήσεις της. Η ατυχής και άκαιρη παρέμβαση, με τον Ν. 1700/1987, τον γνωστό και ως «νόμο Τρίτση», στα ζητήματα της μοναστηριακής περιουσίας, που δεν περιορίστηκε όμως μόνο στα θέματα αυτά, όπως προέβλεπε νομοσχέδιο του προκατόχου του Απόστολου Κακλαμάνη, αλλά, εξαιτίας κακών συμβουλών, επεκτάθηκε σε πλήθος άλλων άσχετων ζητημάτων, που αφορούσαν στην εκκλησιαστική διοίκηση και δικαιοσύνη, σήμανε την αρχή του τέλους για τον ΟΔΕΠ.

Ο τότε Πρωθυπουργός Ανδρέας Γ. Παπανδρέου με ευστροφία χειρίστηκε την κρίση πολιτικά, με απόλυτη επιτυχία, ερχόμενος σε απευθείας συμφωνία με τον τότε Αρχιεπίσκοπο, που οδήγησε στην παραίτηση του Υπουργού του. Αυτή όμως η Συμφωνία, που κυρώθηκε με το Ν. 1811/1988, περιλάμβανε δυστυχώς, ως ρητό όρο, και την κατάργηση του ΟΔΕΠ.

Εκτοτε η διοίκηση της εκκλησιαστικής και της μοναστηριακής περιουσίας περιήλθε στην ίδια την Εκκλησία, χωρίς κανένα κατ΄ ουσία έλεγχο της Πολιτείας. Σήμερα τη διοίκηση ασκεί η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών (ΕΚΥΟ), η οποία έχει υποκαταστήσει τον ΟΔΕΠ, εποπτεύεται από τη διοίκηση της Εκκλησίας, στην ουσία όμως διοικείται από πρόσωπο έμπιστο του εκάστοτε Αρχιεπισκόπου, τον Γενικό Διευθυντή της, ο οποίος έχει πλέον των είκοσι ρητώς προσδιορισμένων αρμοδιοτήτων, μεταξύ αυτών και το δικαίωμα να υπογράφει συμβάσεις ύψους έως και ενός εκατομμυρίου ευρώ. Η Εκκλησία, μάλιστα, συνέστησε και Σώμα Οικονομικών Επιθεωρητών, προκειμένου να ελέγχει η ίδια τις διαχειρίσεις των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων που εγγίζουν τις δέκα χιλιάδες...

Εσχάτως, από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, αναδεικνύεται ως μείζον θέμα η φορολόγηση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Θα ήμουν ο τελευταίος που θα αμφισβητούσε την αγνότητα των προθέσεων του τρίτου κατά σειράν Παπανδρέου που επιθυμεί να αναλάβει το σισύφειο έργο της τακτοποιήσεως των περιουσιακών και οικονομικών της Εκκλησίας. Είμαι άλλωστε βέβαιος ότι, πριν υιοθετήσει και εξαγγείλει τις προθέσεις του αυτές, συμβουλεύθηκε ειδικούς. Και υποθέτω ειδικούς εκ των πλέον εγκρίτων. Δεν αμφιβάλλω, λοιπόν, ότι αυτοί ασφαλώς τον ενημέρωσαν ότι μια ουσιώδης φοροαπαλλαγή της Εκκλησίας ψηφίστηκε από την τελευταία κυβέρνηση του ΠαΣοΚ, με τον Ν. 3220/2004, λίγο πριν από τις εκλογές, χωρίς μάλιστα να γνωρίζει τίποτε περί αυτού, όπως μπορώ ως εκ της τότε ιδιότητάς μου να γνωρίζω, ο αρμόδιος Υπουργός επί των Θρησκευμάτων...!

Επρόκειτο για την κατάργηση της εισφοράς των ενοριακών ναών υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ενός φόρου δηλ. της τάξεως του 35% επί των ακαθάριστων εισπράξεων των ναών, ο οποίος είχε θεσπισθεί ως οιονεί, έστω συμβολικό, αντάλλαγμα μετά την ανάληψη, το 1945, της μισθοδοσίας του εφημεριακού κλήρου από το Δημόσιο.

Μέσα στην τύρβη των εκλογών που ακολούθησαν και την αλλαγή κυβερνήσεως η φορολογική αυτή απαλλαγή σχεδόν διέλαθε της προσοχής της κοινής γνώμης. Απαρατήρητη πέρασε, άλλωστε, και η απόφαση Μητροπολίτη της Πελοποννήσου, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (!), η οποία, μεταξύ άλλων, ορίζει, ότι εν όψει της καταργήσεως της ενοριακής εισφοράς δεν υπήρχε λόγος του λοιπού οι ενορίες να τηρούν διπλά λογιστικά βιβλία...!

Ο κ. Ιωάννης Μ. Κονιδάρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.


http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=122&artid=281566&dt=02/08/2009

Κυριακή 2 Αυγούστου 2009

«Δεν έχουν θεολογικά επιχειρήματα»



ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΠΡΑΙΤΩΡΙΑΣ

Ο κυπριακής καταγωγής ιεράρχης απαντά στις αντιδράσεις που προκάλεσαν οι θέσεις του για τη χειροτονία των γυναικών, δηλώνει ότι «απολογείται αν δημιούργησε κάποιο πρόβλημα» και επιμένει ότι δεν βλέπει εμπόδια «προς αυτή την κατεύθυνση του διαλόγου»
Συνέντευξη στη ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ | Κυριακή 2 Αυγούστου 2009


- Ποια πιστεύετε ότι πρέπει να είναι η θέση των γυναικών στην Ορθόδοξη Εκκλησία;

«Οταν μιλάμε για τη θέση της γυναίκας μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να έχουμε υπόψη μας τόσο τα κείμενα της Καινής Διαθήκης όσο και τα πρώτα αποστολικά κείμενα, όπως είναι η διδαχή των Αποστόλων και τα κείμενα των Πατέρων, αλλά και τη σύγχρονη πραγματικότητα. Αν μείνουμε στον κόσμο της Παλαιάς Διαθήκης, η γυναίκα φαίνεται να μην έχει ιδιαίτερη θέση. Μέσα στην Εκκλησία μας όμως αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ορθόδοξης παράδοσης. Το καθετί έχει τον χρόνο του. Οταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου, η Εκκλησία πρέπει να είναι προετοιμασμένη, να ομιλεί για την αναβαθμισμένη θέση της γυναίκας μέσα σε αυτήν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το πρώτο πρόσωπο που τιμούμε στον χώρο της Εκκλησίας μετά την Αγία Τριάδα είναι το πρόσωπο της Παναγίας, μιας γυναίκας. Και όπως η Παναγία μάς εκπροσώπησε όλους για τη σωτηρία μας δίνοντας το δικό της σώμα, τη δική της σάρκα, για τον Υιόν και Λόγον του Θεού, κατά τον ίδιο τρόπο σήμερα μια ευσεβής γυναίκα προετοιμάζει το πρόσφορο και ο κληρικός ως διάκονος, ως υπηρέτης, το προσφέρει στον Θεό ενώπιον όλων, όπου γίνεται το σώμα του Χριστού για τη δική μας σωτηρία. Επομένως η θέση της γυναίκας στον χώρο της Εκκλησίας είναι πολύ σημαντική, αλλά θέλουμε να το δούμε αυτό και στην πράξη, ιδιαίτερα στα κατηχητικά μας σχολεία και πολύ περισσότερο στον χώρο της ιεραποστολής, όπου υπάρχουν μεγάλες ποιμαντικές ανάγκες».

- Αν σας δοθεί η άδεια από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, είστε αποφασισμένος να προχωρήσετε σε χειροτονίες διακονισσών;

«Η αναβίωση του θεσμού των διακονισσών όπως υπήρχε στην αρχαία Εκκλησία, αλλά όπως προχώρησε και ο Αγιος Νεκτάριος, είναι κάτι που αφορά τα εσωτερικά μιας τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Συνόδου της, κατά συνέπεια εναπόκειται στην Ιερά Σύνοδο μιας τοπικής Εκκλησίας να αποφασίσει τι θα κάνει».

- Θα θέλατε να είχατε διακόνισσες στην ιεραποστολή της Νότιας Αφρικής;

«Είναι μια αναγκαιότητα που δεν μπορούμε να αποφύγουμε. Σταδιακά οι διακόνισσες έχουν θέση διότι έχουμε ενηλίκους γυναίκες που βρίσκονται στο στάδιο της κατηχήσεως και καταλαβαίνετε ότι, όταν θα βάλουμε το λάδι της βαπτίσεως, είναι καλύτερα να έχουμε μια διακόνισσα να το κάνει αυτό παρά να βάλουμε έναν νεαρό ιερέα».

- Τι σας έκανε να ζητήσετε την έναρξη ενός διαλόγου για τους λόγους που κρατούν τη γυναίκα μακριά από τη χειροτονία;

«Για να είμαι ειλικρινής, όταν ομιλούσα για την αναβάθμιση των κατηχητικών μας σχολείων, είδα τον ρόλο της γυναίκας ως κατηχήτριας στον χώρο αυτόν και, επιτέλους, έθεσα πράγματι το ερώτημα ποια είναι τα θεολογικά εμπόδια που δεν προχωρούμε στoν διάλογο για τη χειροτονία των γυναικών ώστε να μπορέσουμε να απαντήσουμε σοβαρά σε αυτό το θέμα, με την έννοια ότι μερικοί έχουν πάθει μια φοβία για τη θέση της γυναίκας μέσα στην Εκκλησία και βλέπω να την αποκλείουν ακόμη και από αυτή τη δυνατότητα του Εκκλησιαστικού Λυκείου. Στην προσπάθειά τους να αποκλείσουν τη γυναίκα από τον χώρο της ιεροσύνης, την αποκλείουν και από τους άλλους χώρους όπου τη χρειαζόμαστε για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε όλοι στο υψηλό ποιμαντικό μας έργο. Οι ώμοι των κληρικών είναι αδύναμοι για να σηκώσουν το βάρος της ευθύνης σήμερα, που έχουμε τόσο πολύπλοκα κοινωνικά προβλήματα».

- Θα βρισκόσασταν σε έναν διάλογο για τη χειροτονία των γυναικών στην Ορθόδοξη Εκκλησία;

«Νομίζω ότι όταν δεν αγγίζουμε θέματα που αναφέρονται στη θεότητα του Χριστού, αλλά θέματα που αποβλέπουν στη βελτίωση της διακονίας της Εκκλησίας μας, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε έναν τέτοιον διάλογο. Είναι καλό που φωνάζουν μερικοί ότι δεν έχουμε θεολογική κατάρτιση, ότι δεν είμαστε σωστοί επίσκοποι στην Εκκλησία, ότι πρέπει να καθαιρεθούμε. Είναι καλό που φωνάζουν όλοι αυτοί, για να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Πρόκειται για τους ίδιους που δεν μας επιτρέπουν να κάνουμε διάλογο είτε με άλλες θρησκείες είτε με άλλες Εκκλησίες. Ξεχνούν ότι ο Χριστός ήταν μόνος του; Ηταν με τον διάλογο που βρήκε τους μαθητές του και τις πρώτες γυναίκες, και στο τέλος ήταν αυτές, οι Μυροφόρες, που έδωσαν την πρώτη μαρτυρία για την Ανάσταση του Χριστού: όταν διά τον φόβον των Ιουδαίων οι μαθητές βρέθηκαν μακριά από τον διδάσκαλό τους, οι γυναίκες ήταν εκεί, θαρραλέες, να στηρίξουν, με επικεφαλής την Παναγία μας. Επομένως ο διάλογος δεν πρέπει να μας φοβίζει».

- Είναι οι συντηρητικοί κύκλοι που αποτρέπουν τη συζήτηση περί συμμετοχήςτων γυναικών στα της Εκκλησίας;

«Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινίσω ότι εγώ δεν είπα ξαφνικά να χειροτονούνται οι γυναίκες. Εγώ είπα να μας δώσουν τα θεολογικά τους επιχειρήματα αυτοί που λένε ότι αποκλείεται οποιοσδήποτε διάλογος για το θέμα της χειροτονίας των γυναικών μέσα στον χώρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Να μας δώσουν τα θεολογικά τους επιχειρήματα, γιατί προσωπικά δεν βλέπω θεολογικά εμπόδια και προς αυτή την κατεύθυνση του διαλόγου όταν το πλήρωμα της Εκκλησίας είναι έτοιμο να αποδεχθεί κάτι τέτοιο. Γιατί, βλέπετε, γνωρίζουμε σήμερα ότι κάποια ημέρα θα πέσει το Πάσχα 15 Αυγούστου και έπειτα από χιλιάδες χρόνια τα Χριστούγεννα αν συνεχίσουμε να υπολογίζουμε με τον τρόπο που υπολογίζουμε τη Σταύρωση και την Ανάσταση του Θεανθρώπου. Αλλά, βλέπετε, η Εκκλησία δεν είναι ανάγκη να προχωρήσει τώρα στην αλλαγή του ημερολογίου γιατί θα δημιουργήσουμε σχίσματα και είπαμε να το αφήσουμε αυτό να το λύσουν οι μελλοντικές γενιές.

Επίσης αυτοί που ακολουθούν το Παλαιό Ημερολόγιο, κάθε φορά που έχουν δίσεκτο έτος, 366 ημέρες, θα έπρεπε να προσθέτουν μία ημέρα. Αλλά, βλέπετε, από το 1923 που υιοθετήσαμε το νέο ημερολόγιο η διαφορά είναι πάντοτε 13 ημέρες. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, αυτοί που ακολουθούν το Παλαιό Ημερολόγιο ακολουθούν το νέο, δεν προσθέτουν τη μία επιπλέον ημέρα που έχουμε εμείς κάθε τόσο. Δηλαδή και αυτό που υπάρχει τώρα, το Γρηγοριανό Ημερολόγιο, είναι μια βελτίωση του προηγούμενου. Δεν πρέπει να μείνουμε εκεί, πρέπει να προχωρήσουμε λίγο πιο ψηλά, να δούμε πώς μπορούμε να επηρεάσουμε την ευρύτερη κοινωνία, τα παιδιά που μπλέκονται με ναρκωτικά, τα παιδιά που παγιδεύονται, που τα εκμεταλλεύονται όλοι. Και εκεί, αν η γυναίκα μπορεί να μας βοηθήσει ώστε τελικώς να σώζουμε ψυχές, γιατί να μην την αποδεχθούμε; Αυτό όμως είναι ένα θέμα που δεν μπορούμε να το εισαγάγουμε εμείς, πρέπει να προηγηθεί μια σοβαρή συζήτηση και οπωσδήποτε η μέλλουσα Πανορθόδοξη Σύνοδος είναι η αρμόδια να λάβει αποφάσεις. Πρέπει να ξεκαθαρίσω ξανά ότι όλα αυτά που λέω είναι δικές μου απόψεις και δεν είναι οι θέσεις του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας».

- Μετά τη δημοσιοποίηση των απόψεών σαςδεχθήκατε πιέσεις;Ακούσαμεκληρικό να σας χαρακτηρίζει ανεπίσκοπο.Ακούσαμε άλλον κληρικό να λέει ότι η τοποθέτησή σας αυτή είχε στόχο να γίνετε γνωστός.

«Τους ευχαριστώ για το ενδιαφέρον τους και απολογούμαι αν δημιούργησα κάποιο πρόβλημα στον χώρο της Εκκλησίας. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι σε καμία περίπτωση δεν θέλω να δώσουμε την εντύπωση ότι αναμειγνυόμαστε στα εσωτερικά μιας άλλης Εκκλησίας. Δεν είμαστε όμως και στην εποχή του Μεσαίωνα, όπου ο σκοταδισμός οδηγούσε ακόμη και στην επί πυράς καταδίκη κάποιου που μιλούσε ελεύθερα. Αυτά είναι απαράδεκτα. Μπορούμε να εκφράζουμε σκέψεις. Και επειδή εκφράζουμε τις σκέψεις για έναν διάλογο, δεν σημαίνει ότι γίναμε ξαφνικά αιρετικοί ή εγκληματίες. Είμαστε σε μια εποχή όπου πρέπει όλοι μας να προβληματιστούμε σοβαρά και με το χέρι στην καρδιά και με φόβο Θεού να κινηθούμε προς κατευθύνσεις που θα μας βοηθήσουν να μη μείνουμε μόνοι μας, αλλά να μπορούμε να αγγίζουμε τις ευαισθησίες των ανθρώπων και να τους οδηγούμε στον Παράδεισο».

- Είναι το πολυπολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο ζείτε αυτό που οδηγεί στο να σας διαφοροποιούν σε σχέση με όσους βρίσκονται στην Ελλάδα;

«Για να είμαι ειλικρινής, μεγάλωσα κι εγώ με την ίδια νοοτροπία. Οταν ήμουν διάκονος στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών αλλά και κληρικός στην Κύπρο πίστευα ότι ο μη Ορθόδοξος είναι αιρετικός ή αλλόπιστος. Διαπιστώνω όμως ότι όλοι είμαστε παιδιά του Θεού- άλλωστε είναι πολύ σαφής η μαρτυρία του ίδιου του Ιησού Χριστού που λέει ότι είναι το φως του κόσμου που φωτίζει κάθε άνθρωπο ερχόμενο εις τον κόσμο. Αυτή είναι η αφετηρία μου. Πρέπει να αγκαλιάζουμε τους ανθρώπους ως αδελφούς μας. Εκεί, στον χώρο της ιεραποστολής, δεν ρωτάμε τα παιδιά, τα ορφανά, τα πεινασμένα, τα άπορα, αν είναι Ελληνες ή αν είναι Ορθόδοξοι. Οταν απλώνουν το χέρι τους και ζητούν ένα ποτήρι νερό, απλώς προσπαθούμε να τους το δώσουμε. Και αυτό είναι το μεγαλείο της προσφοράς τόσο του μακαριστού Πατριάρχη Πέτρου όσο και του νυν προκαθημένου της Αλεξανδρινής Εκκλησίας κ. Θεοδώρου: η προτεραιότητα που δίνουμε στην προσφορά της Εκκλησίας, της αγάπης και της διακονίας. Είναι γεγονός ότι από τη στιγμή που έγινε αυτή η τραγωδία της Αμερικής το 2001, πολλοί είναι που ζήτησαν να ανοίξουμε διάλογο με τις άλλες θρησκείες για να δούμε τον ρόλο της θρησκείας για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν θέλουμε οι οπαδοί μιας θρησκείας, τα μέλη μιας θρησκείας, να ακολουθήσουν εμάς. Αυτό που θέλουμε να τονίσουμε είναι ότι θρησκεία μπορεί να υπάρχει όταν βελτιώνει τη ζωή του ανθρώπου. Να μη γίνεται, δηλαδή, το όπιο του λαού και να χειροτερεύουν τα πράγματα. Ξεκινήσαμε αυτές τις προσπάθειες πριν από το 2001. Προσπαθούσαμε να πείσουμε τους φανατικούς μουσουλμάνους να πείσουν τους ηγέτες τους να διεξαγάγουμε έναν διάλογο για να αποφύγουμε αυτές τις τραγωδίες. Μετά το 2001 όλοι άρχισαν να μιλούν για την αναγκαιότητα του διαλόγου. Οταν ξεκίνησε μια προσπάθεια για μια τέτοια διαθρησκειακή συνάντηση στην Ελλάδα, δυστυχώς συντηρητικοί κύκλοι έπαιξαν τον ρόλο τους και στην αρχή ακυρώθηκε για να γίνει μετά· τελικά δεν έγινε ποτέ. Επίσης στην πρώτη διαθρησκειακή συνάντηση που έγινε μετά την τραγωδία της Αμερικής το 2001, με πρωτοβουλία τού τότε υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας, η οποία είχε και την προεδρία στην ΕΕ, του κ. Παπανδρέου, βρέθηκαν εκεί ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας, τον οποίο συνόδευα, ο Πατριάρχης Γεωργίας, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, ο Πατριάρχης Αντιοχείας και εκπρόσωποι όλων των Εκκλησιών και των άλλων θρησκειών και εκεί μιλήσαμε για τις ευθύνες που έχει η θρησκεία στον σύγχρονο κόσμο για τη συμφιλίωση και τη συναδελφοσύνη των λαών. Ο μόνος ο οποίος δεν παρέστη, και αυτό γιατί δεν πήρε πρόσκληση, ήταν ο τότε Προκαθήμενος της Ελλάδος Χριστόδουλος. Φυσικά δεν προσεκλήθη γιατί τέσσερις ημέρες πριν, που είχαμε τη μεγάλη διαθρησκειακή της Βαρκελώνης, η απάντηση της Ελλάδας ήταν ότι καταδικάζει αυτές τις συναντήσεις και δεν θα συμμετάσχει. Πώς ήταν δυνατόν έπειτα από τέσσερις ημέρες να καλέσουμε τον αρχηγό μιας Εκκλησίας που είχε ήδη αποκηρύξει αυτές τις συναντήσεις; Και τότε κατηγορήθηκε ο Οικουμενικός Πατριάρχης».

- Θεωρείτε, δηλαδή, ότι οι αντιδράσειςγια τις θέσεις σας είναι αντίστοιχες των αντιδράσεων που υπάρχουν για τον διάλογο με τις άλλες Εκκλησίες ή θρησκείες;

«Λίγο- πολύ είναι οι ίδιοι κύκλοι. Χωρίς να θεωρώ τον εαυτό μου κάποιο σπουδαίο πρόσωπο, θα έλεγα ότι ήταν οι θρησκευτικοί αρχηγοί οι πρώτοι που πήραν την πέτρα να λιθοβολήσουν τον Χριστό επειδή τον έβλεπαν να συγχωρεί την πόρνη ή να συνομιλεί με τους Τελώνες και τους Φαρισαίους. Είναι τιμή μου να λένε όσα λένε για το πρόσωπό μου. Αυτό που έχει σημασία είναι να προβληματιστούμε σοβαρά για το πώς θα βελτιώσουμε την ποιμαντική μας διακονία. Αν μπορούν να λύσουν όλα τα προβλήματα όπως είναι τώρα, ας συνεχίσουν. Από την άλλη όμως πρέπει να δούμε αν δημιουργούνται κάποια προβλήματα. Καλύτερα να περιμένουμε το πλήρωμα του χρόνου για να προχωρήσουμε πιο θαρραλέα προς κινήσεις που θα μας βοηθήσουν, τους ανθρώπους, προς αυτή τη σωτηριολογική οδό».

Αγγλικανοί και προτεστάντες έχουν αποδεχθεί τη χειροτονία γυναικών- Ο ρόλος των διακονισσών στην Ορθοδοξία

Από τον γυναικωνίτη στη θέση του επισκόπου

Η θέση των γυναικών στην Ορθόδοξη Εκκλησία παραμένει συμπληρωματική, σχεδόν όπως την εποχή που υπήρχε για το άλλο φύλο μόνον ο γυναικωνίτης. Η συζήτηση για την ανάδειξη και γυναικών ιερέων που άνοιξε μετά το άρθρο του Μητροπολίτη Ιωαννουπόλεως και Πραιτωρίας κ. Σεραφείμ - με αφορμή την απόφαση της Εκκλησίας της Ελλάδος να μην εγγράφει κορίτσια στη Δευτεροβάθμια Εκκλησιαστική Εκπαίδευση- προκάλεσε σάλο στην παγκόσμια ορθόδοξη κοινότητα.

Από τα πρώτη 24ωρα κληρικοί, πιστοί και ιεράρχες έσπευσαν στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας να ζητήσουν διευκρινίσεις. Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος με ανακοίνωσή του δήλωσε ότι πρόκειται για προσωπικές απόψεις του ιεράρχη και ότι οι θέσεις της Αλεξανδρινής Εκκλησίας εκφράζονται μόνον από τις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου.

Την ίδια ώρα, στα παγκόσμια εκκλησιαστικά όργανα των Προτεσταντών οι δηλώσεις του κ. Σεραφείμ έγιναν δεκτές με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Από τις αρχές του περασμένου αιώνα στις χώρες της Ευρώπης και στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν έντονες οι συζητήσεις για τη θέση της γυναίκας στην Εκκλησία. Με αποκορύφωμα την αποδοχή της χειροτονίας των γυναικών.

Η Αγγλικανική Εκκλησία και όλες οι προτεσταντικές Ομολογίες προχώρησαν μετά τη δεκαετία του 1970 στη χειροτονία γυναικών και ορισμένες απ΄ αυτές σήμερα υπηρετούν στην Εκκλησία ακόμη και από τη θέση του επισκόπου.

Αντιθέτως, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία από την αρχή σταμάτησε κάθε συζήτηση επί του θέματος και παρά τις πιέσεις που έχει δεχθεί μέχρι και σήμερα «κατακεραυνώνει» κάθε πρωτοβουλία που έχει βασικό αντικείμενο τη χειροτόνηση των γυναικών.

Με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1988 διεξήχθη στη Ρόδο συνάντηση, στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι απ΄ όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, για τη θέση της γυναίκας και αποφασίστηκε η αναβίωση του θεσμού των διακονισσών... Το 2004 η Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος έπειτα από πρωτοβουλία του τότε ΑρχιεπισκόπουΧριστοδούλου αποφάσισε να επαναφέρει τον θεσμό των διακονισσών κάνοντας αρχή από τις μοναχές και αφήνοντας τους μητροπολίτες να αναλάβουν πρωτοβουλία. Ομως μέχρι στιγμής κανένας από τους 81 ιεράρχες που υπηρετούν στην Εκκλησία της Ελλάδος δεν προχώρησε στην εφαρμογή εκείνης της απόφασης. Ενώ αντίστοιχη είναι και η στάση που ακολουθούν όλοι οι ελληνόφωνοι ιεράρχες.

Ο θεσμός των διακονισσών άνθησε στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Οι διακόνισσες ήταν αυτές που κατηχούσαν τις γυναίκες που βρίσκονταν έγκλειστες στον γυναικωνίτη. Οι διακόνισσες έκαναν την επάλειψη με το Αγιο Μύρο κατά τη διάρκεια της βαπτίσεως, καθώς οι νεοφώτιστες προσέρχονταν στον χριστιανισμό σε μεγάλη ηλικία.

Ο θεσμός άρχισε να περιέρχεται σε μαρασμό με την εφαρμογή του νηπιοβαπτισμού. Ο Απόστολος Παύλος είναι ο πρώτος που αναφέρεται στις διακόνισσες και μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο Ιερός Χρυσόστομος, ο Μέγας Βασίλειος και ο Αγιος Γρηγόριος Νύσσης, ανέπτυξαν το ποιμαντικό, φιλανθρωπικό και κατηχητικό έργο τους με τη βοήθεια γυναικών. Η Αγία Ολυμπιάδα, στενή συνεργάτης του Ιερού Χρυσοστόμου, η Μακρίνα, αδελφή του Μεγάλου Βασιλείου, και η Λαμπαδία, σύζυγος του Γρηγορίου Νύσσης, ήταν μερικές από τις πλέον γνωστές διακόνισσες της Εκκλησίας που ο ρόλος τους και η προσφορά τους δεν αμφισβητήθηκαν ποτέ.

http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=1&artid=281444&dt=02/08/2009