Πέμπτη 30 Ιουλίου 2009

Σχέσεις Στοργής με την ΜΚΟ της Εκκλησίας

Των ΜΑΡΙΝΑΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΙΚΟΛΑ ΛΕΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Φωτ.: ΛΑΜΠΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Η «Στοργή» είναι το μεγαλύτερο έργο ΜΚΟ στην Ελλάδα, υποστήριζαν κυβερνητικά στελέχη που παραβρέθηκαν στην τελετή των εγκαινίων της. Πρόκειται για τον ξενώνα για την κακοποιημένη γυναίκα και το παιδί, έργο της μη κυβερνητικής οργάνωσης «Αλληλεγγύη», που ανήκει στην Εκκλησία της Ελλάδος.

Αλλα όμως έβγαλε το ρεπορτάζ της «Κ.Ε.»: Η «Στοργή» χρηματοδοτείται (παρατύπως) από το υπουργείο Εξωτερικών, (αδιαφανώς) από το υπουργείο Υγείας, η μισθοδοσία της καλύπτεται από πρόγραμμα του υπουργείου Απασχόλησης, οι ιατρικές εξετάσεις από τον Δήμο Αθηναίων, ο εξοπλισμός από την «ολυμπιακή κληρονομιά».

Ολα αυτά για έναν ξενώνα 25 κλινών, που επισήμως στους 8 μήνες λειτουργίας του έχει συνολικά φιλοξενήσει 17 γυναίκες, εκ των οποίων μόνον οι 7 θύματα trafficking.

* Για τον ξενώνα που εγκαινιάστηκε τον Οκτώβριο 2005, μας μίλησε ο Δημήτριος Φουρλεμάδης, γενικός διευθυντής της «Αλληλεγγύης»: «Ο ξενώνας Στοργή είναι ο καλύτερος στην Ελλάδα. Ο πιο σύγχρονος, ο πιο πολυτελής. Εχει χωρητικότητα 42 κλινών ανά έτος. Στελεχώνεται από εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό. Ηδη από τους πρώτους μήνες λειτουργίας, έχουμε επιτελέσει πολύ σημαντικό έργο».

Η «Αλληλεγγύη», βασική ΜΚΟ της Εκκλησίας της Ελλάδος, πραγματοποιεί φιλανθρωπικό έργο στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Κατά την περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, παρά τις κακές σχέσεις κυβέρνησης - εκκλησίας, χρηματοδοτήθηκε με πολλά εκατομμύρια ευρώ.

Ο νέος υφυπουργός Εξωτερικών Ευριπίδης Στυλιανίδης άλλαξε το σύστημα χρηματοδότησης επί το αυστηρότερο, αποκλείοντας πολλές ΜΚΟ από τα κονδύλια. Οχι όμως την «Αλληλεγγύη», που συνέχισε να χρηματοδοτείται εκτενώς.

* Σύμφωνα με την «Αλληλεγγύη», ο ξενώνας «Στοργή» κόστισε 1.340.000 ευρώ, εκ των οποίων 1 εκατ. ευρώ καταβλήθηκε από το ΥΠΕΞ (ως έργο κατά του «τράφικινγκ») και 340.000 ευρώ από την «Αλληλεγγύη», με άλλα λόγια, το ΥΠΕΞ χρηματοδότησε το 74,6% του έργου, μέσω της ΥΔΑΣ (Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης και Συνεργασίας).

Κονδύλια του ΥΠΕΞ

Ομως, μελετώντας τους όρους χρηματοδότησης της ΥΔΑΣ (www.mfa.gr), προκύπτει ότι η χρηματοδότηση του ΥΠ.ΕΞ. ήταν έκνομη: η «Αλληλεγγύη» (αλλά και άλλες ΜΚΟ που χρηματοδοτήθηκαν ανάλογα), σύμφωνα με όσα ορίζει το Π.Δ. 224/2000 για τη λειτουργία της ΥΔΑΣ, δεν έπρεπε να πάρει για το έργο ούτε ευρώ!

1. Η ΥΔΑΣ μπορεί να χρηματοδοτεί άνω του 50% ενός έργου, μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις (σύμπραξη με νέες ΜΚΟ σε αναπτυσσόμενες χώρες, συμβατότητα με προτεραιότητες αναπτυσσόμενης χώρας, κ.ά.). Καμία από αυτές δεν συνέτρεχε εδώ.

2. Ομως, ακόμα κι αν η ΥΔΑΣ έδινε το 50%, η χρηματοδότηση πάλι θα βρισκόταν εκτός του πλαισίου του νόμου. Η ΥΔΑΣ χρηματοδοτεί αναπτυξιακή βοήθεια στο εξωτερικό. Αλλά ο ξενώνας της «Αλληλεγγύης» βρίσκεται στην... Κυψέλη. Σύμφωνα με το Π.Δ., «κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η χρηματοδότηση εντός της χώρας μας», αλλά καμία από τις εξαιρέσεις (προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, εκπαίδευσης και μεταφοράς τεχνογνωσίας σε αναπτυσσόμενες χώρες, συνεργασία με ΜΚΟ ξένης χώρας όπου υλοποιείται το κύριο μέρος του προγράμματος, κ.ά.) δεν συντρέχει στον ξενώνα «Στοργή».

Θέσαμε τα ερωτήματα αυτά στον υφυπουργό Εξωτερικών Ε. Στυλιανίδη, αλλά δεν λάβαμε απάντηση.

Το υπουργείο Υγείας

Το υπουργείο Εξωτερικών δεν είναι ο μοναδικός χρηματοδότης της «Στοργής».

* Στην πλάκα των εγκαινίων αναγράφεται πως το έργο «συγχρηματοδοτήθηκε από το υπουργείο Υγείας». Το ύψος των κονδυλίων κανείς δεν το γνωρίζει, και ο γενικός διευθυντής της «Αλληλεγγύης» αρχικά το αρνήθηκε.

Τον διέψευσε όμως το περιοδικό «Πρόναος» της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 11.10.05. Εκεί μαθαίνουμε ότι «στην υλοποίηση συνέβαλαν τα υπουργεία Εξωτερικών και Υγείας» αλλά και κάτι ακόμα: ότι η «Στοργή» «εξοπλίστηκε με υλικό της ολυμπιακής κληρονομιάς»...

Επίσης: Μέσω του υπουργείου Απασχόλησης, η «Αλληλεγγύη» συμμετέχει σε σύμπραξη (μαζί με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης και τους ξενώνες στη Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα) εναντίον του «τράφικινγκ» στο πλαίσιο του προγράμματος Equal. Από κει καλύπτεται, για δύο χρόνια, η μισθοδοσία του προσωπικού της «Στοργής». Σύνολο 80.000 ευρώ.

* Τέλος, η κοινωνική λειτουργός του ξενώνα εμφανίζεται να προσελήφθη από το επιχειρησιακό πρόγραμμα «Πρόνοια 2000-2006» για την... αποασυλοποίηση. Σύμφωνα με τον Δ. Φουρλεμάδη, η κοινωνική λειτουργός πρόκειται να στελεχώσει τον ξενώνα αποασυλοποίησης που σύντομα θα δημιουργήσει η «Αλληλεγγύη».

Πολύ πριν τον ξενώνα trafficking της «Αλληλεγγύης», λειτουργούσε αυτός των Γιατρών του Κόσμου. Λέει ο Νικήτας Κανάκης, υπεύθυνος του ξενώνα: «Κλείσαμε αναγκαστικά γιατί δεν δόθηκε η δεύτερη δόση από το υπουργείο Εξωτερικών. Μας είπαν ότι υπήρξε αλλαγή προτεραιοτήτων».

Οι περικοπές όμως δεν αφορούσαν την «Αλληλεγγύη». Μέσα στο 2004, δόθηκαν 1.200.000 ευρώ από το ΥΠΕΞ για ξενώνες τράφικινγκ. Από αυτά, η «Αλληλεγγύη» πήρε 1 εκατ., υπερπενταπλάσιο ποσό από αυτό που πήρε η ΜΚΟ «Κλίμακα» (176.000 ευρώ). Την ίδια ώρα, πολλοί από τους δημόσιους φορείς, που έχουν συσταθεί με προεδρικό διάταγμα για το τράφικινγκ, δεν λειτουργούν - λόγω έλλειψης χρημάτων!

* Σε πρόσφατο συνέδριο στη Ρόδο, ο Δ. Φουρλεμάδης ανακοίνωσε πως συνολικά 17 γυναίκες έχουν φιλοξενηθεί στη «Στοργή». «Επτά ήταν θύματα trafficking. Στα τρία θύματα εκδόθηκαν άδειες παραμονής και αποκαταστάθηκαν επαγγελματικά. Τα άλλα τέσσερα παραμένουν στον ξενώνα, ενώ έχουν βγει προσωρινές άδειες παραμονής τους. Επτά θύματα ενδοοικογενειακής βίας, εκ των οποίων τα τρία ήταν μητέρες με παιδιά ηλικίας 3 έως 4 ετών. Η μία επαναπατρίστηκε, για τη δεύτερη έχουν ξεκινήσει διαδικασίες, ενώ η τρίτη αποκαταστάθηκε επαγγελματικά και άνοιξε καινούργιο σπιτικό. Φιλοξενήσαμε τρεις κυρίες από την Αιθιοπία και μία από Φιλιππίνες, οι οποίες είχαν ζητήσει πολιτικό άσυλο. Ολες αποκαταστάθηκαν επαγγελματικά».

* Σύμφωνα με τη διαδικασία του Π.Δ. για το trafficking, οι γυναίκες που έχουν αναγνωριστεί ως θύματα αντί να απελαθούν, παραπέμπονται από την Εισαγγελία στους ξενώνες, όπου φιλοξενούνται, αποκτούν άδειες παραμονής και επιχειρείται η επαγγελματική αποκατάστασή τους.

Απευθυνθήκαμε σε τρεις ειδικούς. Και οι τρεις (Ιωάννα Δεσποτοπούλου, πρώην γενική γραμματέας του Υπουργείου Υγείας, Ανδρέας Μήλιος, πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δάφνη Καπετανάκη, συντονίστρια της ΜΚΟ Κλίμακα) συμφωνούν: Κατά τα διεθνή πρότυπα, όρος για τους ξενώνες κακοποιημένων γυναικών είναι η μυστικότητα της διεύθυνσής τους.

Φανερή διεύθυνση

Ομως, στην περίπτωση της «Στοργής» συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: Ο ξενώνας εγκαινιάστηκε με «σεμνότητα» παρουσία υπουργών και του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Το γεγονός καλύφθηκε εκτενώς από τα ΜΜΕ! Η ιστοσελίδα της εκκλησίας, ανατρέποντας κάθε κανόνα δεοντολογίας, αναγγέλλει: «Μάθετε σε ποιους ξενώνες δεχόμαστε κακοποιημένες γυναίκες» και «μαρτυράει» την ακριβή διεύθυνση της «Στοργής».

Από την άλλη, τόσο το κρατικό ΕΚΚΑ, όσο και οι ξενώνες της Κλίμακας στην Αθήνα, του ΕΚΑΘΒ στη Θεσσαλονίκη και του ΕΚΥΘΚΚΑ στα Ιωάννινα, κρατούν τις διευθύνσεις τους κρυφές.

* Ο Δ. Φουρλεμάδης αντιτείνει πως «για να διαφυλαχθεί η ασφάλεια των γυναικών, η "Στοργή" μετά τις 8 το βράδυ φυλάσσεται από ιδιωτικό αστυνομικό». Στην πραγματικότητα πρόκειται για εν ενεργεία αστυνομικούς που μέσω μιας ιδιωτικής εταιρείας σεκιούριτι εναλλάσσονται στη φύλαξη του ξενώνα. Ομως, κάτι τέτοιο είναι εντελώς αντίθετο με τους διεθνείς κανόνες.

Παρουσία αστυνομικών

Σύμφωνα με την Ελενα Γκλεγκλέ, νομική σύμβουλο του ΕΚΥΘΚΚΑ, «για ευνόητους λόγους τα θύματα trafficking δεν πρέπει να έρχονται σε επαφή με αστυνομικούς. Η τελευταία φορά που ένα κορίτσι πρέπει να βλέπει αστυνομικό είναι στην προανάκριση».


Ο ξενώνας επισήμως εμφανίζεται να έχει τρεις επιστήμονες (κοινωνικό λειτουργό, ψυχολόγο, ψυχίατρο). Η κοινωνική λειτουργός, στην οποία μας παρέπεμψε η ίδια η «Αλληλεγγύη», μας είπε πως δεν γνωρίζει αν, πόσες, και από πού είναι οι γυναίκες που έχουν φιλοξενηθεί. Η ψυχολόγος Ζωή Σούρδη έχει παραιτηθεί από τη «Στοργή» εδώ και καιρό... Είναι το δεύτερο στέλεχος του ξενώνα που παραιτείται για αδιευκρίνιστους λόγους. Είχε προηγηθεί η κοινωνική λειτουργός του ξενώνα Ρένα Σαριγκιόλη.

Εξαιρετικά αυστηροί είναι οι εσωτερικοί κανόνες του κάθε ξενώνα trafficking. Σύμφωνα με την κ. Γκλεγκλέ, «μόλις ένα κορίτσι μπαίνει στο καταφύγιο, παραδίδει το κινητό του τηλέφωνο ώστε να μην μπορεί να έρθει σε επαφή με το κύκλωμα. Τα κορίτσια πρέπει να μένουν μέσα τουλάχιστον τον πρώτο μήνα και να μην κυκλοφορούν ελεύθερα. Αλλωστε τα ίδια τα θύματα δεν θέλουν να βγαίνουν έξω».

Εντελώς διαφορετική είναι η εικόνα που μας δίνουν οι μαρτυρίες των γειτόνων για τη «Στοργή»: «Τις κοπέλες τις βλέπουμε όταν βγαίνουν έξω. Εχει τύχει να τις περιμένουν αλλοδαποί με αυτοκίνητο και να τις επιστρέφουν την επόμενη μέρα».


ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ - 04/06/2006


http://archive.enet.gr/online/online_text/c=112,dt=04.06.2006

Σάββατο 25 Ιουλίου 2009

Το top-10 των χρυσών μοναστηριών


* Καταθέσεις εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, δεκάδες ακίνητα, χιλιάδες στρέμματα γης και μετοχές

Το top-10 των χρυσών μοναστηριών

Οι μονές με τη μεγαλύτερη περιουσία στον ελλαδικό χώρο και η σκοτεινή πλευρά του «πόθεν έσχες»

ΑΧ. ΧΕΚΙΜΟΓΛΟΥ | Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2008

Ελάχιστοι μπορούν να υπολογίσουν το μέγεθος της περιουσίας που διαθέτουν δεκάδες μονές σε ολόκληρη τη χώρα. Για ιστορικούς λόγους κάποιες κατάφεραν να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν ένα πολύ πλούσιο χαρτοφυλάκιο, με καταθέσεις εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, δεκάδες ακίνητα, χιλιάδες στρέμματα γης και μετοχές. Αρχαιότερες ή νεότερες μονές γνώρισαν την απλόχερη γαλαντομία των βυζαντινών αυτοκρατόρων, ενώ άλλες πέτυχαν την έκδοση πατριαρχικών σιγιλίων και σουλτανικών φιρμανίων, επί των Οθωμανών, που τους παραχωρούσαν γη και ύδωρ. Σήμερα ορισμένες επαναφέρουν από το χρονοντούλαπο της ιστορίας ξεχασμένα βεράτια ή διατάγματα και διεκδικούν κολοσσιαίες εκτάσεις.
Σε αυτή την ιστορία υπάρχουν και σκοτεινές πλευρές. Η πρώτη είναι ότι, σε αντίθεση με την κυρίαρχη άποψη, οι βυζαντινοί αυτοκράτορες ουδόλως σεβάστηκαν την περιουσία των μονών. Αντίθετα, χρησιμοποίησαν την Εκκλησία και τον μοναχισμό κατά το δοκούν, άλλοτε υφαρπάζοντας τις περιουσίες τους, όταν το δημόσιο ταμείο ήταν μείον, και άλλοτε ευνοώντας συγκεκριμένες μονές, προκειμένου να εξασφαλίσουν υποστήριξη και επιρροή. Στο Βυζάντιο το πολιτικό συμφέρον ήταν υπέρ πάντων και αξίζει να σημειωθεί ότι, στις όποιες παραχωρήσεις, η ψιλή κυριότητα παρέμενε στα αυτοκρατορικά χέρια.
Από την άλλη η άποψη που υποστηρίζει ότι οι Οθωμανοί σεβάστηκαν την περιουσία της Εκκλησίας, χωρίς να είναι ψευδής, «σηκώνει» πολλές ερμηνείες, καθώς αν στις μέρες μας «το νόμιμο είναι ηθικό», στην Υψηλή Πύλη το νόμιμο ήταν μάλλον σχετικό. Στην Οθωμανική περίοδο οι σουλτάνοι προχώρησαν σε μεγάλες κατασχέσεις και εκποιήσεις της μοναστηριακής περιουσίας και οι σύγχρονοι ιστορικοί ανακαλύπτουν όλο και συχνότερα ότι τα ίδια μετόχια άλλαζαν γεωγραφική θέση από αιώνα σε αιώνα και επισημαίνουν ότι η ρευστότητα της νομοθεσίας και της οθωμανικής διοίκησης ώθησε τους καλόγερους να μάθουν από νωρίς τους αμείλικτους κανόνες του real estate. Αυτό συνέβη και για έναν άλλον λόγο, ακόμη πιο πρακτικό. Χιλιάδες χριστιανοί, φοβούμενοι ότι ανά πάσα στιγμή η περιουσία τους θα μπορούσε να δημευθεί από κάποιον φιλόδοξο πασά, τη μετέγγραφαν εικονικά στην Εκκλησία και την εκμεταλλεύονταν μέσω αυτής. Ετσι πολλοί κατάφεραν να προστατέψουν τις περιουσίες τους, αν και αιώνες αργότερα εκ των πραγμάτων οι μονές τις καρπώθηκαν.
Το τρίτο σκοτεινό σημείο είναι η αξιοπιστία των χρυσόβουλλων που επικαλούνται πολλές μονές στα δικαστήρια. Αυτό που πολλοί ιστορικοί και αρχειονόμοι αναφέρουν είναι ότι, λόγω της τακτικότατης ενασχόλησης των καλογέρων με την αντιγραφή βιβλίων, πολλοί φρόντισαν να παραχαράξουν αντίγραφα αυτοκρατορικών αποφάσεων.
Ενας άλλος παράγοντας που διογκώνει τη μοναστηριακή περιουσία είναι ο κανόνας που θέλει τους μοναχούς να είναι ακτήμονες, κάτι που σημαίνει ότι χαρίζουν την περιουσία τους στη μονή όπου ζουν, ενώ δεν πρέπει να λησμονούμε τις εκατοντάδες δωρεές ανά την επικράτεια.
Τέλος, ένα ακόμη χαρακτηριστικό που δυσκολεύει τη χαρτογράφηση της περιουσίας των μονών, εν προκειμένω του Αγίου Ορους, είναι ότι λόγω αυτοδιοικήτου η μοναστηριακή περιουσία παραμένει επτασφράγιστο μυστικό του ηγουμένου και του οικονόμου της μονής. Ελλείψει διαφάνειας μόνο αν φτάσει μία υπόθεση στη Δικαιοσύνη ή κινητοποιηθούν οι τοπικές κοινωνίες με αφορμή μια ακραία επενδυτική κίνηση ή διεκδίκηση εκ μέρους των μονών ρίχνεται λίγο φως στην αχλύ του περιουσιακού μυστηρίου.

Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας
Η Μονή Μεγίστης Λαύρας είναι η πρώτη τη τάξει στην Αθωνική Πολιτεία. Οταν ιδρύθηκε από τον Αγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, κληροδοτήθηκε από τον Νικηφόρο Φωκά με το ένα τρίτο της Σκύρου (40.000 στρέμματα). Μία χιλιετία αργότερα η μονή δρομολογεί στον Νότο του νησιού την κατασκευή του δεύτερου μεγαλύτερου αιολικού πάρκου στην Ευρώπη. Πριν από λίγα χρόνια η μονή εκποίησε ένα κομμάτι γης που κατείχε στο νησί, το οποίο αγόρασε το υπουργείο Αμυνας αντί 12 εκατ. ευρώ για τις ανάγκες της Πολεμικής Αεροπορίας.
Η Μεγίστη Λαύρα ελέγχει από τον 10ο αιώνα και την Κυρά Παναγιά, το μεγαλύτερο από τα «ερημονήσια» των Βορείων Σποράδων. Πρόκειται για μία προστατευόμενη περιοχή μοναδικού φυσικού και αρχαιολογικού πλούτου, η οποία όμως έχει ήδη υποστεί τις πρώτες εργολαβικές επεμβάσεις. Ακόμη, στην Κυρά Παναγιά η μονή μισθώνει περίπου 2.500 ερίφια σε χωρικούς, για τα οποία λαμβάνει και επιδοτήσεις.
Το μεγαλύτερο μετόχι της Αγίας Λαύρας, αυτό του Μυλοποτάμου, βρίσκεται εντός του Αθωνα, παράγει κρασί και προσθέτει έσοδα στην περιουσία της μονής. Αλλο ένα μετόχι υπάρχει εκτός του Αγίου Ορους και είναι η Μονή της Αγίας Τριάδας της Ανω Γατζέας στη Μαγνησία. Ακόμη, σύμφωνα με τη μοναδική επίσημη καταγραφή του υπουργείου Γεωργίας (1984), η μονή κατέχει 7.000 στρέμματα στη Χαλκιδική και άλλα 400 στη Σκόπελο. Επίσης η μονή διεκδικεί 10.000 στρέμματα γης στη Χαλκιδική, ενώ πρόσφατα προχώρησε σε εκποίηση επτά ακινήτων της στην Αττική, συνολικής αξίας 450.000 ευρώ. Ολα τα ακίνητα ήταν κληρονομιές μοναχών που έζησαν στη Μεγίστη Λαύρα. Θεωρείται από όλους η πλέον ευκατάστατη μονή.


Ιερά Μονή Διονυσίου
Πέμπτη τη τάξει αγιορείτικη μονή, διαθέτει σημαντική περιουσία από παρεκκλήσια και μετόχια, ενώ στις προθήκες της φυλάσσει μοναδικά κειμήλια. Την τελευταία περίοδο προκάλεσε αρνητικές εντυπώσεις καθώς διεκδικεί από τη Νομαρχία Χαλκιδικής και τον Δήμο Ορμύλιας δεκάδες στρέμματα, σε περιοχή όπου στεγάζεται εδώ και δεκαετίες κατασκήνωση για ανάπηρα παιδιά. Από τη δεκαετία του 1930 η μονή διεκδικεί στη Χαλκιδική 15.000 στρέμματα-«φιλέτα» και ο Αρειος Πάγος της αναγνώρισε την κυριότητα στα μισά. Τα άλλα μισά βρίσκονται υπό διεκδίκηση. Ακόμη, σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας, έχει στην κυριότητά της 18.000 στρέμματα στη Χαλκιδική.
Ιερά Μονή Βατοπαιδίου
Το Βατοπαίδι, η δεύτερη τη τάξει μονή του Αγίου Ορους, αποτελεί εδώ και τρεις εβδομάδες την «πέτρα του σκανδάλου» της επικαιρότητας. Με ενεργό δραστηριότητα στα κτηματομεσιτικά και εμφανή πολιτική υποστήριξη κατάφερε να καλύψει σε μεγάλο βαθμό το περιουσιακό χάσμα που τη χωρίζει από τον «αιώνιο αντίπαλό» της, την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας. Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά το τελευταίο διάστημα, η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου έχει στην ιδιοκτησία της καταθέσεις που προσεγγίζουν τα 70 εκατ. ευρώ, χιλιάδες στρέμματα-«φιλέτα» σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και σημαντικές εκτάσεις στην Πέλλα. Ακόμη η μονή διαθέτει μεζονέτες στη Θεσσαλονίκη, κτίρια στη λεωφόρο Κηφισιάς και κατοικίες σε πολλά γεωγραφικά διαμερίσματα. Το Βατοπαίδι έχει επίσης στην κυριότητά του 4.000 στρέμματα στη Χαλκιδική, ενώ στην Ουρανούπολη έχει δρομολογήσει, μέσω ενός δυναμικού business plan, την κατασκευή ενός ομοιώματος της μονής. Πληροφορίες αναφέρουν ότι το 2001 εκποίησε ένα ακίνητο στα βόρεια προάστια λαμβάνοντας 7,5 εκατ. ευρώ, ενώ σήμερα διεκδικεί χιλιάδες στρέμματα σε Ξάνθη και Ροδόπη. Τέλος, όπως έγινε γνωστό, στα τέλη του 2007 πούλησε ακίνητα και καταστήματα που διέθετε στη Θεσσαλονίκη, συνολικής αντικειμενικής αξίας 500.000 ευρώ.


Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη
Μία από τις ιστορικότερες μονές της Αθήνας, η Μονή Πετράκη θεωρείται πάμπλουτη εδώ και πολλούς αιώνες. Ριζάρειος, ΝΙΜΤΣ, Ακαδημία Αθηνών, Αιγινήτειο, Πολυτεχνείο, Μαράσλειος, Ευαγγελισμός, Αρεταίειο, Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή, Σχολή Χωροφυλακής, Νοσοκομείο Συγγρού, Λαϊκό, Σωτηρία, Ασκληπιείο, Γεννάδιος Βιβλιοθήκη είναι μόνο λίγα από τα κτίρια που χτίστηκαν σε εκτάσεις που δώρισε η μονή στο κράτος σε βάθος ενός αιώνα. Σήμερα η μονή είναι μέτοχος της Εθνικής Τράπεζας, έχει στην ιδιοκτησία της κτήματα στην Πεντέλη, στον Υμηττό και στην Πάρνηθα και συμμετέχει σε αναπτυξιακή εταιρεία της Εκκλησίας. Αν και είναι χαρακτηρισμένη ως εθνικός ευεργέτης, το 1997, μαζί με άλλες επτά μονές, προσέφυγε κατά του Δημοσίου στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για αρπαγή περιουσίας, μία υπόθεση που έκλεισε τελικά με συμβιβασμό.

Ιερά Μονή Ξενοφώντος
Αν και βρίσκεται στη 16η θέση των μονών του Αθωνα, η Μονή Ξενοφώντος διαθέτει μετόχια και εκτάσεις στη Σκόπελο, στη Χαλκιδική, στις Σέρρες και στην Αττική. Επίσης διεκδικεί από τους Χαλκιδικιώτες 53.000 στρέμματα γης, βασιζόμενη σε χρυσόβουλλα.

Ιερά Μονή Ξηροποτάμου
Η όγδοη τη τάξει αγιορείτικη μονή διαθέτει μακρά ιστορία καθώς είναι μία από τις παλαιότερες της Αθωνικής Πολιτείας. Οπως έχει γίνει γνωστό η μονή έχει στην ιδιοκτησία της σχεδόν 40.000 στρέμματα στη Σάρτη, ακίνητο 3.500 τ.μ. στην εθνική οδό Αθηνών - Λαμίας και κατάστημα 400 τ.μ. στην οδό Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη. Ακόμη έχει πουλήσει περισσότερα από 32.000 στρέμματα σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς, ενώ διεκδικεί χιλιάδες στρέμματα δάσους στη Βόρεια Σιθωνία.

Μονή Τοπλού
Το ιστορικό μοναστήρι συγκέντρωσε την προσοχή της κοινής γνώμης πριν από μία δεκαετία όταν εξήγγειλε τη δημιουργία μιας... πόλης δίπλα στο Βάι, στη Σητεία της Κρήτης. Σε μία περιοχή που τοπικοί παράγοντες χαρακτηρίζουν «το καλύτερο οικόπεδο της Μεσογείου», η μονή συνήψε συμφωνία με μία βρετανική εταιρεία για την κατασκευή πέντε τουριστικών χωριών με εμπορικά, εκθεσιακά και συνεδριακά κέντρα, καθώς και πέντε γηπέδων γκολφ σε έκταση 26.000 στρεμμάτων που της ανήκουν. Το Δημόσιο παρενέβη και διεκδίκησε 10.000 στρέμματα. Η υπόθεση απασχόλησε τη Δικαιοσύνη πολύ καιρό. Αν και στην αρχή ασκήθηκαν ποινικές διώξεις, στο τέλος... δεν άνοιξε ρουθούνι. Η επένδυση, ύψους 1,2 δισ. ευρώ(!), εξελίσσεται κανονικά και όταν ολοκληρωθεί θα κάνει τη μονή μία από τις πλουσιότερες της Μεσογείου.

Ιερά Μονή Πεντέλης
Ιδρύθηκε τον 16ο αιώνα και κατέστη σταδιακά μία από τις πλουσιότερες της παλαιάς Ελλάδας. Και αυτή συμμετέχει σε αναπτυξιακή εταιρεία της Εκκλησίας και διαθέτει μεγάλη ακίνητη περιουσία, καθώς και μετοχές της Εθνικής Τράπεζας. Ωστόσο, σε αντίθεση με τη Μονή Πετράκη, η Μονή Πεντέλης έχει βεβαρημένο παρελθόν στα κτηματομεσιτικά. Εχοντας στην ιδιοκτησία της τεράστιες εκτάσεις στους πρόποδες της Πεντέλης, πούλησε τμηματικά εκατοντάδες στρέμματα σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς, αφήνοντας όμως αναπάντητα ερωτήματα για το πώς απέκτησε αυτή τη γη. Επιπλέον με χρυσόβουλλα διεκδικεί από το Δημόσιο αλλά και από κατοίκους της περιοχής περισσότερα από 50.000 στρέμματα. Της έχει επιβληθεί πρόστιμο ενός εκατομμυρίου ευρώ από τη Νομαρχία για αυθαίρετα, ενώ όταν κάηκε η Πεντέλη ζήτησε, από κοινού με τον συνεταιρισμό των αξιωματικών, να μην καθαριστούν και αναδασωθούν τα καμένα που διεκδικούσε. Τέλος διαθέτει ακίνητο 1.133 τ.μ. στην οδό Ευριπίδου.

Μονή Ιβήρων
Η Μονή Ιβήρων, τρίτη τη τάξει στο Αγιον Ορος, αν και πανίσχυρη, ήταν επί δεκαετίες αφοσιωμένη στο πνευματικό της έργο και στη συντήρηση των χιλιάδων μνημείων που υπάρχουν στις προθήκες της. Ολα αυτά ως τη στιγμή που διεκδίκησε με κάθε επισημότητα την Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας! Οι ιβηρίτες μοναχοί γνώριζαν ότι είχαν τόσο τις νομικές όσο και τις ιστορικές προϋποθέσεις για να καταστούν μέτοχοι της «ψυχής» της ακριβότερης πόλης του πλανήτη. Τελικά, όπως έγινε γνωστό, η ρωσική κυβέρνηση διαπραγματεύεται την παραχώρηση ενός ιστορικού παρεκκλησίου πλησίον της πλατείας, το οποίο τους ανήκε κατά την προσοβιετική περίοδο. Ακόμη, η Μονή έχει στην ιδιοκτησία της 7.000 στρέμματα γης στη Χαλκιδική και άλλα 2.000 στον Εβρο.

Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου
Στην Πάτμο ο Αλέξιος Β´ Κομνηνός χάρισε στη μονή το σύνολο του νησιού. Στους αιώνες που πέρασαν η μονή απέκτησε μετόχια σε ολόκληρο το Αιγαίο, ενώ βρέθηκε με περιουσία και στη Μικρά Ασία. Τα περισσότερα από αυτά εκμισθώνονταν σε τρίτους και το μοναστήρι εισέπραττε σημαντικά ποσά. Στις μέρες μας η μονή διαθέτει δεκάδες σκήτες και ιερά καθίσματα, καθώς και 13 μετόχια, διάσπαρτα στο Αιγαίο. Μέσα από τα μετόχια της έχει στην κυριότητά της μία σημαντική περιουσία, την οποία ουδείς, πλην ελαχίστων, μπορεί να υπολογίσει. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο στη Σάμο έχει στην κυριότητά της 18.000 στρέμματα γης. Συν τοις άλλοις η μονή διαθέτει ακόμη και σήμερα ένα μεγάλο κομμάτι του νότιου τμήματος της Πάτμου. Η μονή απασχόλησε την κοινή γνώμη πριν από λίγα χρόνια με το σκάνδαλο που αφορούσε ένα δίκτυο εκμετάλλευσης της περιουσίας της από μοναχούς. Ακόμη, στο πλαίσιο των διεκδικήσεών του, το μοναστήρι πρόσφατα ενεπλάκη σε δικαστική διένεξη (από κοινού με τον δήμο και την ΚΥΔ) για την κυριότητα του ακριτικού νησιού Αρκοί.


http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=75&artid=191186&dt=21/09/2008

Παρασκευή 24 Ιουλίου 2009

Σπάταλος Θεός




Σπάταλος Θεός
Η μουσική περιπέτεια δυο αδερφών
και ενός υπερβολικά σπάταλου Πατέρα




Η τελευταία δουλειά του χαρισματικού μουσικού Brian Doerksen, ένα χριστιανικό μιούζικαλ με θέμα την παραβολή του ασώτου υιού από το κατά Λουκά ευαγγέλιο κεφ. 15, παρακολουθώντας την όμως μέσα από τα μάτια του μεγαλύτερου αδερφού. Είναι η ιστορία δύο αδερφών και ενός σπάταλου πατέρα.


Μπορείτε να κατεβάσετε και 5 τραγούδια απο το μιούζικαλ δωρεάν, μια προσφορά για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

http://www.prodigal-god.com/

Κυριακή 19 Ιουλίου 2009

Πρόσωπο με πρόσωπο


Θυμάμαι όταν ο γιός μου ήταν πολύ μικρός και δεν μπορούσε να μιλήσει ακόμα, πως περίμενα τη στιγμή που θα μπορεί να μιλάει και να επικοινωνεί μαζί μου με λόγια, πρόσωπο με πρόσωπο. Διάβαζα λοιπόν το εδάφιο 11 στο κεφ. 33 στην Έξοδο (Παλαιά Διαθήκη) που αναφέρει το εξής εκπληκτικό:

Ο Κύριος μιλούσε με το Μωυσή πρόσωπο με πρόσωπο, όπως συζητάει κανείς με το φίλο του.

Και σκέφτομαι πόσο πολύ θέλει ο Θεός να επικοινωνεί μαζί μας. Πρόσωπο με πρόσωπο, σαν φίλοι. Έστειλε τον γιό του τον Ιησού, που μιλούσε με τους ανθρώπους πρόσωπο με πρόσωπο, όπως συζητάει κανείς με τον φίλο του.

Και φεύγοντας ο Ιησούς άφησε το Άγιο Πνεύμα μέσον του οποίου μπορούμε να έχουμε αυτή τη στενή επαφή με τον Ουράνιο Πατέρα μας.

Τόσο πολύ μας αγάπησε...


Σάββατο 18 Ιουλίου 2009

Η υπόσχεση του Κυρίου και οι δεύτερες πέτρινες πλάκες




Ο Μωυσής λαμβάνει την αποκάλυψη του Θεού πάνω σε δύο λίθινες πλάκες γραμμένες από το ίδιο το χέρι του Θεού. Ο λαός όμως ανυπομονεί και παραβαίνει την πρώτη εντολή. Ο λαός του Ισραήλ φέρνει πολύτιμα αντικείμενα στον Ααρών και τον πείθουν να κατασκευάσει το άγαλμα ενός μοσχαριού, το οποίο προσκύνησαν, θυσίασαν σ' αυτό και είπαν: "Αυτός είναι ο Θεός που μας έβγαλε από την Αίγυπτο!"
Ο Μωυσής καταφέρνει να καταπραϋνει τον Κύριο από την οργή του, αλλά οργίζεται ο ίδιος τόσο πολύ όταν βλέπει τον λαό να παραβαίνει τον Νόμο που ήταν γραμμένος πάνω στις πλάκες, που πέταξε τις πλάκες από τα χέρια του και τις έσπασε. Ο Νόμος του Θεού αποτελεί ένα κανόνα και μια βάση για την κρίση. Η αμαρτία του λαού δεν θα μένει πια ατιμώρητη.

Παρά την αμαρτία τους, ο Θεός σκοπεύει να εκπληρώσει την υπόσχεσή του και να οδηγήσει τον λαό του Ισραήλ στη γη της επαγγελίας. Ο Κύριος μιλούσε με τον Μωυσή, πρόσωπο με πρόσωπο, όπως συζητάει κανείς με το φίλο του.



*****************



Ο Μωυσής είπε στον Κύριο: "Με πρόσταξες να οδηγήσω αυτό το λαό, αλλά δε μου φανέρωσες ποιον θα στείλεις μαζί μου. Μου είπες ότι με γνωρίζεις με το όνομά μου και οτι έχω την εύνοιά σου. Τώρα, λοιπόν, αν έχω την εύνοιά σου, φανέρωσέ μου ως απόδειξη την πρόθεσή σου. Σκέψου ότι το έθνος αυτό είναι ο λαός σου."

Τότε είπε ο Κύριος: "Θα έρθω εγώ προσωπικά, και μην ανησυχείς".

Ο Μωυσής απάντησε: "Αν δεν έρθεις εσύ ο ίδιος μαζί μας, καλύτερα να μη μας πάρεις καθόλου από δω. Γιατί πως θα γίνει γνωστό ότι εγώ και ο λαός σου έχουμε την εύνοιά σου, αν δεν έρθεις μαζί μας κι αν δε δοξαστούμε εγώ και ο λαός σου πάνω απ' όλους τους λαούς της γης;"

Τότε ο Κύριος απάντησε στο Μωυσή: "Κι αυτό που είπες θα το κάνω, γιατί έχεις πράγματι την εύνοιά μου και σε γνωρίζω με το όνομά σου".

Ο Μωυσής είπε: "Δείξε μου τη δόξα σου".

Και ο Κύριος απάντησε: "Θα περάσω με όλη τη μεγαλοπρέπειά μου μπροστά σου και θα πω το όνομά μου μπροστά σου: "Κύριος". Θα συγχωρώ εκείνον που θέλω να συγχωρήσω και θα σπλαχνίζομαι εκείνον που θέλω να σπλαχνιστώ. Δε θα μπορέσεις όμως", του λέει, "να δεις το πρόσωπό μου, γιατί κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να με δει και να μείνει ζωντανός".

Μετά πρόσθεσε ο Κύριος: "Να μια θέση κοντά μου. Στάσου πάνω στο βράχο. Και όταν θα διαβαίνω μέσα στη δόξα της παρουσίας μου, θα σε βάλω στη σχισμή του βράχου, και θα σε σκεπάσω με το χέρι μου ώσπου να περάσω. Μετά θα πάρω το χέρι μου και θα δεις τα νώτα μου, το πρόσωπό μου όμως δεν θα το δεις."

Ο Κύριος είπε στο Μωυσή:
"Κόψε δύο πέτρινες πλάκες σαν τις προηγούμενες, για να γράψω πάνω σ' αυτές τους λόγους που ήταν σ' εκείνες που έσπασες. Να είσαι έτοιμος νωρίς αύριο το πρωί ν' ανεβείς στο όρος Σινά. Θα σταθείς εκεί μπροστά μου, στην κορυφή του βουνού. Κανένας δε θ' ανεβεί μαζί σου και κανένας δε θα εμφανιστεί πουθενά σ' όλη την περιοχή του βουνού. Ούτε πρόβατα ούτε βόδια θα βόσκουν στους πρόποδες."

Ο μωυσής λάξεψε δύο πλάκες από πέτρα σαν τις πρώτες και νωρίς το πρωί σηκώθηκε κι ανέβηκε στο όρος Σινά, όπως τον είχε διατάξει ο Κύριος. Πήρε στα χέρια του και τις δυο πλάκες.

Ο Κύριος κατέβηκε μέσα σε σύννεφο και στάθηκε κοντά του και είπε το όνομά του:
"Κύριος".

Έπειτα πέρασε μπροστά από το Μωυσή και φώναξε:

"Εγώ είμαι ο Κύριος, ο Κύριος ο Θεός. Είμαι γεμάτος καλοσύνη και έλεος, υπομονετικός, πιστός και πρόθυμος να συγχωρήσω. Δίνω τη χάρη μου σε χιλιάδες. Συγχωρώ την ανομία, τα σφάλματα, την αμαρτία. Αλλά και δεν αφήνω τίποτε ατιμώρητο. Η τιμωρία για τις ανομίες των πατέρων πέφτει στα παιδιά τους και στων παιδιών τους τα παιδιά, ως την τρίτη και την τέταρη γενιά¨.

Τότε ο Μωυσής έπεσε με βιάση στη γη και προσκύνησε. "Αν λοιπόν έχω την εύνοιά σου, Κύριέ μου", του είπε, "τότε σε ικετεύω να έρθεις μαζί μας, γιατί αυτός ο λαός είναι απείθαρχος. Συγχώρησε την ανομία μας και την αμαρτία μας και λογάριασέ μας για λαό σου".

Τότε ο Κύριος είπε στο Μωυσή: "Εγώ θα συνάψω διαθήκη μπροστά σ' ολόκληρο το λαό σου. Θα κάνω θαύματα τέτοια, που όμοιά τους δεν έγιναν πουθενά σ' όλη τη γη, σε κανένα έθνος. Και όλος ο λαός που σε περιβάλλει θα δει τα έργα μου, γιατί θα είναι φοβερά αυτά που εγώ, ο Κύριος, θα κάνω μέσω εσού...

Έξοδος 33 & 34

Σάββατο 11 Ιουλίου 2009

Dietrich Bonhoeffer, η Γερμανική εκκλησία και το Ναζιστικό καθεστώς


Τα τελευταία 50 χρόνια, πολλοί Χριστιανοί έχουν μπει στη διαδικασία της επανεξέτασης του ρόλου της Εκκλησίας στη Γερμανία την εποχή του Ναζισμού. Αυτό που γίνεται φανερό είναι το βάθος του χάσματος ανάμεσα στα ιδανικά που η Εκκλησία έχει από ανέκαθεν θέσει για τον εαυτό της και του τρόπου που ανταποκρίθηκε στην αποκτήνωση της Γερμανικής κυβέρνησης υπό την ηγεσία του Αδόλφου Χίτλερ.

Ο Dietrich Bonhoeffer ήταν ένας από τους λίγους ηγέτες της Εκκλησίας που στάθηκε με θάρρος ενάντια στον Φύρερ και τις πολιτικές του. Για να τιμήσει τη μνήμη του το τμήμα Εκκλησιασικών Σχέσεων του U.S. Holocaust Memorial Museum ζήτησε απο τη Victoria Barnett, συγγραφέα του βιβλίου ¨
For the Soul of the People, Protestant Protest Against Hitler¨ να γράψει ένα κείμενο για τον Bonhoeffer καλύπτοντας την εποχή από την άνοδο του Ναζισμού έως τον θάνατό του στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως Flossenburg το 1945.

Η ιστορία που ακολουθεί θα δώσει στον αναγνώστη μια γεύση της διαμάχης μέσα στην Προτεσταντική Εκκλησία, καθώς και την εκπληκτική αντίδραση ενός ποιμένα/θεολόγου σ' αυτή την διαμάχη αλλά και στην αναταραχή που επικρατούσε στο ίδιο το Γερμανικό έθνος.

"Το έσχατο ερώτημα που ένας υπεύθυνος άνδρας θα ρωτούσε είναι όχι πως ο ίδιος θα μπορούσε να ξεμπλέξει ηρωικά από την υπόθεση, αλλά πως η επερχόμενη γενιά θα συνεχίσει να ζεί." Dietrich Bonhoeffer, Δεκέμβριος 1942
Τα χρόνια μετά το θάνατό του, ο Προτεστάντης θεολόγος Dietrich Bonhoeffer έχει γίνει ευρέως γνωστός ως ένας από τους λίγους Χριστιανούς μάρτυρες σε μια ιστορία που κηλιδώθηκε από τη Χριστιανική συνέργεια με το Ναζισμό. Εκτελέστηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Flossenburg στις 9 Απριλίου του 1945, για το ρόλο που έπαιξε στην αντίσταση ενάντια στον Χίτλερ. Οι επιστολές του
Bonhoeffer καθώς και τα θεολογικά του έργα επηρεάζουν ακόμα Χριστιανούς σε όλο τον κόσμο.

Από πολλές απόψεις πάντως, η κληρονομιά του Bonhoeffer είναι σύνθετη. Η εμπειρία του με το Ναζισμό τον ώθησε σε έντονη σύγκρουση με ένα τμήμα της θρησκευτικής του παράδοσης, εγείροντας ερωτήματα που δεν κατάφερε να απαντήσει πριν η ζωή του φτάσει στο τέλος της. Τα ερωτήματα αυτά συνεχίζουν να τα αντιμετωπίζουν όσοι εξερευνούν τη σχέση του Bonhoeffer με τη σημερινή εποχή.

Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως σε σχέση με την αντίληψη που είχε ο Bonhoeffer για τη σχέση Ιουδαϊσμού και Χριστιανισμού. Όσον αφορά τις πολιτικές του σκέψεις και τη δημόσια αντίθεσή του στο Ναζιστικό καθεστώς, ο Bonhoeffer με βεβαιότητα ξεπέρασε τους περισσότερους συντρόφους και συμπατριώτες του. Παρ' όλα αυτά, αρκετό από το θεολογικό του έργο αντικατοπτρίζει παραδοσιακές Χριστιανικές συμπεριφορές απέναντι στον Ιουδαϊσμό. Όπως και οι περισσότεροι Χριστιανοί της γενιάς του, ο Bonhoeffer πίστευε πως ο ιδιαίτερος στόχος του Θεού για τον Εβραϊκό λαό ήταν η τελική αποδοχή του Ιησού ως Μεσσία.

Σαν συνέπεια αυτών των θέσεων Χριστιανοί και Εβραίοι ιστορικοί εκτιμούν την κληρονομιά του Bonhoeffer αρκετά διαφορετικά. Για πολλούς Χριστιανούς, η αντίστασή του κατά του Ναζισμού και οι διορατικές σκέψεις που εκφράζονται στα γραπτά του προσφέρουν νέα ηθικά και θεολογικά μοντέλα. Μερικοί Εβραίοι μελετητές, ωστόσο, ισχυρίζονται πως ο Bonhoeffer ενήργησε για λογαριασμό της εκκλησίας του και πως καθοδηγούνταν από μια βαθιά αίσθηση πατριωτισμού, και συνεπώς δεν ενεργούσε για χάρη των Ευρωπαίων Εβραίων. Εξ αιτίας αυτού, και επειδή η Χριστιανική παράδοση ήταν το κεντρικό σημείο αναφοράς του, πολλές από τις σκέψεις του μοιάζουν εντελώς άσχετες με την Εβραϊκή κοινότητα.
Πως θα έπρεπε να κατανοήσουμε το ρόλο του Dietrich Bonhoeffer;
Ποιά ήταν τα κίνητρά του;
Ποιά είναι η κληρονομιά που μας άφησε ως επακόλουθο του Ολοκαυτώματος;

Ο Dietrich Bonhoeffer γεννήθηκε στο Breslau στις 4 Φεβρουαρίου του
1906. Ήταν το έκτο παιδί του Karl και της Paula Bonhoeffer. Ο πατέρας του ήταν ένας διαπρεπής καθηγητής της ψυχιατρικής και της νευρολογίας, ενώ η μητέρα του ήταν μια από τις λίγες γυναίκες της γενιάς της που ήταν κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου.

Η Paula Bonhoeffer επέλεξε να εκπαιδεύσει τα παιδιά της τα πρώτα τους χρόνια στο σπίτι παρατηρώντας πως: "Οι Γερμανοί νιώθουν την αξιοπρέπειά τους να τσακίζεται δυο φορές στη ζωή τους: πρώτα στα σχολεία και μετά στο στρατό". Η έμφασή της σε ένα ισχυρό ηθικά και πνευματικά χαρακτήρα ήταν κάτι κοινό σε όλη την οικογένεια Bonhoeffer. Αυτό έγινε φανερό στα τραγικά επακόλουθα της αποτυχημένης απόπειρας δολοφονίας του Αδόλφου Χίτλερ, όταν τέσσερα μέλη του στενού οικογενειακού κύκλου εκτελέστηκαν: δύο γιοί (Dietrich και Klaus) και δύο γαμπροί (Hans von Dohnanyi και Rudiger Schleicher).

Απο την αρχή, τα ενδιαφέροντα του Bonhoeffer υπερέβαιναν τα όρια της Γερμανικής ακαδημαϊκής κοινότητας, και η διανοητική του ικανότητα καθώς και τα επιτεύγματά του στο θεολογικό τομέα τον έκαναν γρήγορα διάσημο. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Tubingen
και στο Βερολίνο με τη διατριβή του το 1927, Sanctorum Communio υπό τον Reinhold Seeberg. Το 1928 υπηρέτησε ως εφημέριος στη Γερμανική ενορία στη Βαρκελώνη. Το 1930 ολοκλήρωσε τις θεολογικές του εξετάσεις και φοίτησε στο Union Seminary στη Νέα Υόρκη. Δραστηριοποιήθηκε επίσης στο νεοσύστατο οικουμενικό κίνημα, αποκτώντας έτσι διασυνδέσεις που θα αποδεικνύονταν πάρα πολύ σημαντικές στο έργο του στην αντίσταση. Το 1931, ο Bonhoeffer ξεκίνησε να διδάσκει στη θεολογική σχολή του Βερολίνου.
Με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία στα τέλη του Ιανουαρίου του 1933, η εκκλησία του Bonhoeffer εισήλθε στην πιο δύσκολη περίοδο της ιστορίας της.

Από το ξεκίνημά της, η Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία (η κυρίαρχη Προτεσταντική εκκλησία της Γερμανίας) διαμορφώθηκε υπό την επιρροή του εθνικισμού και την υπακοή στην κρατική εξουσία. Επηρεασμένοι από αυτές τις παραδόσεις, και ανακουφισμένοι που ένας στιβαρός νέος ηγέτης είχε αναδυθεί μέσα από το χάος που είχε προηγηθεί, πολλοί Προτεστάντες καλωσόρισαν την άνοδο του Ναζισμού.

Πιο συγκεκριμένα, μια ομάδα που αποκαλείτο οι Deutsche Christen ("Γερμανοί Χριστιανοί") έγιναν η φωνή της Ναζιστικής ιδεολογίας μέσα στην Ευαγγελική Εκκλησία, υποστηρίζοντας ακόμη και την αφαίρεση της Παλαιάς Διαθήκης από την Αγία Γραφή. Το καλοκαίρι του 1933, αναφερόμενοι στους κρατικούς νόμους περί της Αρίας φυλής, που απαγόρευαν σε όλους τους "μη-Αρίους" την κατάταξη στον στρατό, οι Deutsche Christen εισηγήθηκαν μια παρόμοια πρόταση και για την εκκλησία για να αποκλείσουν τους "μη-Αρίους" από τη διακονία ή τη διδασκαλία στην εκκλησία.

Η διαμάχη που επακολούθησε παρολίγο να διασπάσει τη Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία. Παρά τον ευρέως διαδεδομένο αντι-Σημητισμό και τον ενθουσιασμό για το Ναζισμό, οι περισσότεροι εκκλησιαστικοί ηγέτες ακλόνητοι υποστήριξαν τη "Judenmission", τον ευαγγελισμό, τον προσηλυτισμό και το βάπτισμα των Εβραίων. Αλλά οι Deutsche Christen ισχυρίζονταν πως οι Εβραίοι, ως "ξεχωριστή φυλή", δεν μπορούσαν να γίνουν μέλη μιας "Αρίας" Γερμανικής εκκλησίας ούτε ακόμη μέσω του βαπτίσματος - μια ξεκάθαρη αποκύρηξη της αξιοπιστίας της διδασκαλίας των ευαγγελίων.

Η αντίδραση του Προτεσταντισμού στην "Αριανή παράγραφο", δεν βασιζόταν λοιπόν σε διαφωνίες για τη ρατσιστική πολιτική των Ναζί, αλλά σε ένα σημαντικό στοιχείο του Χριστιανικού δόγματος.

Εντούτοις, η ιστορία αυτή οδήγησε τους εκκλησιαστικούς ηγέτες σε μια δημόσια αντιπαράθεση σχετικά με ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της Ναζιστικής ιδεολογίας. Σ' αυτή την αρχική μάχη για τη διατήρηση της εκκλησιαστικής ανεξαρτησίας, οι περισσότεροι εκκλησιαστικοί ηγέτες απέφυγαν το βαθύτερο πρόβλημα: πως είχε γίνει μια επίθεση στα δικαιώματα όλων των Γερμανών Εβραίων. Πράγματι, πολλοί από αυτούς που αντιτίθενταν στην "Αριανή παράγραφο" στην εκκλησία, υποστήριζαν, κατά τα άλλα, τους περιορισμούς που έθετε το καθεστώς στους Γερμανούς Εβραίους.

Ο Bonhoeffer εναντιώθηκε σθεναρά στην "Αριανή παράγραφο", επιχειρηματολογώντας πως τυχόν επικύρωσή της θα παρέδιδε τις Χριστιανικές αρχές στην πολιτική ιδεολογία. Εάν οι "μη-Άριοι" αποκλείονταν απο τη διακονία, επιχειρηματολόγησε, τότε και οι συνεργάτες τους θα έπρεπε δείχνοντας αλληλεγγύη κι αυτοί να παραιτηθούν, ακόμη και αν αυτό θα σήμαινε την δημιουργία μιας νέας εκκλησίας - μια "Ομολογούσα" εκκλησία που θα παρέμενε ελεύθερη από τη Ναζιστική επιρροή. Αυτή όμως ήταν μια μειοψηφούσα άποψη, οι περισσότεροι Γερμανοί επίσκοποι ήθελαν να αποφύγουν τη σύγκρουση με το Ναζιστικό καθεστώς και να κρατήσουν τις περιφερειακές τους εκκλησίες ενωμένες.

Οι ισχυρότεροι αντίπαλοι της Ναζιστικής επιρροής στις εκκλησίες, συμπεριλαμβανομένου του Dietrich Bonhoeffer, τελικά σχημάτισαν την "Ομολογούσα Εκκλησία". Αλλά, ενώ μερικοί απο τους Ομολογούντες Χριστιανούς τοποθετήθηκαν ανοιχτά υπέρ της αντίστασης ενάντια στο καθεστώς, πιο μετριοπαθείς Προτεστάντες (εντός και εκτός της Ομολογούσας Εκκλησίας) έκαναν αυτό που θεώρησαν ως απαραίτητους συμβιβασμούς. Καθώς η ναζιστική δικτατορία αύξησε την πίεση, η Ομολογούσα Εκκλησία παρέλυσε.

Σε ένα δοκίμιό του τον Απρίλιο του 1933, "Η Εκκλησία και το Εβραϊκό Ερώτημα", ο Dietrich Bonhoeffer ήταν ο πρώτος που επιλήφθηκε των νέων προβλημάτων που αντιμετώπιζε η εκκλησία κάτω από τη Ναζιστική δικτατορία. Υπήρξαν κάποιες εκπληκτικές απόψεις που διατυπώθηκαν σ' αυτό το δοκίμιο, αλλά υπάρχουν και πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονοι αναγνώστες. Αν και κάλεσε την εκκλησία να υπερασπισθεί τα θύματα της κρατικής βίας, η υπεράσπιση των Εβραίων σημαδεύτηκε από τον Χριστιανικό "υπερβατισμό", "supersessionism" - την Χριστιανική πεποίθηση δηλαδή πως ο Χριστιανισμός έχει υπερκαλύψει τον Ιουδαϊσμό, τόσο ιστορικά όσο και στα μάτια του Θεού.

"Η ιστορία των παθών αυτού του λαού, που αγαπήθηκαν αλλά και τιμωρήθηκαν από το Θεό, είναι το σημάδι της τελικής επιστροφής του λαού Ισραήλ στο Θεό του", έγραψε ο Bonhoeffer. "Και αυτή η επιστροφή πραγματοποιείται με τη μεταστροφή του Ισραήλ στο Χριστό".

Αλλά ο Bonhoeffer συνειδητοποίησε επίσης πως ο Ναζισμός έθετε μια πολύ διαφορετική πρόκληση προς τις εκκλησίες, και εδώ πράγματι ήταν πρωτοπόρος.

Η εκκλησία δεν καλείται απλώς να ξεκαθαρίσει τη συμπεριφορά της απέναντι στον Ιουδαϊσμό και τους Ισραηλίτες, σημείωνε. Το αληθινό ερώτημα ήταν πως η εκκλησία θα αξιολογούσε και θα ανταποκρινόταν στις ενέργειες του Ναζιστικού κράτους ενάντια στους Εβραίους.
Σ' αυτό το σημείο ο Bonhoeffer ήταν κατηγορηματικός σχετικά με την υποχρέωση της πολιτείας να καταπολεμήσει την πολιτική αδικία. Η εκκλησία θα πρέπει, έγραψε, να πολεμήσει το κακό σε τρία επίπεδα: Το πρώτο ήταν να αμφισβητήσει την κρατική αδικία και να κάνει έκκληση προς την κρατική εξουσία να επιδείξει υπευθυνότητα, το δεύτερο ήταν να βοηθήσει τα θύματα της αδικίας, ανεξάρτητα από το αν ήταν μέλη της εκκλησίας ή όχι.

Εν τέλει, ίσως η εκκλησία χρειαζότανε "όχι μόνο να βοηθήσει τα θύματα που είχαν βρεθεί κάτω από τον τροχό, αλλά και να πέσει η ίδια στις ακτίνες του τροχού" με στόχο να σταματήσει τη μηχανή της αδικίας.

Το κείμενό του αποκάλυπτε τα δύο επίπεδα στα οποία θα λειτουργούσαν η σκέψη και οι πράξεις του Bonhoeffer κατά τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ.

Στο πρώτο επίπεδο, διαπίστωνε πως το ολοκληρωτικό δόγμα του Ναζισμού απαιτούσε μια πολιτική αντίδραση από τις εκκλησίες. Ολοκλήρωσε τη συγγραφή του κειμένου τις ημέρες που ακολούθησαν την 1 Απριλίου 1933, που έλαβε χώρα το μποϊκοτάζ των Εβραϊκών επιχειρήσεων. Το κείμενό του λοιπόν, "Η Εκκλησία και το Εβραϊκό Ζήτημα" ήταν μια κατηγορηματική ηθική δέσμευση προς όλους εκείνους που διώχθηκαν από το Ναζισμό. Κατά τη διάρκεια της ίδιας εβδομάδας, ο ίδιος και ο αδερφός του Klaus συναντήθηκαν με τον Αμερικάνο θεολόγο Paul Lehmann και ετοίμασαν μια επιστολή στον ηγέτη των Εβραίων στις Η.Π.Α. τον ραβί Stephen Wise.

Ο Bonhoeffer έβλεπε ξεκάθαρα τα μέτρα ενάντια στους Εβραίους σαν θέμα πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών (κάποιοι ερευνητές πιστεύουν πως επηρεάστηκε από τη στενή του φιλία στο Union Seminary με έναν αφροαμερικάνο συμφοιτητή του, τον Frank Fisher, και τις εμπειρίες του Fisher με το ρατσισμό.)
Σε θεολογικό επίπεδο, πάντως, ο Bonhoeffer πίστευε ακόμα πως το "Εβραϊκό ζήτημα" θα επιλυότανε οριστικά μόνο μέσον του προσηλυτισμού των Εβραίων. Ποτέ δεν εγκατέλειψε αυτή την άποψη κατηγορηματικά, μια άποψη που ήτανε ευρέως διαδεδομένη στη Χριστιανική εκκλησία, ακόμα και στους οικουμενικούς κύκλους που ήταν και οι πλέον δραστήριοι, βοηθώντας τους Εβραίους πρόσφυγες του Ναζισμού.

Στο τέλος του 1933, οι
Deutsche Christen είχαν πετύχει να ελέγχουν πολλές Προτεσταντικές εκκλησίες σε όλη τη Γερμανία. Η πολιτική τους να αποκλείουν όσους είχαν "εβραϊκό αίμα" από τη διακονία εγκρίθηκε, το Σεπτέμβριο του 1993, από την εθνική εκκλησιαστική σύνοδο στο Wittenberg. Την επόμενη μέρα, ο Bonhoeffer έστειλε ένα τηλεγράφημα στην οικουμενική ογάνωση της Ελβετίας:

"H Άρεια παράγραφος, είναι εν ισχύει, παρακαλώ όπως συντάξετε υπόμνημα ενάντια σ' αυτό και ενημερώσατε τον τύπο άμεσα."

Ο Bonhoeffer είχε κατανοήσει αμέσως πόσο σημαντικό ήταν να ενημερωθεί η διεθνής Χριστιανική κοινότητα σχετικά με τα τεκτενόμενα στη Ναζιστική Γερμανία. Μέσα στη Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία, ξεκίνησε μια διαμάχη για το ποιά ομάδα θα εκπροσωπούσε την Εκκλησία διεθνώς. Ο Bonhoeffer συνέχισε να ενημερώνει τακτικά τους οικουμενικούς του φίλους, οι οποίοι και όχι μόνο λόγω του σεβασμού τους προς το πρόσωπό του, αρνήθηκαν να αποδεχτούν την επίσημη εκκλησιαστική εκδοχή των γεγονότων στην Γερμανία.

Οι δραστηριότητες του Bonhoeffer σ' αυτό το μέτωπο έγιναν σύντομα πολύ έντονες. Αρκετές ημέρες πριν τη Σύνοδο του Wittenberg, πήρε μέρος στο συνέδριο της Παγκόσμιας Συμμαχίας στη Σόφια, στη Βουλγαρία, όπου και "μίλησε εντελώς ανοιχτά σχετικά με το Εβραϊκό ζήτημα, την Άρεια παράγραφο μέσα στην εκκλησία... και σχετικά με το ερώτημα για το μέλλον των μοιονοτήτων" στη Γερμανία.Με την παρότρυνση του Bonhoeffer οι σύνεδροι ψήφισαν ένα καταδικαστικό ψήφισμα ως αναφορά τις Γερμανικές
πράξεις ενάντια στους Εβραίους:

Αποδοκιμάζουμε ιδιαιτέρως το γεγονός πως τα κρατικά μέτρα ενάντια στους Εβραίους της Γερμανίας είχαν τέτοια επίδραση στη κοινή γνώμη που σε μερικούς κύκλους η Εβραϊκή φυλή θεωρείται μια κατώτερη φυλή.

Ο Bonhoeffer πήγε ένα αντίγραφο από αυτό το ψήφισμα στον Γερμανό πρόξενο στη Σόφια, για να αποδείξει ότι οι η Γερμανική πολιτική απέναντι στους Εβραίους τραυμάτιζε την εικόνα της Γερμανίας στο εξωτερικό. Οι ηγέτες της Γερμανικής Ευαγγελικής Εκκλησίας στο Βερολίνο οργισμένοι απαίτησαν να αποσυρθεί
από τις οικουμενικές δραστηριότητες, αλλά ο Bonhoeffer αρνήθηκε. Το ψήφισμα της Σόφιας προκάλεσε ακόμη και τη διαμαρτυρία του Γερμανικού υπουργείου εξωτερικών:

Προκλήσεις ενάντια στη Γερμανία έχουν αναφερθεί εξαιτίας του Εβραϊκού ζητήματος σε κύκλους που ήτανε μέχρι πρότινος ανυπόκριτα θετικοί προς εμάς, και έχουν εκφρασθεί εμφατικά και δημόσια την ίδια ακριβώς στιγμή που η Γερμανία, λόγω της επερχόμενης συνάντησης της Ένωσης των Εθνών, θα δεχθεί κακοπροαίρετη επίθεση λόγω του Εβραϊκού ζητήματος...

Η κριτική αυτή το μόνο που κατάφερε ήταν να ενισχύσει την ειλημμένη απόφαση του Bonhoeffer. Έγινε επίσης πιο αποφασιστικός στις ενέργειές του. Τον Απρίλιο του 1993, του ζητήθηκε από την αδερφή του και τον σύζυγό της, Gerhard Leibholz, να αναλάβει την κηδεία του πατέρα του Leibholz. Η οικογένεια Leibholz, αν και ήταν προσήλυτοι Εβραίοι, είχαν επηρεασθεί από τους Ναζιστικούς ρατσιστικούς νόμους, ο Gerhard Leibholz μάλιστα είχε ήδη χάσει την εκπαιδευτική του θέση. Ο πρεσβύτερος Leibholz δεν ανήκε πάντως σε καμία εκκλησία ή συναγωγή, και ο Bonhoeffer αρνήθηκε να αναλάβει την κηδεία αφού είχε λάβει προειδοποίηση από τον υπεύθυνο της εκκλησίας του να μην αναλάβει την κηδεία ενός μη-μέλους της εκκλησίας.

Μέχρι τον Νοέμβριο ο Bonhoeffer είχε μετανοήσει για την πράξη του αυτή. Σε μια συναισθηματικά φορτισμένη επιστολή προς την αδερφή του και τον σύζυγό της απολογήθηκε: "Πως είναι δυνατόν να φοβήθηκα τόσο πολύ; ...Θα πρέπει να ζητήσω και από τους δυο σας να συγχωρήσετε την αδυναμία μου. Σήμερα πια είμαι σίγουρος πως θα έπρεπε να είχα ενεργήσει διαφορετικά."

Προς το τέλος του 1993,
ο Bonhoeffer απέρριψε μια θέση σε ενορία του Βερολίνου, λέγοντας πως δε θα μπορούσε να δεχτεί την ώρα που "μη-Άριοι" συνάδελφοί του ήταν αποκλεισμένοι από τέτοιες θέσεις. Αποφάσισε να δεχτεί μια θέση σε μια από τις Γερμανόφωνες συναθροίσεις του Λονδίνου. Σε μια επιστολή προς τον Karl Barth, ο Bonhoeffer έγραψε πως ξαφνικά συνειδητοποίησε πως βρισκόταν σε αντίθεση με όλους τους φίλους του και έτσι αποφάσισε πως "ήταν η ώρα να πάω για λίγο στην έρημο." Έφυγε από τη Γερμανία μέσα σε απόγνωση για τη δειλία που έδειξε μέσα στην εκκλησία του.

Η ενορία του Bonhoeffer στο Λονδίνο αποτέλεσε μια όαση για Χριστιανούς και Εβραίους πρόσφυγες, και μια στενή φιλία γεννήθηκε ανάμεσα στον Bonhoeffer και τον επίσκοπο George Bell του Chichester. Ο Bonhoeffer συνέχισε τη μάχη του για την οικουμενική αναγνώριση της Ομολογούσης Εκκλησίας, επιτυγχάνοντας νίκη τον Αύγουστο του 1934, στο συνέδριο της Παγκόσμιας Συμμαχίας στο Fano της Δανίας, όπου ο οικουμενικός αυτός οργανισμός αποφάσισε, παρά τις διαμαρτυρίες της επίσημης Γερμανικής εκκλησίας, να αναγνωρίσει αντιπροσώπους και απο τις δύο Γερμανικές τάσεις.

Στα τέλη του 1934, η ενορία του Bonhoeffer στο Λονδίνο και αρκετές άλλες γερμανικές ενορίες στο Λονδίνο, αποσύρθηκαν από την επίσημη Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία, διακηρύσσοντας την υποστήριξή τους προς την Ομολογούσα Εκκλησία.

Τον Απρίλιο του 1935, ο Bonhoeffer επέστρεψε στη Γερμανία, όπου η Ομολογούσα Εκκλησία βρισκόταν υπό την αυξανόμενη πίεση της Γκεστάπο. Παρ' όλα αυτά οι περισσότεροι εκκλησιαστικοί ηγέτες, συμπεριλαμβανομένων και μερικών από την Ομολογούσα Εκκλησία, όχι μόνο αρνήθηκαν να αντιταχθούν ανοιχτά στο Ναζιστικό καθεστώς, αλλά άσκησαν και κριτική στους συναδέλφους τους που το έπραξαν. Σαν συνέπεια, οι πιο ριζοσπαστικοί Ομολογούντες Χριστιανοί βρέθηκαν να δέχονται επιθέσεις από όλες τις πλευρές.

Τον Σεπτέμβριο του 1935, λιγότερο από δυο εβδομάδες από την ανακοίνωση των Νόμων της Νυρεμβέργης, που εξάλειψαν και τα τελευταία δικαιώματα των Εβραίων, οι ηγέτες της Ομολογούσας Εκκλησίας συνεδρίασαν σε ένα προάστιο του Βερολίνου ονόματι Steglitz. Ανάμεσά τους ήταν και μια μικρή ομάδα ακτιβιστών που είχαν ήδη αρχίσει, με μικρά βήματα, να βοηθούν τους Εβραίους. Μια από αυτές ήταν και μια διακόνισσα στο Βερολίνο, η Marga Meusel. Αν και οι περισσότεροι που ζητούσαν βοήθεια ήταν Εβραίοι Χριστιανοί, η Meusel ήταν οργισμένη από τον διωγμό όλων αυτών που εμπλέκονταν στους Ναζιστικούς ρατσιστικούς νόμους.

Η Meusel μάλιστα είχε γράψει ένα σημείωμα στους εκκλησιαστικούς ηγέτες σχετικά με τις δοκιμασίες των "μη-Αρίων" Χριστιανών το Μάιο του 1935. Αλλά τέσσερις μήνες αργότερα, το ξαναέγραψε, αναφερόμενη όχι πια στους "μη-Αρίους" Χριστιανούς, αλλά σε όλους τους Εβραίους, καταγγέλωντας μάλιστα τη σιωπή της εκκλησίας σ' αυτό το θέμα. Και περισσότερο κατήγγειλε εκείνους που θεώρησαν τις διώξεις των Ναζί στους Εβραίους ως θέλημα Θεού:

"Από πότε έχει ο διάβολος το δικαίωμα να παρουσιάζει τις διεστραμμένες πράξεις του ως θέλημα Θεού;"

Ήταν επιβεβλημένο, συνέχιζε, πως η εκκλησία δημόσια θα εναντιωθεί σ' αυτά τα μέτρα και θα βοηθήσει όλο τον κόσμο - χριστιανούς και μη - που επηρεάζεται απο αυτά.

Ο επιστάτης της εκκλησίας του Βερολίνου Martin Albertz αγωνίστηκε για να μπει η δήλωση της Meusel στην ατζέντα της Συνόδου στο Steglitz. Αλλά οι περισσότεροι σύνεδροι θέλανε να αποφύγουνε το θέμα εντελώς, πολλοί μάλιστα απείλησαν πως θα αποχωρήσουν απο το συνέδριο αν το "Εβραϊκό ζήτημα" ερχόταν προς συζήτηση. Κάποιοι μάλιστα πρότειναν να εκδοθεί ένα ψήφισμα που θα υποστήριζε κατηγορηματικά το δικαίωμα του κράτους να ρυθμίζει τα θέματα των Εβραίων, κι έτσι φυσικά θα απέφευγε η Ομολογούσα Εκκλησία τις κυρώσεις των νόμων της Νυρεμβέργης.

Ο Bonhoeffer μόλις είχε αρχίσει να διδάσκει στο Finkenwalde, ένα σεμινάριο της Ομολογούσας Εκκλησίας, όταν έλαβε μια επείγουσα έκκληση από τους φίλους του στο Βερολίνο για να έρθει στο Steglitz. Οι προσπάθειές τους στη σύνοδο είχαν ανάμικτα αποτελέσματα. Η αναφορά της Meusel και το βαθύτερο ζήτημα σχετικά με τα πολιτικά γεγονότα ση Ναζιστική Γερμανία παρακάμθηκαν, η διαμάχη περιορίστηκε στο παλαιό θέμα του αν θα επιτρεπότανε στους βαπτισμένους Εβραίους να παραμείνουν στην εκκλησία. Τελικά η σύνοδος πέρασε μια πρόταση υποστήριξης του βαπτίσματος των Εβραίων, η Meusel και ο Bonhoeffer καταδίκασαν την αποτυχία αυτή της συνόδου να κινηθεί πέρα από μια πολύ περιορισμένη αναφορά στους "μη-Αρίους" χριστιανούς.

Ο Bonhoeffer επέστρεψε στο Finkenwalde και μυστικά συνέχισε να εκπαιδεύει νέους κληρικούς στην Ομολογούσα Εκκλησία. Οι περισσότεροι από τους μαθητές του δεν επιτρεπότανε από την επίσημη εκκλησία να καταλάβουν κάποιες θέσεις, το μέλλον τους ήταν αβέβαιο. Οι πιέσεις της Γκεστάπο αποκορυφώθηκαν τον Αύγουστο του 1939 με το διάταγμα του Χίμλερ, που διακήρυξε την εκπαίδευση και τις εξετάσεις των υποψηφίων για διακονία για την Ομολογούσα Εκκλησία ως παράνομες. Το Σεπτέμβριο του 1937, η Γκεστάπο έκλεισε το Finkenwalde και μέχρι το Νοέμβριο 27 πρώην μαθητές του Bonhoeffer είχαν συλληφθεί.

Ο Bonhoeffer πέρασε τα δύο επόμενα χρόνια ταξιδεύοντας μυστικά απο το ένα χωριό στην ανατολική Γερμανία στο άλλο, για να επιβλέπει τους μαθητές του, οι περισσότεροι από τους οποίους διακονούσαν παράνομα σε μικρές ενορίες. Υπό την αυξανόμενη παρακολούθηση της Γκεστάπο, περιόρισε τις δημόσιες δηλώσεις του. Η Γκεστάπο του απαγόρευσε την παραμονή στο Βερολίνο τον Ιανουάριο του 1938, και τον Σεπτέμβριο του 1940 εξέδωσε διαταγή απαγορεύοντάς του να μιλάει δημόσια.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι θεολογικές απόψεις του Bonhoeffer διευρύνθηκαν, ακόμα και καθώς έψαχνε να βρει ποιός θα έπρεπε να είναι πρακτικά ο ρόλος του ως Χριστιανός στη Ναζιστική Γερμανία. Η σχέση μεταξύ Ιουδαϊσμού και Χριστιανισμού αποτέλεσε κομβικό σημείο στη διδασκαλία του.

Τον Οκτώμβριο του 1938 σε μια συνάντηση της Ομολογούσας Εκκλησίας, ρώτησε τους συναδέλφους του εαν, "αντί να επαναλμβάνουμε τις ίδιες ερωτήσεις ξανά και ξανά θα μπορούσαμε να μιλήσουμε τελικά γι αυτό που είναι πραγματικό σημαντικό για εμάς: τι έχει να πει η Ομολογούσα Εκκλησία στο ερώτημα της εκκλησίας και της συναγωγής;"

Εδώ, για πρώτη φορά, περιέγραψε τον Ιουδαϊσμό χρησιμοποιώντας την ίδια ορολογία που χρησιμοποίησε για το Χριστιανισμό: μίλησε για την ισοδυναμία, στα μάτια του Θεού, μεταξύ "εκκλησίας και συναγωγής", για τους Εβραίους ως "αδέρφια των Χριστιανών" και "παιδιά της διαθήκης". Αυτές ήταν επαναστατικές δηλώσεις σε μια εποχή που οι ηγέτες της Γερμανικής Ευαγγελικής Εκκλησίας αρνούνταν οποιαδήποτε δεσμό μεταξύ Χριστιανισμού και Ιουδαϊσμού (με αποκορύφωμα τη σύσταση, το 1939, του "Ινσιτούτο για
την Έρευνα και την Απομάκρυνση της Εβραϊκής Επιρροής στη Θρησκευτική Ζωή του Γερμανικού Λαού.")

Στις 9 Νοεμβρίου του 1938, όταν οι συναγωγές καιγόντουσαν σε όλη τη Γερμανία, ο Bonhoeffer βρισκότανε με τους μαθητές του στην ενδοχώρα της Pomerania. Ένα τηλεφώνημα την επόμενη μέρα τους ενημέρωσε για το τι είχε συμβεί. Ο Bonhoeffer αμέσως ταξίδεψε στο Βερολίνο για να μάθει περισσότερες λεπτομέρειες για τα γεγονότα. Μετά την επιστροφή του, οι μαθητές του άρχισαν να συζητούν για τη θεολογική σημασία της Κρυστάλλινης Νύχτας (Kristallnacht). Όπως θυμήθηκε αργότερα κάποιος από αυτούς, αρκετοί από τους μαθητές "μίλησε για την κατάρα που κυνηγούσε τους Ιουδαίους από τον θάνατο του Ιησού στο σταυρό." Ο
Bonhoeffer το απέρριψε αυτό με σφοδρότητα, δηλώνοντας πως ο διωγμός αυτός ήταν μια "ξεκάθαρη βία" που αποκάλυπτε το "αθεϊστικό πρόσωπο" του Ναζισμού.

Η αντίδραση του Bonhoeffer στο διωγμό της 9 Νοεμβρίου εξέφραζε τη πεποίθησή του για τη σημασία που είχε για τους Χριστιανούς ο διωγμός των Εβραίων. Στο περιθώριο της Βίβλου του, σημείωσε την ημερομηνία 10 Νοεμβρίου 1938 (είναι η μόνη ημερομηνία σημειωμένη μέσα στη Βίβλο του) δίπλα στα λόγια του εδαφίου 8 στο κεφ. 74 στους Ψαλμούς "Και σκέφτηκαν:

"Όλους ας τους συντρίψουμε μια κι έξω κι ας κάψουμε όλους τους τόπους της λατρείας του Θεού στη χώρα... Θεέ, ως πότε θα ονειδίζει ο καταπιεστής, θα χλευάζει ο πολέμιος για πάντα το όνομά σου;""

Παρόμοια αντίδραση αρχίζει και εκτός Γερμανίας, οικουμενικοί ηγέτες στο εξωτερικό αρχίζουν να μετατοπίζουν το επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους από την Ομολογούσα Εκκλησία στον ολοένα και εντονότερο διωγμό των Εβραίων. Μετά τις διώξεις του Νοεμβρίου, οι τρεις μεγαλύτερες οικουμενικές οργανώσεις στη Γενεύη έστειλαν μια κοινή επιστολή στις εκκλησίες μέλη τους, ανακοινώνοντας τα εξής:

Αυτή τη στιγμή που ο τρομερός διωγμός του Εβραϊκού λαού στη Γερμανία και σε άλλες χώρες της κεντρικής Ευρώπης έχει φτάσει στην αποκορύφωσή του, αποτελεί καθήκον μας να θυμόμαστε τη στάση που τηρήσαμε ως οικουμενικό κίνημα ενάντια στον αντι-Σημητισμό σε όλες του τις μορφές.

Το οικουμενικό κίνημα είχε μέχρι τότε εστιάσει κυρίως στις δοκιμασίες των "μη-Αρίων" Χριστιανών προσφύγων, τώρα πια όμως η προοπτική του είχε διευρυνθεί. Η επιστολή παρότρυνε τις εκκλησίες να πιέσουν τις κυβερνήσεις τους να δεχθούν περισσότερους Εβραίους πρόσφυγες. Οι οικουμενικοί ηγέτες, και στη Γενεύη και στη Νέα Υόρκη, για πρώτη φορά συνεργαζόμενοι με Εβραϊκές οργανώσεις, εντείνουν τις προσπάθειές τους για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες. Έγιναν επαφές με την οργάνωση "Gruber Office" μια οργάνωση απο το Βερολίνο υπό την ηγεσία ενός ποιμένα της Ομολογούσας Εκκλησίας, τον Heinrich Gruber, που τελικά βοήθησε 2.000 πρόσφυγες να φύγουν από τη Γερμανία. Πολλοί Ομολογούντες Χριστιανοί που είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τη Γερμανία συνεργάστηκαν με τους πρώην συντρόφους τους στη Γερμανία για να προσφέρουν κι αυτοί.

Ένας από αυτούς ήταν και ο Adolf Freudenberg, που κατέφυγε στην Ελβετία το 1939, και ανέλαβε εκεί το ειδικό γραφείο για τους θρησκευτικούς πρόσφυγες του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών. Παράλληλα, στη Νέα Υόρκη, ο Henry Smith Leiper, ο Εκτελεστικός Γραμματέας του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου των Εκκλησιών, προσπάθησε να ιδρύσει ένα παρόμοιο γραφείο σε Αμερικάνικο έδαφος. Ο Leiper που είχε επισκευθεί τη Γερμανία το 1932, λόγω της ανησυχίας που είχε σχετικά με τον αντι-Σημητισμό, ήταν ένας ευθαρσής επικριτής του Ναζισμού. Είχε κάνει μάλιστα έκκληση για μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών αγώνων του 1936 εξαιτίας των Νόμων της Νυρεμβέργης, και είχε στενή συνεργασία με Χριστιανικές και Ιουδαϊκές ομάδες στις Η.Π.Α. στον αγώνα για ενημέρωση σχετικά με τα συμβάντα στη Ναζιστική Γερμανία.

Μέχρι το 1939, η διεθνής οικουμενική κοινότητα παρακαλοθούσε στενά τα τεκταινόμενα στη Ναζιστική Γερμανία. Παράλληλα, οι πρώτες συναντήσεις της Γερμανικής αντίστασης ήταν γεγονός. Ένας απ' αυτούς που συμμετείχαν στην αντίσταση ήταν και ο Hans von Dohnanyi, ένας δικηγόρος που είχε παντρευτεί την αδερφή του Bonhoeffer. O Dohnanyi ένας παθιασμένος εχθρός του Ναζισμού, μετακινήθηκε το 1939 από το Υπουργείο Δικαιοσύνης στη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών στο Αρχηγείο των Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτό το γραφείο υπό την ηγεσία του ναυάρχου Βίλχελμ Κανάρη και του υποστρατήγου Hans Oster, σύντομα έγινε το επίκεντρο της συνομωσίας.

Στις αρχές του 1939, ο Dohnanyi πλησίασε τον Bonhoeffer σχετικά με την πιθανότητα αντίστασης ενάντια στο καθεστώς. Ήταν μια εποχή προσωπικής αβεβαιόητας για τον Bonhoeffer, που σκεφτόταν πολύ σοβαρά να φύγει από τη Γερμανία. Από τον Dohnanyi γνώριζε πως ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος. Γνώριζε επίσης πως δε θα μπορούσε ποτέ να πολεμήσει στο στρατό του Χίτλερ. Κθώς ήταν προβληματισμένος, έγραψε στους φίλους του στο οικουμενικό κίνημα, που σύντομα ανταποκρίθηκαν με μια επίσημη προσφορά μιας θέσης στο Union Seminary στη Νέα Υόρκη.

Ο Bonhoeffer έφυγε για τη Νέα Υόρκη τον Ιούνιο του 1939. Πεπεισμένος πως ο Bonhoeffer ήθελε να φύγει μόνιμα από τη Γερμανία, ο Henry Smith Leiper του ζήτησε να αναλάβει το γραφείο του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου με στόχο την βοήθεια των προσφύγων στις Η.Π.Α. Αλλά μόλις έφτασε στις Η.Π.Α. ο Bonhoeffer είχε ήδη αποφασίσει πως η θέση του ήτανε στη Γερμανία.
Οι αμφιβολίες του επιβεβαιώθηκαν από μια επιστολή που έλαβε από τον
Freudenberg, με την οποία τον ενημέρωσε πως η θέση στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο θα έπρεπε να δοθεί σε ένα μόνιμο μετανάστη. Ο Bonhoeffer έγραψε στον Reinhold Niebuhr:

Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως έκανα λάθος που ήρθα στην Αμερική...
Δεν θα έχω κανένα δικαίωμα να συμμετάσχω στην αποκατάσταση της Χριστιανικής ζωής στη μεταπολεμική Γερμανία εκτός και αν μοιραστώ τις τωρινές δοκιμασίες με το λαό μου.

Η επιστροφή του στη Γερμανία τον Ιούλιο του 1939, σημάδεψε μια καινούρια περίοδο της ζωής του: ενεργή αντίσταση. Ουσιαστικά ήταν ο μόνος άνθρωπος ικανός να το πραγματοποιήσει, ο Bonhoeffer αποτέλεσε τον ζωτικό κρίκο ανάμεσα στις διεθνείς οικουμενικές προσπάθειες και στη γερμανική συνομωσία ενάντια στο ναζισμό.



Ακόμη και πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, Γερμανοί αντίπαλοι του Χίτλερ είχαν σκεφτεί την ανατροπή του Ναζιστικού καθεστώτος. Το πρώτο σχέδιο ανατροπής του Χίτλερ που όμως δεν κατόρθωσε να γίνει πραγματικότητα ήταν κατά τη διάρκεια της κρίσης στη Sudeten (με τη Γερμανική μειονότητα της Τσεχοσλοβακίας) το 1938. Για να έχει επιτυχία όμως ένα στρατιωτικό πραξικόπημα όμως, θα έπρεπε να έχει την υποστήριξη βασικών στρατιωτικών προσωπικοτήτων. Η πρόθεσή τους όμως να αναλάβουν ένα τέτοιο ρίσκο ελαχιστοποιήθηκε μετά τις Γερμανικές νίκες στην Πολωνία και στο δυτικό μέτωπο. Αυτό εξόργισε τους πολιτικούς συνομώτες σαν τον Dohnanyi, που δεν εμπιστευόταν τους στρατιωτικούς και καταδίκαζε την απροθυμία τους να κινηθούν αποφασιστικά ενάντια στον Χίτλερ.

Γερμανικές αντιστασιακές οργανώσεις ήλπιζαν να πείσουν τους Συμμάχους για τη σοβαρότητα των προθέσεών τους, και να κερδίσουν έτσι υποστήριξη από το εξωτερικό για την ανατροπή του Ναζιστικού καθεστώτος. Τον Οκτώμβριο του 1940, ο Bonhoeffer ξεκίνησε να εργάζεται ως πράκτορας της στρατιωτικής υπηρεσίας κατασκοπίας, προσποιούμενος πως χρησιμοποιεί τις επαφές του στο οικουμενικό κίνημα για να βοηθήσει την εκπλήρωση των στόχων του Ράιχ.

Στην πραγματικότητα όμως, χρησιμοποίησε τις επαφές του για να κάνει γνωστό το αντιστασιακό κίνημα. Σε ταξίδια που πραγματοποίησε στην Ιταλία, στην Ελβετία και τη Σκανδιναβία το 1941 και το 1942, έδωσε πληροφορίες για τις δραστηριότητες της αντίστασης και προσπάθησε να κερδίσει την υποστήριξη στο εξωτερικό για τη Γερμανική αντίσταση.

Ο Dohnanyi και άλλοι είχαν επενδύσει πολύ στις επαφές του Bonhoeffer στο εξωτερικό, ειδικότερα μάλιστα στη δυνατότητα του επισκόπου Georde Bell να μεταφέρει μηνύματα στα υψηλά κλιμάκια της Βρετανικής κυβέρνησης. Ο Bonhoeffer με τη σειρά του προσπάθησε να πείσει τις επαφές του αυτές πως ήταν απαραίτητο ένα σημάδι υποστήριξης από τους Συμμάχους προς τους Γερμανούς συνομώτες, επειδή μόνο κάτι τέτοιο θα έπειθε τους Γερμανούς στρατιωτικούς να κινηθούν ενάντια στον Χίτλερ.

Οι συμμαχικές κυβερνήσεις υποδέχτηκαν όλες αυτές τις βολιδοσκοπήσεις με καχυποψία. Τα στρατιωτικά μέλη της αντίστασης ζητούσαν εγγυήσεις για την εδαφική ακεραιότητα της Γερμανίας καθώς και για τη τοποθέτησή τους σε ηγετικές θέσεις στη μεταπολεμική Γερμανία. Διπλωμάτες και ηγέτες των Συμμαχικών δυνάμεων θεώρησαν τις απαιτήσεις αυτές μη αποδεκτές, και έτσι δεν πήραν ποτέ στα σοβαρά τη δυνατότητα πραξικοπήματος στη Γερμανία. Τον Ιανουάριο του 1943, ο Τσώρτσιλ και ο Ρούσβελτ ανακοίνωσαν πως μόνο η άνευ όρων στρατιωτική ήττα της Γερμανίας θα εξάλειφε τον Ναζισμό.

Παρά τις αρνητικές αυτές τοποθετήσεις, οι συνομώτες συνέχιζαν το σχεδιασμό για την πτώση του Χίτλερ. Αλλά καθώς οι προοπτικές ενός πραξικοπήματος έφθιναν, κάποιοι έψαχναν τρόπους για να βοηθήσουν τα θύματα του Ναζισμού. Στις 5 Σεπτεμβρίου του 1941, όλοι οι Εβραίοι στο Ράιχ διετάχθησαν να φορέσουν το κίτρινο αστέρι, και οι πρώτες απελάσεις προς τα ανατολικά από το Βερολίνο συνέβησαν στις 15 Οκτωμβρίου. Στις 17 & 18 Οκτωμβρίου ο Bonhoeffer και ο Friedriech Perels, ένας δικηγόρος της Ομολογούσας Εκκλησίας, έγραψαν ένα σημείωμα αναφέροντας λεπτομέρειες από τις πρώτες αυτές απελάσεις. Το σημείωμα αυτό εστάλθει σε έμπιστους Γερμανούς αξιωματικούς με την ελπίδα πως θα τους προέτρεπε σε δράση, καθώς και σε επαφές του Οικουμενικού κινήματος, καθώς και στο State Department των Η.Π.Α.

Στο γραφείο του Dohnanyi, ετοιμάστηκε ένα σχέδιο για να φυγαδευτούν Εβραίοι εκτός Γερμανίας προμηθεύοντάς τους έγγραφα που τους εμφάνιζαν ως ξένους πράκτορες. Το σχέδιο αυτό δεν ήταν και τόσο τραβηγμένο, σε πολλές περιπτώσεις Ναζιστικές μυστικές υπηρεσίες είχαν χρησιμοποιήσει Εβραίους πράκτορες σαν κάλυψη. Υπήρχε, ακόμη, μια υπόγεια επιχείρηση που βοηθούσε στη μετανάστευση των Εβραίων έναντι αδρού οικονομικού τιμήματος.

Η προσπάθεια των Dohnanyi/Canaris, που ονομάστηκε "Επιχείρηση Επτά", τελικώς διέσωσε 14 Εβραίους στην Ελβετία (οι έντεκα είχαν προσηλυτιστεί στον Χριστιανισμό, οι τρεις όχι). Ο Bonhoeffer χρησιμοποίησε τις επαφές του στο Οικουμενικό κίνημα για την προμήθεια βίζας για την ομάδα. Με δική του προτροπή, ένα από τα διασωθέντα άτομα ήταν και η Charlotte Friedenthal, που είχε εργαστεί με τη Marga Meusel και με την οργάνωση "Gruber Office".

Η Friedenthal έφτασε στην Ελβετία τον Αύγουστο του 1942, οι υπόλοιποι έφτασαν τον Σεπτέμβριο. Το γραφείο του Dohnanyi ξεκίνησε αμέσως σχέδια για μια καινούρια επιχείρηση, αλλά δεν πρόλαβαν, η Γκεστάπο εντόπισε τα τεράστια χρηματικά ποσά που οι συνωμότες είχαν φυγαδεύσει στο εξωτερικό για τους μετανάστες. Ακολούθησαν οι συλλήψεις των Dohnanyi και Bonhoeffer τον Απρίλιο του 1943.

Στην αρχή, η Γκεστάπο αντιμετώπισε την υπόθεση σαν μια υπόθεση διαφθοράς, κατηγορώντας τον Dohnanyi και τους συντρόφους του πως ότι έκαναν το έκαναν για τα λεφτά. Όμως, σύντομα κατάλαβαν πως η επιχείρηση διάσωσης ήταν απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Ο Bonhoeffer κατηγορήθηκε πως συνωμότησε για να σώσει Εβραίους, πως χρησιμοποίησε τα ταξίδια του στο εξωτερικό για την εξυπηρέτηση μη υπηρεσιακών στόχων, και πως χρησιμοποίησε την υπηρεσιακή του θέση για να βοηθήσει τους ποιμένες της Ομολογούσης Εκκλησίας να αποφύγουν την στράτευση και για την εξυπηρέτηση του δικού του οικουμενικού έργου.

Η αναφορά της Γκεστάπο για τον Bonhoeffer τον περιέγραφε ως "εντελώς δοσμένο στην αντίσταση". Παρόλα αυτά όμως, και παρά την αποτυχημένη προσπάθεια δολοφονίας του Χίτλερ στις 20 Ιουλίου του 1944, πέρασαν μήνες μέχρις ότου οι Ναζί συνειδητοποίησαν τον βαθμό συμμετοχής του Bonhoeffer στους αντιστασιακούς κύκλους.

Τον Οκτώμβριο του 1944, ο Bonhoeffer μεταφέθηκε στην τρομακτική φυλακή της Γκεστάπο στο Βερολίνο και τον Φεβρουάριο του 1945 μεταφέρθηκε στο Buchenwald. Από εκεί μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Flossenburg όπου στις 9 Απριλίου απαγχονίστηκε, μαζί με τον Canaris, τον Oster, και άλλους συνωμότες. Ο Hans von Dohnanyi και ο Klaus Bonhoeffer εκτελέστηκαν μερικές ημέρες αργότερα.

Ο γιατρός των SS που ήταν παρών στην εκτέλεση του Bonhoeffer, αργότερα αναφέρθηκε σε έναν άνδρα "αφοσιωμένο... γενναίο και νηφάλιο. Ο θάνατός του επακολούθησε μετά απο λίγα δευτερόλεπτα... Δεν νομίζω να έχω δει ποτέ κάποιον να πεθαίνει με τέτοια τέλεια υποταγή στο θέλημα του Θεού."

Ο Bonhoeffer έστειλε ένα τελευταίο μήνυμα, στον George Bell στην Αγγλία: "Αυτό είναι το τέλος, για μένα όμως είναι η αρχή της ζωής".

Τον Δεκέμβριο του 1942, ο Bonhoeffer είχε στείλει ένα Χριστουγεννιάτικο γράμμα (Μετά Από Δέκα Χρόνια) στους στενότερους φίλους του στην αντίσταση. Με έναν πικρά ρεαλιστικό τόνο, αναφέρθηκε στην πιθανότητα πως θα μπορούσαν να αποτύχουν, και πως το έργο της ζωής του θα μπορούσε να μείνει ατελές. Ίσως να αναρωτήθηκε επίσης αν η απόφασή του να επιστρέψει στη Γερμανία και να εργαστεί για τις στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες, ήταν σωστή.
"Θα μπορούσαμε ακόμη να φανούμε σε κάτι χρήσιμοι;" έγραψε.

Έχουμε υπάρξει σιωπηλοί μάρτυρες σε διεστραμμένες πράξεις, έχουμε μουσκευτεί σε πολλές καταιγίδες, έχουμε γίνει καλλιτέχνες στην υπεκφυγή και στην προσποίηση, η εμπειρία μας έχει κάνει καχύποπτους με τους άλλους και μας απέτρεψε από το να είμαστε ειλικρινής και ανοιχτοί, απαράδεκτες συγκρούσεις μας έφθειραν και μας έκαναν κυνικούς. Θα μπορούσαμε ακόμη να φανούμε σε κάτι χρήσιμοι;

Οι εξαναγκασμοί, οι υπεκφυγές και οι συμβιβασμοί του είχαν κοστίσει πολύ. Στάθμισε τα διάφορα κίνητρα για να πολεμήσει κανείς το κακό, σημειώνοντας ότι ακόμα και οι καλύτερες προθέσεις θα μπορούσαν να φανούν αναποτελεσματικές. "Ποιός μένει ανυποχώρητος;" ρώτησε ο Bonhoeffer.

Μόνο αυτός για τον οποίο το τελικό πρότυπο δεν είναι η λογική του, οι αρχές του, η συνείδησή του, η ελευθερία του, η αρετή του, αλλά αυτός που είναι έτοιμος να θυσιάσει όλα αυτά, όταν εν πίστη και εν πλήρη υποταγή στο Θεό καλείται σε υπακοή και υπεύθυνη δράση, το υπεύθυνο άτομο, του οποίου η ζωή δε θα είναι τίποτε άλλο παρά μια απάντηση στην ερώτηση και την κλήση του Θεού.

Σ' αυτή την επιστολή, ένα από τα πιο συγκινητικά και δυνατά γραπτά του, τα διάφορα νήματα της ζωής και του έργου του Bonhoeffer συναντήθηκαν μαζί. Ήταν ένας από τους λίγου
ς στην εκκλησία του που απαίτησαν την προστασία για τους διωκομένους ως ένα απαραίτητο πολιτικό βήμα. Κάλεσε την εκκλησία του, που εκ παραδόσεως ταυτιζόταν με το κράτος, να εναντιωθεί στις συνέπειες αυτής της συμμαχίας.

Η εκκλησιαστική πάλη, καθώς έγραψε προς τον επίσκοπο George Bell το 1934, "δεν ήταν κάτι που συμβαίνει μόνο μέσα στην εκκλησία, αλλά επιτίθεται επίσης στις ίδιες τις ρίζες του Εθνικοσοσιαλισμού. Το σημαντικό είναι η ελευθερία... "

Το επίκεντρο του ενδιαφέροντος του Bonhoeffer παρέμεινε περισσότερο θεολογικό και πολιτικό. Η αντιπαράθεση των εκκλησιών σχετικά με την Άρια παράγραφο τον έπεισε πως οι παλιές παραδόσεις είχαν χρεοκοπήσει.

Σε αντίθεση, ο Bonhoeffer έκανε έκκληση για "Χριστιανισμό, όχι θρησκεία" σε "ένα κόσμο που ενηληκιώθηκε", σ' ένα κόσμο στον οποίο οι παλιές σταθερές και αξίες είχαν αντικατασταθεί από τον κυνισμό και την ιδεολογία. Προσπάθησε να προσδιορίσει τι είδους Χριστιανική πίστη ήταν βιώσιμη σ' αυτό το νέο κόσμο, "όχι με στόχο να ξεμπλέξει ηρωικά απ' αυτή την ιστορία", αλλά για να φτάσει σε μια νέα κατανόηση της πίστης, προς χάριν των επόμενων γεννεών.

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να γίνει κατανοητή η εξέλιξη των απόψεών του που αφορούν τη σχέση μεταξύ Ιουδαϊσμού και Χριστιανισμού. Η διορατικότητά του αφορούσε λιγότερο τον Ιουδαϊσμό και περισσότερο τον δικό του Χριστιανισμό. Η δήλωσή του το 1941 πως "Ο Εβραίος κρατάει το ερώτημα του Χριστού ανοιχτό", (δημοσιεύτηκε στο Ethics) ήταν μια τελική αναγνώριση πως ο διωγμός της θρησκείας, που ιστορικά αφορά περισσότερο τη δική του, τον είχε οδηγήσει να αναθεωρήσει τον τρόπο που σκεφτόταν για τη δική του πίστη.

Γι' αυτό το λόγο, η μεγαλύτερη επιρροή του
Bonhoeffer στη σημερινή εποχή ασκείται σ' αυτούς τους Χριστιανικούς κύκλους που επιδίωξαν να αναδιατυπώσουν την Χριστιανική θεολογία μετά το Άουσβιτς. Παρ' όλα αυτά, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με σιγουριά αν θα εγκατέλειπε την άποψη του supersessionism (πως ο Χριστιανισμός αντικαθιστά τον Ιουδαϊσμό όσον αφορά τις υποσχέσεις του Θεού), ή πως θα είχε αντιμετωπίσει τα θεολογικά ερωτήματα που γεννήθηκαν μετά το Ολοκαύτωμα. Δεν πρόλαβε όμως να ολοκληρώσει το θεολογικό του ταξίδι.

Η τελική κληρονομιά του Bonhoeffer υπερβαίνει τα όρια του κύκλου της Γερμανικής αντίστασης στον οποίο κινήθηκε. Η τραγωδία τους δεν ήταν μόνο η αποτυχία τους, μα πως η αποτυχία τους αποκάλυψε τον βαθμό στον οποίο ήταν "ημιτελής". Καθώς πέρασαν οι δεκαετίες μετά το 1945, έχουμε συνειδητοποιήσει πως το πλαίσιο του Ναζιστικού κακού απαιτούσε ένα πιο ολοκληρωμένο είδος ηρωισμού, ωθούμενο όχι μόνο από την αποστροφή ενάντια στη βαρβαρότητα μιας δικτατορίας, αλλά από μια βαθύτερη επίγνωση του κόστους του αντι-Σημιτισμού, του συμβιβασμού και της συνέργιας.

Αλλά αυτή είναι μια επίγνωση που έχουμε αποκτήσει σταδιακά, με τη βοήθεια και των αυξανόμενων μελετών για το Ολοκαύτωμα. Η συνειδητοποίηση πως ο διάχυτος αντι-Σημιτισμός και αντι-Ιουδαϊσμός σε Χριστιανικούς κύκλους βοήθησε στη δημιουργία συμπεριφορών που κορυφώθηκαν με το Ολοκαύτωμα, μας οδηγεί, να διαβάσουμε τα θεολογικά κείμενα του Bonhoeffer με περισσότερο κριτική διάθεση.

Δεν μπορούμε βέβαια να εθελοτυφλούμε μπροστά στο γεγονός πως αφήνει πίσω του μια κληρονομιά μοναδική ανάμεσα στους θεολόγους και τους ακτιβιστές της εκκλησίας. Είναι ίσως ο μοναδικός Χριστιανός στοχαστής στην ιστορία που διατύπωσε με ευκρίνεια μια θεολογία που πραγματικά αντιπαρατέθηκε με την εποχή του, και το έκανε αυτό χωρίς την γνώση που επακολουθεί την εμπειρία, αλλά κατά την διάρκεια του ίδιου του Τρίτου Ράιχ. Τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα ως αναφορά που θα οδηγούνταν αν του επιτρεπόταν. Αλλά, στην πραγματικότητα, τα ερωτήματα που ο
Bonhoeffer άφησε ανεπίλυτα είναι αυτά που και εμείς σήμερα αντιμετωπίζουμε, καθώς συνεχίζουμε να παλεύουμε με τα επακόλουθα του Ολοκαυτώματος.


Βιβλιογραφία:

Barnett, Victoria. For the Soul of the People: Protestant Protest Against Hitler. New York: Oxford University Press, 1992.

Bethge, Eberhard. Dietrich Bonhoeffer: Man of Vision, Man of Courage. New York: Harper and Row, 1970.

Bethge, Eberhard, Renate Bethge and Christian Gremmels, eds. Dietrich Bonhoeffer: A Life in Pictures.Philadelphia: Fortress Press, 1986.

Kelly, Geffrey B. and F. Burton Nelson, eds. A Testament to Freedom: The Essential Writings of Dietrich Bonhoeffer.(revised edition) New York: Harper-Collins, 1995.

Klemperer, Klemens von. German Resistance Against Hitler, 1938-1945. Oxford: Clarendon Press, 1992.

Rasmussen, Larry L. Dietrich Bonhoeffer. Minneapolis: Augsburg Fortress, 1989.